Ένας τζιχαντιστής από το Μάλι ζήτησε σήμερα συγνώμη από τους συμπατριώτες του κατά την έναρξη της ιστορικής δίκης του στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο, παραδεχόμενος την ενοχή του για την καταστροφή μαυσωλείων στο Τιμπουκτού που περιλαμβάνονται στην Παγκόσμια Πολιτιστική Κληρονομιά και κάλεσε τους μουσουλμάνους να μη μιμηθούν τις «διαβολικές» αυτές πράξεις.
Η δίκη του Τουαρέγκ Άχμαντ Αλ Φάκι Αλ Μάχντι, που αναμένεται να διαρκέσει μια εβδομάδα, είναι η πρώτη που διεξάγεται για καταστροφή πολιτιστικής κληρονομιάς, η πρώτη που ένας κατηγορούμενος παραδέχεται την ενοχή του, η πρώτη για έναν τζιχαντιστή και η πρώτη που έχει σχέση με τη σύγκρουση στο Μάλι.
«Κύριε Πρόεδρε, με λύπη λέω ότι όλα όσα άκουσα μέχρι τώρα είναι αληθινά και περιγράφουν τα πραγματικά γεγονότα, παραδέχομαι την ενοχή μου», δήλωσε ο 40χρονος Αλ Μάχντι, μετά την ανάγνωση των κατηγοριών. «Τους ζητώ συγνώμη και τους ζητώ να με θεωρήσουν ένα παιδί που έχασε τον δρόμο του».
«Στέκομαι ενώπιόν σας μέσα σε αυτή την αίθουσα γεμάτος τύψεις και λύπη», πρόσθεσε: «Είμαι συντετριμμένος για τις πράξεις μου και όλες αυτές τις προκαταλήψεις, γι’ αυτά που προκάλεσα στα αγαπημένα μου πρόσωπα, στους αδελφούς μου, στη μητέρα πατρίδα, τη Δημοκρατία του Μάλι, και στα μέλη της ανθρωπότητας στις τέσσερις γωνιές του πλανήτη».
Ο Αλ Μάχντι, που πέρασε από τους αμμόλοφους της Σαχάρας σε αυτούς της Βόρειας Θάλασσας, στις ακτές της οποίας βρίσκεται το ΔΠΔ, κατηγορείται ότι «σκόπιμα διηύθυνε τις επιθέσεις» εναντίον εννέα μαυσωλείων στο Τιμπουκτού και εναντίον της πύλης του τεμένους Σίντι Γιάχια μεταξύ 30ης Ιουνίου και 11ης Ιουλίου του 2012.
Ο κατηγορούμενος, που φορούσε κοστούμι στο δικαστήριο, υποσχέθηκε ότι «αυτό το λάθος που διέπραξα θα είναι το πρώτο και το τελευταίο».
Το Τιμπουκτού, που ιδρύθηκε τον 5ο αιώνα από φυλές Τουαρέγκ, αντλώντας την ευημερία του από την εμπορική δραστηριότητα με τα καραβάνια, έγινε μεγάλο κέντρο διανόησης του Ισλάμ και γνώρισε το απόγειό του τον 15ο αιώνα.
Ο Αλ Μάχντι στράφηκε από πολύ μικρή ηλικία στη μελέτη του Κορανίου. Αυτός ο πρώην διευθυντής σχολείου περιγράφεται στην περιοχή ως ένας «συνεσταλμένος άνδρας» που έγινε ο «σερίφης της πόλης».
Ως αρχηγός της Χίσμπαχ, της ισλαμικής ταξιαρχίας ηθών, φέρεται να διέταξε και να έλαβε μέρος στις επιθέσεις εναντίον των μαυσωλείων, τα οποία οι εξτρεμιστές κατέστρεψαν με αξίνες και τσάπες.
Η κατηγορούσα αρχή δηλώνει ότι ο άνδρας αυτός ήταν μέλος της Άνσαρ Ντιν, η οποία ανήκει στις τζιχαντιστικές οργανώσεις που έχουν διασυνδέσεις με την Αλ Κάιντα και ήλεγχαν το βόρειο Μαλί σχεδόν επί δέκα μήνες το 2012, πριν μεγάλο μέρος τους εκδιωχθεί από τις δυνάμεις της διεθνούς επέμβασης που άρχισε τον Ιανουάριο του 2013.
Η κατηγορούσα αρχή, σε συμφωνία με την υπεράσπιση, θα ζητήσει ποινή κάθειρξης μεταξύ 9 και 11 ετών, δήλωσε μέλος του γραφείου του εισαγγελέα.
Ο κατηγορούμενος δεσμεύτηκε να μην ασκήσει έφεση αν η καταδικαστική απόφαση είναι «σε αυτή την κλίμακα», διευκρίνισε ένας από τους δικηγόρους του, ο Ζαν-Λουί Ζιλισέν.
Ο Αλ Μάχντι δήλωσε επίσης ότι εκείνη την εποχή ήταν «υπό την επήρεια μιας ομάδας ηγετικών στελεχών της Αλ Κάιντα και της Ανσαρ Ντιν, είχα υποκύψει στις πιέσεις τους όπως σε μια ανεμοθύελλα».
«Έχω ακόμη να στείλω ένα μήνυμα σε όλους τους μουσουλμάνους όλου του κόσμου: να αντισταθούν σε αυτού του είδους τις ενέργειες των οποίων οι συνέπειες δεν έχουν όρια και από τις οποίες δεν υπάρχουν οφέλη», τόνισε.