Στις 5 Σεπτεμβρίου 1977, μια γυναίκα με ένα καροτσάκι μπαίνει μπροστά από ένα αυτοκίνητο σε πολυσύχναστο δρόμο της Κολωνίας. Ο οδηγός, που μεταφέρει έναν από τους πλέον ισχυρούς βιομηχάνους της Δυτικής Γερμανίας, αναγκάζεται να φρενάρει.
Η γυναίκα ανασύρει από το καροτσάκι δύο πυροβόλα όπλα, την ώρα που οι συνεργοί της -που ακολουθούσαν πίσω της- βγάζουν από το αυτοκίνητο τον Hanns Martin Schleyer: οι σωματοφύλακές του σκοτώνονται επιτόπου, ενώ έναν μήνα αργότερα η σορός του επιχειρηματία θα βρεθεί σε πορτμπαγκάζ αυτοκινήτου…
Ο Schleyer είναι ένα μόνο από τα 30 και πλέον ονόματα που περιλαμβάνονται στη λίστα με τους εκτελεσθέντες της οργάνωσης Baader-Meinhof -ή «Φράξια Κόκκινος Στρατός», όπως θα γίνει κατόπιν γνωστή-, κατά τη διάρκεια της τρομοκρατικής της δράσης εναντίον του γερμανικού κατεστημένου αλλά και υψηλόβαθμων αμερικανών στρατιωτικών, που θα ξεκινούσε στα τέλη της δεκαετίας του ’60.
Γεννημένη από ριζοσπαστικά φοιτητικά κινήματα της εποχής, η γερμανική RAF (Rote Armee Fraktion) αποτελούνταν κυρίως από νέους της μεσαίας τάξης, που έβλεπαν τον εαυτό τους να μάχεται το δυτικογερμανικό καπιταλιστικό μόρφωμα, το οποίο στα μάτια τους ήταν μια απλή μετενσάρκωση του Τρίτου Ράιχ.
Στον κολοφώνα της δημοτικότητάς της, περίπου ένας στους τέσσερις νεαρούς Δυτικογερμανούς εξέφραζε μιας μορφής συμπάθεια για την οργάνωση, την ώρα που εκείνοι που καταδίκαζαν τις πρακτικές της αναγνώριζαν την απέχθεια της RAF για τη νέα τάξη πραγμάτων, ιδιαίτερα για το γεγονός ότι πρώην στελέχη των Ναζί διαδραμάτιζαν πλέον σημαίνοντα ρόλο στα τεκταινόμενα.
Όσο για αυτούς που επέμειναν να βλέπουν τα μέλη της ως μηδενιστές δολοφόνους, η RAF δεν ήταν παρά μια οργάνωση διψασμένη για δράση, χωρίς ωστόσο πραγματικούς πολιτικούς στόχους και ιδεολογικό περίβλημα…
Η Baader-Meinhof σχηματίζεται
Ήταν το 1967 όταν νεαρός ακτιβιστής σκοτώθηκε από την αστυνομία κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στο Βερολίνο -εναντίον της επίσκεψης του σάχη του Ιράν-, που ο Αντρέας Μπάαντερ συνειδητοποίησε ότι οι μεταπολεμικές Αρχές της χώρας ήταν λίγο μόνο καλύτερες από το καθεστώς που είχαν αντικαταστήσει.
Υποσχόμενος να αντιπαρατεθεί βίαια με την ασυδοσία, ο Μπάαντερ θα ξεκινήσει το 1968 την αιματοβαμμένη εκστρατεία του με δύο αυτοσχέδιες βόμβες σε πολυκαταστήματα της Φρανκφούρτης.
Ο Μπάαντερ θα συλληφθεί και θα φυλακιστεί, θα καταφέρει ωστόσο να αποδράσει το 1970 με τη βοήθεια της Ουλρίκε Μάινχοφ, μιας δημοσιογράφου της άκρας αριστεράς: η οργάνωση Baader-Meinhof γεννιέται στη δημόσια σφαίρα. Ο Horst Mahler, ο σοσιαλιστής δικηγόρος που είναι πλέον ηγετική μορφή στο γερμανικό νεοναζιστικό κόμμα, ήταν μάλιστα ενεργό μέλος της Baader-Meinhof κατά την πρώτη φάση της τρομοκρατικής οργάνωσης.
Το 1970, πολυάριθμα μέλη της οργάνωσης θα κατευθυνθούν στην Ιορδανία, όπου θα «θητεύσουν» σε στρατόπεδο εκπαίδευσης της PLO (Παλαιστινιακή Απελευθερωτική Οργάνωση) σε τεχνικές τρομοκρατίας. Τα επόμενα δύο χρόνια η οργάνωση θα περάσει τον χρόνο της ληστεύοντας τράπεζες και τοποθετώντας βόμβες σε κτίρια της Γερμανίας.
Ο Μπάαντερ θα συλλαμβανόταν ωστόσο και πάλι, με τους συνεργούς του Jan-Carl Raspe και Holger Meins, κατά τη διάρκεια τρομοκρατικού χτυπήματος στη Φρανκφούρτη την 1η Ιουνίου 1972, ενώ μία εβδομάδα αργότερα θα συλληφθεί και η συμβία του Μπάαντερ, Gudrun Ensslin. Λίγο αργότερα, στα μέσα Ιουνίου, θα πιαστεί και η Μάινχοφ…
Η κληρονομιά της Baader-Meinhof
Μια δεύτερη γενιά εξτρεμιστών θα αναλάβει τώρα τον αγώνα κατά του κατεστημένου, εκτελώντας μια σειρά από τις πλέον αιματοβαμμένες και «ηχηρές» επιθέσεις που γνώρισε ποτέ η Γερμανία, στην προσπάθειά τους να απελευθερώσουν οι Αρχές τους ήρωές τους: η δίκη των μελών της Baader-Meinhof, μια από τις πλέον πολύκροτες, μακροχρόνιες και πολυδάπανες δικαστικές διαμάχες της χώρας, ξεκίνησε το 1975.
Την ίδια χρονιά, η Πρεσβεία της Γερμανίας στη Σουηδία θα δεχτεί επίθεση: δύο από τους ομήρους, ακόλουθοι της πρεσβείας, θα εκτελούνταν κατά την 11ωρη πολιορκία του κτιρίου, μετά την άρνηση του καγκελάριου Helmut Schmidt να ενδώσει στις απαιτήσεις των τρομοκρατών.
Εν τω μεταξύ, την ώρα που εκδικαζόταν η υπόθεση της Baader-Meinhof, η Μάινχοφ θα βρισκόταν κρεμασμένη στο κελί της, γεγονός που πυροδότησε κύμα θεωριών συνωμοσίας για τον θάνατό της. Τα πεπραγμένα της δίκης θα ολοκληρώνονταν την επόμενη χρονιά, με τους 3 εναπομείναντες κατηγορούμενους να καταδικάζονται σε ισόβια κάθειρξη για τα πολυάριθμα αδικήματά τους.
Κι όμως, μια νέα σειρά δολοφονιών είχε ήδη ξεκινήσει, με τον κύκλο του αίματος να μένει ανοιχτός: στις 7 Απριλίου 1977, ο γενικός εισαγγελέας Siegfried Buback θα δολοφονούταν στην Καρλσρούη από ομάδα μοτοσικλετιστών. Τρεις μόνο μήνες αργότερα, ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας της Δρέσδης, Juergen Ponto, θα εκτελούταν στο σπίτι του στη Φρανκφούρτη.
Ήταν ωστόσο τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου και η απαγωγή του Schleyer, ηγετικού στελέχους της Γερμανικής Ένωσης Εργαζομένων και πρώην ναζιστή, που θα πυροδοτούσαν μια σειρά από συμβάντα που θα γίνονταν γνωστά ως «Γερμανικό Φθινόπωρο»…
Αεροπειρατεία, εκβιασμός, αυτοκτονίες
Οι απαγωγείς του Schleyer πρόσφεραν την απελευθέρωσή του με αντάλλαγμα τον Μπάαντερ, την Ensslin και 9 ακόμα κρατούμενους-μέλη της οργάνωσης. Την ώρα μάλιστα που οι διαπραγματεύσεις έδιναν και έπαιρναν, άραβες συμπαθούντες ολοκλήρωναν το σχέδιό τους να κάνουν αεροπειρατεία σε αεροπλάνο που μετέφερε γερμανούς τουρίστες από τη Μαγιόρκα στη Φρανκφούρτη, ως έναν ακόμα μοχλό πίεσης στις Αρχές.
Το μοιραίο αεροπλάνο, που θα καταληφθεί στις 13 Οκτωβρίου, θα μεταφερθεί αρχικά στην Ιταλία, μετά την Κύπρο, το Μπαχρέιν και το Ντουμπάι, πριν προσγειωθεί τελικά στη Μογκαντίσου, όπου ο πιλότος θα εκτελεστεί από τους αεροπειρατές. Λίγο αργότερα, οι γερμανικές ειδικές δυνάμεις θα εφορμούσαν στο αεροπλάνο, σκοτώνοντας 3 από τους εισβολείς και απελευθερώνοντας τους ομήρους.
Η επιτυχία της αποστολής διάσωσης έμενε να επαναβεβαιώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην κυβέρνησή τους και τη χώρα, που έμοιαζε έρμαιο της τρομοκρατίας. Ταυτόχρονα, η νίκη των Αρχών θα σήμαινε και το τέλος των αρχηγών της οργάνωσης στη φυλακή: καθώς ξέσπασαν τα νέα, οι Μπάαντερ, Ensslin και Raspe θα αυτοκτονούσαν, παρά το γεγονός ότι υπάρχει ακόμα γενικευμένη αμφισβήτηση για το πώς βρέθηκαν τα όπλα στη φυλακή. Την επόμενη μέρα οι απαγωγείς του Schleyer ανακοίνωναν ότι τον είχαν σκοτώσει…
Η κομμουνιστική βοήθεια
Το αν υπήρξε ποτέ πολιτική και ιδεολογική διάσταση πίσω από τις δολοφονίες της οργάνωσης στη δεκαετία του ’70 δεν είναι ξεκάθαρο. Μέχρι το 1977, η απελευθέρωση των ηγετών της RAF είχε γίνει ο Νο 1 σκοπός της οργάνωσης.
Κάποιοι αναλυτές πιστεύουν ότι ο απώτερος σκοπός της RAF ήταν η πίεση στο κράτος μέχρι το σημείο της πλήρους διάλυσής του, με τον τρόμο που έσπειραν να αποσκοπεί στη μήνη των δεξιών και την πρόκληση κάποιας μορφής εμφυλίου πολέμου.
Κι ενώ η RAF γνώριζε αρχικά μιας μορφής «αναγνώριση» στο λαϊκό αίσθημα, σύντομα θα απομονωθεί όσο τα χρόνια περνούσαν, παρά το γεγονός ότι βρήκε απρόσμενη βοήθεια στην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, όπου και κατέφυγαν μια σειρά από μέλη της οργάνωσης για να βρουν καταφύγιο.
Οι τρομοκρατικές επιθέσεις συνεχίστηκαν στη δεκαετία του ’80, η ομάδα είχε ωστόσο απολέσει για τα καλά το είδος της «αίγλης» που απολάμβανε το ’70. Το μεγαλοστέλεχος της βιομηχανίας όπλων Ernst Zimmermann εκτελέστηκε από τη RAF το 1985, την ίδια χρονιά που βομβιστική επίθεση σε αμερικανική βάση θα σκότωνε δύο ακόμα ανθρώπους. Τον επόμενο χρόνο, ο διευθυντής της Siemens, Karl-Heinz Beckurts, θα έχανε τη ζωή του σε τρομοκρατικό χτύπημα της RAF.
H πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989 αποδυνάμωσε την οργάνωση καθοριστικά. Έπειτα από μια μακρά περίοδο «χειμερίας νάρκης», η Φράξια Κόκκινος Στρατός ανακοίνωσε στις 20 Απριλίου 1998 την οριστική της διάλυση.
Στην προκήρυξη του τέλους της, η RAF περιορίστηκε απλά να σημειώσει: «Η επανάσταση λέει: ήμουν, είμαι και θα ξαναγίνω»…