Με κυρώσεις απειλεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις χώρες που αρνούνται να δεχθούν πρόσφυγες από την Ιταλία και την Ελλάδα, ζητώντας παράλληλα να ληφθούν πιο αυστηρά μέτρα σε εθνικό επίπεδο κατά των παράτυπων μεταναστών.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα η Κομισιόν ζήτησε να επιταχυνθούν οι απελάσεις, «με την άμεση σύναψη» συμφωνιών επανεισδοχής με τη Νιγηρία ή την Τυνησία και την κράτηση «ατόμων τα οποία έχουν ενημερωθεί ότι έχει ληφθεί απόφαση για την απέλασή τους», αν «υπάρχει κίνδυνος φυγής».
«Είναι καθήκον μας να μπορούμε να λέμε ξεκάθαρα στους πρόσφυγες, στους εταίρους μας σε τρίτες χώρες και στους συμπολίτες μας ότι αν άνθρωποι έχουν ανάγκη, θα τους βοηθήσουμε, διαφορετικά θα πρέπει να επιστρέψουν», τόνισε ο πρώτος αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Φρανς Τίμερμανς.
Περίπου 13.500 αιτούντες άσυλο έχουν μέχρι στιγμής μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα και την Ιταλία (εκ των οποίων περίπου 9.600 από την Ελλάδα), την ώρα που οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είχαν δεσμευθεί τον Σεπτέμβριο του 2015 να μετεγκατασταθούν έως και 160.000 σε διάστημα δύο ετών.
Το σχέδιο αυτό είχε στόχο να δείξει την αλληλεγγύη της ΕΕ προς τους πρόσφυγες που φεύγουν για να γλιτώσουν από τον πόλεμο και να μειώσει τη μεγάλη πίεση που δέχονται Αθήνα και Ρώμη.
Όμως η Ουγγαρία, η Αυστρία και η Πολωνία «εξακολουθούν να αρνούνται να συμμετάσχουν στο πρόγραμμα», ενώ άλλες χώρες (η Τσεχία, η Βουλγαρία, η Κροατία και η Σλοβακία) «συμμετέχουν μερικώς», κατήγγειλε η Επιτροπή.
Αν οι χώρες μέλη «δεν εντατικοποιήσουν τις μετεγκαταστάσεις σύντομα», η Επιτροπή «δεν θα διστάσει να κάνει χρήση των δικαιωμάτων που της δίνουν οι Συνθήκες», επεσήμανε, αναφερόμενη στη διαδικασία παράβασης που προβλέπεται στο ευρωπαϊκό δίκαιο.
Οι Βρυξέλλες παρουσίασαν επίσης σήμερα «ένα σχέδιο δράσης», προκειμένου να απελαύνονται πολύ πιο συστηματικά οι μετανάστες που δεν έχουν δικαίωμα να λάβουν άσυλο.
Η Κομισιόν προτείνει παράλληλα στα κράτη μέλη να μειώσουν την προθεσμία που έχουν οι μετανάστες για να ασκήσουν έφεση κατά των αποφάσεων για την απέλασή τους.
Επίσης προτείνει να τεθούν στη διάθεση των χωρών μελών 200 εκατομμύρια ευρώ το 2017 «για να υποστηρίξουν τα εθνικά μέτρα αναφορικά με τις απελάσεις καθώς και τις κοινές, ευρωπαϊκές ενέργειες».
Οι διαπραγματεύσεις επεισδοχής με τρίτες χώρες θα πρέπει να επιταχυνθούν, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «με την άμεση ολοκλήρωση» των συνομιλιών με τη Νιγηρία, την Τυνησία και την Ιορδανία και «την έναρξη διαλόγου με το Μαρόκο και την Αλγερία».