Ο ΙΡΑ ήταν μια ομάδα αντιφρονούντων που ανέλαβε ένοπλη δράση για πάνω από 3 δεκαετίες για να αποτινάξει τον βρετανικό ζυγό από τη Βόρεια Ιρλανδία, πριν αποκηρύξει τελικά τη βία.

Τα μέλη του έβλεπαν τους εαυτούς τους ως άμεσους απογόνους του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού, που είχε αγωνιστεί στον ιρλανδικό πόλεμο για ανεξαρτησία στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ήταν στη δεκαετία του ’60 λοιπόν, με τις δραστηριότητες του παλιού ΙΡΑ να έχουν συρρικνωθεί, που οι ακτιβιστές των πολιτικών δικαιωμάτων διαδήλωναν ενάντια στις αντι-καθολικές διακρίσεις στη Βόρεια Ιρλανδία.

Η Βασιλική Χωροφυλακή, η αστυνομική δύναμη της βρετανικής επαρχίας, απάντησε βίαια στις ειρηνικές διαδηλώσεις, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση του Λονδίνου παρέταξε τον Στρατό για να αποκαταστήσει την τάξη.

Το 1969 ο ΙΡΑ, αμήχανος μπροστά στην κλιμακούμενη βία και αβέβαιος για τη δράση του, θα διασπαστεί σε δύο ομάδες: τον μαρξιστικό και με έδρα το Δουβλίνο επίσημο ΙΡΑ, ο οποίος κήρυττε την ειρηνική επιδίωξη μιας ενωμένης Ιρλανδίας, και τον προσωρινό ΙΡΑ, ο οποίος επιδίωκε τον ίδιο στόχο μέσω βίαιων όμως μέσων.

Η γέννηση του τρομοκρατικού ΙΡΑ

Μετά τα αιματοβαμμένα γεγονότα της Ματωμένης Κυριακής (Bloody Sunday) του 1972, όταν βρετανοί στρατιώτες σκότωσαν 14 άοπλους διαδηλωτές στο Londonderry, ο επίσημος ΙΡΑ ξεθώριασε, με την υποστήριξη στην προσωρινή πτέρυγα του ΙΡΑ να γιγαντώνεται.

Γνωστοί ως «Provos» ή απλά πλέον ΙΡΑ, η ομάδα θα εξαπολύσει μια σειρά από βίαιες επιθέσεις, βομβιστικά χτυπήματα και πολιτικές δολοφονίες, σε μια προσπάθεια να ανατρέψει την προτεσταντική κυβέρνηση και να αναγκάσει τη Βόρεια Ιρλανδία να εγκαταλείψει το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το 1979, βομβιστικό χτύπημα του ΙΡΑ θα σκοτώσει τον Louis Mountbatten, τον αριστοκράτη που είχε υπηρετήσει ως τελευταίος αντιβασιλέας στην αποικιοκρατική Ινδία, ενώ το 1984 η πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ μόλις που θα γλιτώσει τον τραυματισμό σε άλλη μια επίθεση του ΙΡΑ στο συνέδριο του Συντηρητικού Κόμματος στο Μπράιτον.

Στη Βόρεια Ιρλανδία, την ίδια εποχή, ο ΙΡΑ αντιμάχεται λυσσαλέα τον βρετανικό στρατό, στρέφει ωστόσο τα βέλη του και ενάντια στις παραστρατιωτικές ομάδες των «νομιμοφρόνων», οι οποίες περιφρουρούσαν τη βρετανική ηγεμονία στη Ιρλανδία. Σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις, η ένοπλη τρομοκρατική δράση του ΙΡΑ από τη δεκαετία του ’60 θα στερήσει τη ζωή σε 1.800 ανθρώπους, ανάμεσα στους οποίους και 650 πολίτες.

Το τέλος του επίσημου ΙΡΑ και η δημιουργία νέων τρομοκρατικών παρακλαδιών

Παρά το γεγονός ότι ο ΙΡΑ απολάμβανε την υποστήριξη μεγάλης μερίδας Βορειοϊρλανδών στη δεκαετία του ’70, οι μεταρρυθμίσεις που εισήγαγαν οι Βρετανοί στη χώρα θα βελτίωνε την οικονομική κατάσταση των ιρλανδών εθνικιστών της Βόρειας Ιρλανδίας, μειώνοντας καθοριστικά την υποστήριξη στους αντιφρονούντες.

Στη δεκαετία του ’90, με τον ΙΡΑ σχεδόν απομονωμένο και αποκομμένο από την ευρεία κοινωνική συναίνεση, θα ξεκινήσει μια σειρά συνομιλιών με τη βρετανική κυβέρνηση. Η κατάπαυση του πυρός που υποσχέθηκε ο ΙΡΑ τέθηκε σε ισχύ το 1997, ενώ την επόμενη χρονιά οι κύριες πολιτικές δυνάμεις της Βόρειας Ιρλανδίας, περιλαμβανομένης της πολιτικής πτέρυγας του ΙΡΑ, Σιν Φέιν, θα αποκήρυσσαν τη βία. Το τέλος του τρομοκρατικού ΙΡΑ είχε έρθει: το 2005 ο ΙΡΑ θα αφοπλιστεί μια για πάντα, όχι ωστόσο χωρίς παρατράγουδα.

Η προσέγγιση του ΙΡΑ με τη βρετανική κυβέρνηση θα οδηγήσει σε διασπαστικές κινήσεις στο εσωτερικό του, με νέες εξτρεμιστικές ομάδες να ξεπηδούν (όπως ο Real IRA και ο Continuity IRA) από την οργάνωση, αποφασισμένες να συνεχίσουν τον ένοπλο αγώνα και να ανατρέψουν τα αποτελέσματα της συνεχιζόμενης πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Οι αναλυτές και οι υπηρεσίες της αντιτρομοκρατικής συμφωνούν ότι ο Real IRA και ο Continuity IRA ασπάζονταν τις ίδιες ιδέες και, παρά τη φαινομενική τους αντιπαλότητα, είχαν συνεργαστεί στον σχεδιασμό και την εκτέλεση μιας σειράς βίαιων επιθέσεων. Ο Real ΙRA μάλιστα θα εκτελέσει τη βομβιστική επίθεση του 1998 στο Omagh, το χειρότερο μεμονωμένο χτύπημα στην ιστορία των ιρλανδικών μπελάδων, με 29 ανθρώπους να χάνουν τη ζωή τους.

Τον Μάρτιο του 2009, οι δύο νέες πτέρυγες του ΙΡΑ θα αναλάβουν την ευθύνη σε μια σειρά δολοφονιών που θα βυθίσουν στο πένθος τη Βόρεια Ιρλανδία και θα ξυπνήσουν μνήμες του παρελθόντος: ο Real IRA κρυβόταν πίσω από την επίθεση που θα άφηνε δύο βρετανούς στρατιώτες νεκρούς στις 8 Μαρτίου, ενώ ο Continuity IRA έστειλε τους εκτελεστές του να δολοφονήσουν έναν αστυνομικό μέσα στο περιπολικό του δύο μέρες αργότερα.

Προσπάθεια συμφιλίωσης

Παρά το γεγονός ότι οι διασπαστικές ομάδες υπονόμευαν ανοιχτά τις συνομιλίες του -άοπλου πλέον- ΙΡΑ με τη βρετανική κυβέρνηση, οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν. Τον Ιούνιο του 2012, η βασίλισσα Ελισάβετ θα επισκεφτεί τη Βόρεια Ιρλανδία ως μέρος των εορτασμών των 60 χρόνων της στον θρόνο της Βρετανίας. Κι ενώ η βασίλισσα δεν διαθέτει επίσημη πολιτική δύναμη, η συμβολική της επίσκεψης ήταν τεράστιας σημασίας για τη συμφιλίωση των δύο κρατών.

Σε μια πράξη μάλιστα που λίγα χρόνια πριν θα φαινόταν αδιανόητη, η βασίλισσα έσφιξε στο Μπέλφαστ το χέρι του Martin McGuinness, του αλλοτινού διοικητή του ΙΡΑ! Η χειρονομία αντιπροσώπευσε ένα αξιοσημείωτο σημάδι συμφιλίωσης και για τις δύο πλευρές, καθώς η βασίλισσα είναι ο (τιμητικός) αρχηγός των βρετανικών στρατευμάτων.

Από την εποχή της κατάπαυσης του πυρός του ΙΡΑ, ο πρώην διοικητής McGuinness έχτισε σιγά σιγά μια πολιτική καριέρα, και εκτελεί πλέον καθήκοντα αναπληρωτή πρωθυπουργού στην κυβέρνηση της Βόρειας Ιρλανδίας. Ο Gerry Adams, ο πρόεδρος του Σιν Φέιν, του πολιτικού βραχίονα του ΙΡΑ πριν από τη διάλυσή του, χαιρέτισε τη χειραψία βασίλισσας και McGuinness ως «το σωστό πράγμα να έπρεπε να κάνουν, στη σωστή εποχή και για τους σωστούς λόγους».

Παρά την αισιοδοξία για την εξομάλυνση των σχέσεων Βρετανών και Ιρλανδών, υπάρχουν ακόμα και σήμερα φωνές που τονίζουν τις πολιτικές και συναισθηματικές διακρίσεις των ταραγμένων σχέσεων της Βόρειας Ιρλανδίας και της «μαμάς» Βρετανίας.

Τη μέρα μάλιστα πριν από τη βαρυσήμαντη χειραψία, η αστυνομία επιδόθηκε σε ανταρτοπόλεμο με ομάδες νεαρών που πετούσαν μολότοφ διαδηλώνοντας κατά της βασιλικής επίσκεψης, ανασύροντας μνήμες από το τρικυμιώδες παρελθόν της χώρας. Η βία δεν λέει να εγκαταλείψει την καθημερινότητα σε μια πόλη χωρισμένη ακόμα σε θρησκευτικές ζώνες με οδοφράγματα και τείχη «ειρήνης»…

Διαβάστε επίσης για την τρομοκρατική οργάνωση Μπάαντερ-Μάιχνοφ της Γερμανίας και τις Ερυθρές Ταξιαρχίες της Ιταλίας.