Ένα νοσηρό «δώρο» δέχονταν κάθε χρόνο οι τρεις γυναίκες αιχμάλωτες επί μία δεκαετία στο Κλίβελαντ από τον Άριελ Κάστρο που τις είχε απαγάγει: μια τούρτα. «Γιόρταζε την ημέρα της απαγωγής τους σαν να ήταν γενέθλια», λέει ο ξάδελφος ενός από τα θύματα.
Αυτή είναι μία μόνο από τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες της υπόθεσης που έρχονται στο φως της δημοσιότητας μετά την διάσωσή τους την Δευτέρα, ένας κυνικός συμβολισμός της ψυχολογικής βίας στην οποία υποβάλλονταν οι γυναίκες κατά την δεκαετή κράτησή τους, αναφέρει δημοσίευμα του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Ο νοσηρός αυτός εορτασμός συνυπήρχε με τον βιασμό, τον συνεχή ξυλοδαρμό, την στέρηση τροφής και τις απειλές κατά της ζωής τους, σύμφωνα με τα όσα είπαν οι ίδιες οι γυναίκες στις αρχές, αναφέρεται σε έκθεση της αστυνομίας, η οποία περιήλθε στην κατοχή των New York Times, του CNN και άλλων μέσων ενημέρωσης.
Εναντίον του 52χρονου Άριελ Κάστρο, απαγγέλθηκαν χθες κατηγορίες για απαγωγή και βιασμό από δικαστήριο του Κλίβελαντ, μία ημέρα μετά την επιστροφή δύο εκ των γυναικών στα πατρικά τους σπίτια.
Μία από τις πιο συγκλονιστικές λεπτομέρειες της υπόθεσης είναι ότι ο Κάστρο άφησε νηστική και χτυπούσε μία από τις γυναίκες με στόχο να αποβάλει σε πέντε περιπτώσεις, πράξεις για τις οποίες ο εισαγγελέας είπε ότι μπορεί να καταδικαστεί στην εσχάτη των ποινών.
Τα δύο από τα τρία θύματά του επέστρεψαν την Τετάρτη στα σπίτια τους, όμως ειδικοί που αναλαμβάνουν υποθέσεις θυμάτων απαγωγής υποστηρίζουν ότι τα θύματα αντιμετωπίζουν μία μακροχρόνια και ενδεχομένως πολύ δύσκολη ανάρρωση. Ωστόσο, υπάρχουν ελπίδες ότι θα ανακτήσουν τη ζωή τους.
Οι ειδικοί εξηγούν ότι ο λόγος που δεν επεχείρησαν να δραπετεύσουν σχετίζεται με το μέγεθος του ψυχολογικού τραύματος που υπέστησαν.
«Υπάρχει συγκεκριμένο όριο στον βαθμό του ψυχολογικού τραύματος που μπορεί να αντέξει ο ανθρώπινος εγκέφαλος», σύμφωνα με το Διεθνές Κέντρο Αγνοουμένων Παιδιών και Θυμάτων Εκμετάλλευσης. Οι άνθρωποι που έχουν πέσει θύματα απαγωγής «ανακαλύπτουν τρόπους επιβίωσης» όταν τρομοκρατούνται, κακοποιούνται και δέχονται απειλές ότι αν το πουν σε κάποιον ή προσπαθήσουν να δραπετεύσουν, ο δράστης θα σκοτώσει αυτούς ή τις οικογένειές τους.
Το Κέντρο αναφέρει ότι μία από τις γυναίκες στην υπόθεση του Κλίβελαντ, η Αμάντα Μπέρι, έκανε κάτι αξιοθαύμαστο δραπετεύοντας την Δευτέρα. Σε ανακοίνωσή του στην ιστοσελίδα του αναφέρει ότι ενήλικα θύματα σε ανάλογες περιπτώσεις δεν έχουν πάντα επιχειρήσει να δραπετεύσουν.
Η ίδια πηγή επικαλείται την ληστεία σε τράπεζα που οδήγησε στον χαρακτηρισμό «Σύνδρομο της Στοκχόλμης», το οποίο περιγράφει την ταύτιση των ομήρων με τους απαγωγείς τους. Ενώ κάποιοι ψυχολόγοι εικάζουν ότι η υπόθεση του Κλίβελαντ αποτελεί ένα ακόμη παράδειγμα του Συνδρόμου της Στοκχόλμης, άλλοι κάνουν λόγο για περίπτωση μετατραυματικού συνδρόμου (PTSD).
«Ενώ δεν μπορούμε να προβλέψουμε την κάθε παράμετρο, το PTSD συγκαταλέγεται στα πιο κοινά ψυχολογικά προβλήματα που ακολουθούν τέτοια επαναλαμβανόμενα τραυματικά γεγονότα», δήλωσε η Νόραχ Σ. Φίνι, καθηγήτρια του τμήματος ψυχολογικών επιστημών στο πανεπιστήμιο του Κλίβελαντ Case Western Reserve. Το PTSD είναι μία διαταραχή που παρατηρείται σε αρκετούς στρατιώτες που επιστρέφουν από εμπόλεμες ζώνες και τα τελευταία χρόνια έχει μελετηθεί καλύτερα.
Σύμφωνα με την Φίνι, οι άνθρωποι είναι πολύ ευπροσάρμοστοι και ακόμη και ύστερα από γεγονότα όπως ένας βιασμός ή μία μάχη, πολλοί άνδρες και γυναίκες δεν εμφανίζουν PTSD και από αυτούς που εμφανίζουν, οι περισσότεροι συνεχίζουν να έχουν μία υγιή και λειτουργική ζωή.
«Το σημαντικότερο είναι τώρα για αυτές τις γυναίκες να έχουν χρόνο και χώρο για να επανασυνδεθούν με τις οικογένειές τους, να ξεκινήσουν να επασυνδέονται με τις κοινότητές τους και να ξαναχτίζουν τις ζωές τους», δήλωσε η ίδια στο Γερμανικό Πρακτορείο.
«Η διαδρομή θα είναι διαφορετική για την καθεμιά τους. Αν χρειαστούν θεραπεία στην πορεία, υπάρχουν θεραπείες για το PTSD που βασίζονται τόσο σε συνεδρίες όσο και σε φαρμακευτική αγωγή», πρόσθεσε η ίδια.
Ο Έρνι Άλεν, πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Αγνοουμένων Παιδιών και Θυμάτων Εκμετάλλευσης, συμφώνησε ότι στο Κλίβελαντ υπάρχουν στην διάθεση των θυμάτων «εξαιρετικά αξιόλογες επιλογές για την ψυχική υγεία» περιλαμβανομένης μίας νέας θεραπείας που αποκαλείται «επικεντρωμένη στο τραύμα γνωστική συμπεριφορική θεραπεία».
«Αν αυτού του είδους οι επεμβάσεις προσφερθούν με έναν σχετικά γρήγορο τρόπο, πολλά από αυτά τα θύματα εμφανίζουν βελτίωση. Το θέμα είναι να έχεις υπομονή και ρεαλιστικές προσδοκίες», προσθέτει ο ίδιος. Οι γυναίκες θα βρεθούν ενώπιον πολλών προκλήσεων, κάποιες απρόβλεπτες, όπως ο τρόπος με τον οποίον τις αντιμετωπίζουν οι συγγενείς και οι φίλοι τους.
Όπως εξηγεί ο Άλεν, μπροστά στους αγαπημένους τους, «παγώνει ο χρόνος». Επίσης πρέπει να μάθουν εκ νέου πως να αντιμετωπίζουν μία κατάσταση στην οποία δεν έχει κάποιος τον απόλυτο έλεγχο.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, θύματα πολυετών απαγωγών, μετά την εμπειρία τους εμφανίζουν μία έντονη διάθεση να βοηθήσουν σε υποθέσεις αγνοούμενων παιδιών. Η Τζέισι Λι Ντιούγκαρντ στην Καλιφόρνια, η Νατάσα Κάμπους στην Βιέννη και η Σαμπίν Νταρντέν στο Βέλγιο, έγραψαν όλες τους βιβλία για τις τρομακτικές τους εμπειρίες.
«Η άποψή μας είναι να το αντιμετωπίζεις μέρα με την μέρα. Να επιδιώκεις να επιτύχεις μία νέα φυσιολογική κατάσταση», λέει ο Άλεν. Τα θύματα θα πρέπει επίσης να διαχειριστούν το θέμα των συνεντεύξεων, αν επιλέξουν να μιλήσουν στα μέσα ενημέρωσης, και να αντεπεξέλθουν στην έρευνα της αστυνομίας και την δίκη.
«Δεν υπάρχει κάποια ένεση γι αυτό. Δεν υπάρχει κάποιο χάπι. Δεν είναι κάτι το οποίο θα ξεπεραστεί με πέντε συνεδρίες, λέει ο Άλεν προσθέτοντας ωστόσο ότι «πολλά από αυτά τα παιδιά γίνονται καλύτερα».