Η Ευρωπαϊκή Ένωση απέτισε φόρο τιμής στη μνήμη της Μάργκαρετ Θάτσερ, λέγοντας ότι «θα μείνει στην Ιστορία» – μεταξύ άλλων – τόσο για την «συνεισφορά», όσο και για τις «επιφυλάξεις» της, σχετικά με το σχέδιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Για μία «πραγματική φίλη» των ΗΠΑ μίλησε ο Αμερικανός πρόεδρος, Μπαράκ Ομπάμα, αποχαιρετώντας την «Σιδηρά Κυρία».

«Με το θάνατο της βαρόνης Μάργκαρετ Θάτσερ, ο κόσμος χάνει έναν από τους μεγάλους υπέρμαχους της ελευθερίας και οι Ηνωμένες Πολιτείες χάνουν μια αληθινή φίλη», ανέφερε ο Ομπάμα σε ανακοίνωσή του, τιμώντας την δέσμευση της πρώην πρωθυπουργού στην αμερικανοβρετανική συμμαχία -γνωστή και ως «ειδική σχέση».

Στο Βερολίνο η Γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ εξήρε τη συνεισφορά της Μάργκαρετ Θάτσερ στην σύγχρονη παγκόσμια ιστορία, χαρακτηρίζοντάς την «εξαιρετική ηγέτιδα της εποχής μας».

Στο Παρίσι ο πρόεδρος Φρανσουά Ολάντ απέτισε και εκείνος φόρο τιμής στη μνήμη της Μάργκαρετ Θάτσερ, υπογραμμίζοντας ότι η σχέση της με τη Γαλλία ήταν «πάντα ειλικρινής και έντιμη».

«Καθ’ όλη τη δημόσια ζωή της, με τις συντηρητικές της πεποιθήσεις τις οποίες στήριζε απολύτως, έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα για την ακτινοβολία του Ηνωμένου Βασιλείου και την υπεράσπιση των συμφερόντων του», σημείωσε ο Γάλλος πρόεδρος, χαιρετίζοντας επίσης την «αποφασιστική της ώθηση» για την κατασκευή της σήραγγας της Μάγχης.

Στη Μαδρίτη ο συντηρητικός πρωθυπουργός Μαριάνο Ραχόι χαιρέτισε την «ακλόνητη δέσμευσή της για την ελευθερία, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου καθώς και τη σθεναρή αποφασιστικότητά της για μεταρρυθμίσεις, που αποτελεί πολύτιμη κληρονομιά για τις σημερινές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις», οι οποίες, όπως «η Μάργκαρετ Θάτσερ στη δεκαετία του ’80, αντιμετωπίζουν πολύπλοκες προκλήσεις που απαιτούν μεγάλες δόσεις φιλοδοξίας και πολιτικού θάρρους».

Από το Τελ Αβίβ ο Ισραηλινός πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε ότι η Θάτσερ «ήταν μια πραγματικά μεγάλη ηγέτιδα, μια γυναίκα με αρχές, αποφασιστικότητα, πεποιθήσεις, δύναμη, μια γυναίκα με μεγαλείο. Ήταν ένθερμη υποστηρίκτρια του Ισραήλ και του Εβραϊκού λαού. Ενέπνευσε μια γενιά πολιτικών ηγετών».

«Ήταν αναμφίβολα μια μεγάλη γυναίκα πολιτικός, η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στη χώρα της, και μια προσεκτική ‘παίκτρια’ που είχε δεσμευτεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση», τόνισε σε ανακοίνωσή του ο Πρόεδρος της Επιτροπής, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο.

«Θα τη θυμόμαστε τόσο για τις συνεισφορές όσο και για τις επιφυλάξεις της όσον αφορά το κοινό μας σχέδιο (για την Ευρώπη)», πρόσθεσε.

Ο Μπαρόζο υπογράμμισε ότι η Θάτσερ «είχε υπογράψει την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη και βοήθησε στη δημιουργία της ενιαίας αγοράς».

«Έπαιξε σημαντικό ρόλο για να φέρει στους κόλπους της ευρωπαϊκής οικογένειας τις χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης, που προηγουμένως βρίσκονταν πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα», πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι κατά τη διάρκεια της θητείας της η Βρετανία είχε «υποστηρίξει» τη διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

«Έκανε πολλά για να διαμορφώσει το Ηνωμένο Βασίλειο, όπως το γνωρίζουμε σήμερα, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού ρόλου του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως την ξέρουμε σήμερα», τόνισε ο Πρόεδρος της Επιτροπής, εκφράζοντας τη «βαθιά του θλίψη προς την κυβέρνηση και το λαό της Βρετανίας».

Από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Μάρτιν Σουλτς δήλωσε ότι η Θάτσερ «σημάδεψε» τη βρετανική και την ευρωπαϊκή πολιτική.

«Παρά τις προφανείς πολιτικές διαφορές μας, η Μάργκαρετ Θάτσερ είναι μια ιστορική προσωπικότητα», τόνισε ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός.

Υπενθύμισε ότι κατά την έναρξη της θητείας της, η Θάτσερ ήταν «ένθερμη υποστηρίκτρια της Ευρώπης», γεγονός που οδήγησε στην υπογραφή και την εφαρμογή της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης το 1986.

«Είτε συμφωνούμε ή διαφωνούμε με τις πολιτικές της, η Μάργκαρετ Θάτσερ έδειξε ότι η πολιτική έχει ακόμη τη ικανότητα να είναι μια δύναμη για την αλλαγή», τόνισε.

Από τη Μόσχα, ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ δήλωσε ότι η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν μια «μεγάλος πολιτικός» που «θα μείνει στην ιστορία».

«Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν μια μεγάλη πολιτική προσωπικότητα και ένας ευφυής άνθρωπος. Θα παραμείνει στη μνήμη και την ιστορία μας», αναφέρει σε δήλωσή του ο Γκορμπατσόφ, ο οποίος συνομιλούσε άμεσα με την Θάτσερ κατά την χρονική περίοδο του τέλους του ψυχρού πολέμου.

«Η Θάτσερ ήταν μια γυναίκα πολιτικός την οποίας ο λόγος είχε μεγάλο βάρος. Η πρώτη μας συνάντηση, το 1984, σηματοδότησε την αρχή των σχέσεων που ήταν δύσκολες και όχι πάντα ήρεμες, ήταν όμως σοβαρές και υπεύθυνες και για τις δύο πλευρές», πρόσθεσε.

«Σταδιακά, ήταν οι ανθρώπινες σχέσεις που δημιουργήθηκαν, οι οποίες είχαν γίνει όλο και πιο φιλικές. Τέλος, καταφέραμε να κατανοήσουμε ο ένας τον άλλον, και αυτό βοήθησε να αλλάξει η ατμόσφαιρα μεταξύ της χώρας μας και της Δύσης και να τεθεί τέρμα στον ψυχρό πόλεμο», σημείωσε.

Ο πατέρας της πολιτικής της «Περεστρόικα», 82 ετών σήμερα, είπε ότι είδε τη Σιδηρά Κυρία για τελευταία φορά «πριν από μερικά χρόνια».

Από την Ουάσινγκτον ο πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χένρι Κίσινγκερ δήλωσε ότι η Θάτσερ ήταν «μια τολμηρή προσωπικότητα, μια γυναίκα που είχε μάθει ότι ένας ηγέτης πρέπει να έχει ισχυρές πεποιθήσεις, επειδή οι άνθρωποι δεν έχουν κανένα τρόπο να αποφασίζουν για τον εαυτό τους, εκτός και αν οι ηγέτες τους δίνουν μια κατεύθυνση για να ακολουθήσουν».

«Δεν πίστευε ότι δουλειά της ήταν να βρίσκει μια συμβιβαστική λύση, αλλά μάλλον να διατηρεί ακράδαντες τις πεποιθήσεις της», τόνισε ο υπουργός Εξωτερικών των κυβερνήσεων Νίξον και Φορντ μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο CNN.

«Συνέχισα να τη βλέπω για δεκαετίες μετά την αποχώρηση από το αξίωμά μου», είπε, αναφερόμενος στην προτίμησή της για συζητήσεις σχετικά με την εξωτερική πολιτική και «την ικανότητά της να εκφράζει ειλικρινά τις απόψεις της διατηρώντας, παράλληλα, ένα ανοιχτό πνεύμα για τα άλλα ζητήματα», ανέφερε, τέλος, ο Κίσινγκερ, που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 1973.

Στο Γιοχάνεσμπουργκ, το Αφρικανικό Εθνικό Κογκρέσο (ANC), το κυβερνών κόμμα στη Νότια Αφρική, αναγνώρισε ότι ήταν «μία εξαιρετική ηγέτιδα», σημειώνοντας ότι «απέτυχε να αναγνωρίσει το ANC ως νόμιμο κόμμα για να κυβερνήσει, αν και δεν ήταν στο ίδιο μήκος κύματος με τον βρετανικό λαό για το θέμα αυτό, όμως πολύ νερό κύλησε κάτω από τις γέφυρες από τότε».