Υποψίες για μετάδοση της νέας γρίπης των πτηνών από άνθρωπο σε άνθρωπο δημιουργεί το γεγονός ότι μολονότι, μέχρι στιγμής οι κινεζικές αρχές και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δεν έχουν επιβεβαιώσει τέτοια περιστατικά, εντούτοις αρκετοί από τους ασθενείς δεν είχαν καμία επαφή με πουλερικά.
«Το μυστήριο παραμένει σχετικά με το πώς μολύνθηκαν αυτοί οι άνθρωποι» δήλωσε στα κινεζικά μέσα ο Σενγκ Γκουάνγκ, επικεφαλής του τμήματος Επιδημιολογίας στο κινεζικό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων. Όπως είπε, το 40% των ασθενών δεν είχε ιστορικό επαφής με πουλερικά.
Τις δηλώσεις του Σενγκ για τη μετάδοση του ιού Η7Ν9 επιβεβαίωσε αργότερα στο Reuters ο εκπρόσωπος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) Γκρέγκορι Χαρτλ. «Είναι ένας από τους γρίφους που μένει να λυθούν» είπε.
Σύμφωνα μάλιστα με ανάλυση του ίδιου του πρακτορείου Reuters, μόνο 10 από τα 77 κρούσματα που είχαν αναφερθεί μέχρι την Τρίτη, συμπεριλαμβανομένων 16 θανάτων, αφορά ανθρώπους που είχαν επαφή με πουλερικά.
«Δεδομένου ότι η πηγή των μολύνσεων δεν έχει ελεγχθεί αποτελεσματικά, είναι πιθανό ο αριθμός των κρουσμάτων να συνεχίσει να αυξάνεται», ανέφερε το κινεζικό πρακτορείο Xinhua, επικαλούμενο εκτίμηση της Εθνικής Επιτροπής Υγείας και Οικογενειακού Προγραμματισμού.
Ο ΠΟΥ ανακοίνωσε ότι δεν έχει λάβει ακόμα την απόφαση για την παραγωγή εμβολίου για τον Η7Ν9, δεδομένου ότι ο ιός συνεχίζει να μεταλλάσσεται. Στις ΗΠΑ, πάντως, τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Ασθενειών έχουν ξεκινήσει την ανάπτυξη εμβολίου για την περίπτωση που χρειαστεί.
Πολλά πουλερικά θανατώθηκαν και οι αγορές ζωντανών πουλερικών έκλεισαν στη Σαγκάη και την Κίνα, όπου ορισμένα δείγματα κοτόπουλων βρέθηκαν θετικά. Πολλοί Κινέζοι έχουν πάψει να καταναλώνουν πουλερικά και η ένωση των πτηνοτρόφων εκτιμά τη ζημιά στα 10 δισ. γουάν, περίπου 1,2 δισ. ευρώ.
Σύμφωνα με γενετικές αναλύσεις που πραγματοποιήθηκαν σε τρία θύματα του Η7N9, ο ιός είναι μείγμα τριών διαφορετικών ιών γρίπης των πτηνών, και συνεχίζει τώρα να εξελίσσεται και να προσαρμόζεται στον οργανισμό των θηλαστικών.
Δείγματα του ιού αποστέλλονται τώρα σε γενετικά εργαστήρια που συνεργάζονται με τον ΠΟΥ στο Τόκιο, τη Μελβούρνη, το Λονδίνο, την Ατλάντα και το Μέμφις.