Οι περισσότερες χώρες, ανάμεσά τους πολλές από τις πρωταγωνίστριες στο διεθνές εμπόριο όπλων, δεν διαθέτουν επαρκείς μηχανισμούς για την πρόληψη της διαφθοράς στον τομέα της άμυνας, σύμφωνα με μια έρευνα του παραρτήματος της μη κυβερνητικής οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια στη Βρετανία που δόθηκε χθες στην δημοσιότητα.
Η Γερμανία και η Αυστραλία είναι οι μόνες από τις 82 χώρες που συμπεριέλαβε η έρευνα που κρίθηκε ότι διαθέτουν ισχυρούς μηχανισμούς αποτροπής της διαφθοράς σε ισχύ.
Οι 57 χώρες-ή σχεδόν το 70%-διαθέτουν ανεπαρκείς μηχανισμούς ελέγχου και αντιμετώπισης της διαφθοράς, σύμφωνα με την έρευνα αυτή.
Οι κυβερνήσεις κατατάχθηκαν με βάση κριτήρια όπως ο κοινοβουλευτικός έλεγχος των δαπανών για την άμυνα αλλά και οι προδιαγραφές που τίθενται για τις εταιρείες της αμυντικής βιομηχανίας.
Οι συνολικά 82 χώρες που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της έρευνας αυτής αντιπροσώπευαν το 94% των συνολικών στρατιωτικών δαπανών για το 2011 παγκοσμίως, η αξία των οποίων υπολογίστηκε πως ανήλθε σε 1,6 τρισεκ. δολάρια. Το συνολικό κόστος της διαφθοράς στον τομέα της άμυνας υπολογίζεται ότι ξεπερνά τα 20 δισεκ. δολάρια το χρόνο, βάσει των υπολογισμών της ΜΚΟ.
Ο Μαρκ Πάιμαν, διευθυντής του Προγράμματος Άμυνας και Ασφάλειας του παραρτήματος της Διεθνούς Διαφάνειας στη Βρετανία, είπε πως ελπίζει η έρευνα αυτή να ωθήσει τις κυβερνήσεις να βελτιώσουν τις πολιτικές τις οποίες εφαρμόζουν για την αντιμετώπιση της διαφοράς.
Η διαφθορά είναι επικίνδυνη διότι οι στρατιώτες «μπορεί κάλλιστα να καταλήξουν να έχουν εξοπλισμό που δεν λειτουργεί» κι αποτελεί κατασπατάληση δημόσιου χρήματος, σημείωσε ο ίδιος.
«Ειδικά σε εποχές λιτότητας η ιδέα ότι είναι κατά κάποιο τρόπο αποδεκτό να υπάρχει διαφθορά στο πεδίο της άμυνας, διότι έτσι ήταν πάντα, είναι εξοργιστική», πρόσθεσε ο Πάιμαν.
Ανεπάρκεια των μηχανισμών αντιμετώπισης της διαφθοράς καταγράφηκε στα δύο τρίτα των κρατών που κάνουν τις μεγαλύτερες εισαγωγές όπλων και στα μισά από τα κράτη που κατατάσσονται στις πρώτες θέσεις στις εξαγωγές όπλων, ανέφερε η Διεθνής Διαφάνεια.
Η Κίνα, η Ρωσία και το Ισραήλ, χώρες που βρίσκονται σε υψηλές θέσεις στις εξαγωγές όπλων διεθνώς, χαρακτηρίζονται κράτη υψηλού κινδύνου σε ό,τι αφορά την διαφθορά στον τομέα της άμυνας. Από την άλλη πλευρά η Ινδία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σιγκαπούρη, η Ταϊλάνδη και η Τουρκία–χώρες που προβαίνουν σε μεγάλες εισαγωγές όπλων–επίσης κατατάσσονται στις περιπτώσεις “υψηλού κινδύνου” εμφάνισης διαφθοράς. Σε εννέα χώρες, στην Αλγερία, την Αγκόλα, το Καμερούν, τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, την Αίγυπτο, την Ερυθραία, τη Λιβύη, τη Συρία και την Υεμένη, η κατάσταση θεωρείται “κρίσιμη” και δεν υφίστανται ούτε οι πιο βασικοί μηχανισμοί ελέγχου και λογοδοσίας. “Πολύ υψηλό κίνδυνο” αντιμετωπίζουν επίσης χώρες όπως το Αφγανιστάν, το Μπαχρέιν, το Ιράν, οι Φιλιππίνες, το Κατάρ, η Σαουδική Αραβία και η Σρι Λάνκα, σύμφωνα με την έρευνα.
Η Διεθνής Διαφάνεια θεωρεί ότι «χαμηλό κίνδυνο» διαφθοράς αντιμετωπίζουν χώρες όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία, η Σουηδία και η Νότια Κορέα, ενώ στην κατηγορία του «μέσου» κινδύνου κατατάσσει χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία και η Πολωνία.
Στην έρευνα λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο ο κίνδυνος διαφθοράς στις εξοπλιστικές συμβάσεις, αλλά και η ενδεχόμενη διασπάθιση κεφαλαίων από αμυντικούς προϋπολογισμούς και η διαφθορά στις ίδιες τις ένοπλες δυνάμεις.
Οι κυβερνήσεις που συμφώνησαν να συμμετάσχουν στην έρευνα είχαν την δυνατότητα να εξετάσουν τα ευρήματα της ΜΚΟ πριν από την δημοσίευσή της.
Ένα αποτέλεσμα της έρευνας το οποίο σύμφωνα με τον Πάιμαν προκαλεί «σοκ» είναι πως στις μισές από τις χώρες που συμπεριλήφθηκαν στην έρευνα, ο προϋπολογισμός για την άμυνα δεν δίνεται καν στην δημοσιότητα ή δεν περιέχει καμιά ουσιαστική πληροφόρηση για τις δαπάνες. Μόλις στο 12% των κρατών διαπιστώθηκε η ύπαρξη «αποτελεσματικών» μηχανισμών κοινοβουλευτικού ελέγχου των εξοπλιστικών συμβάσεων, ενώ σε ελάχιστες χώρες έχουν θεσπιστεί μέτρα προστασίας όσων καταγγέλλουν φαινόμενα διαφθοράς στον τομέα της άμυνας.