Την ανάγκη δημιουργίας δομών υποδοχής για τους πρόσφυγες υπογραμμίζουν σήμερα η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR) και ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), συναινώντας στην διαπίστωση ότι η Ευρώπη «έχει την ικανότητα και την εμπειρία» να την αντιμετωπίσει, και απευθύνουν έκκληση στην ΕΕ να προχωρήσει πέραν των βραχυπρόθεσμων λύσεων.
Για να διευθετηθεί ουσιαστικά η προσφυγική κρίση, η ΕΕ δεν θα πρέπει να μείνει μόνο στην επίλυση του θέματος της μετεγκατάστασης των 120.000 προσφύγων, αλλά να δημιουργήσει εγκαταστάσεις που θα μπορούν να υποδέχονται ανά πάσα στιγμή δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες, υπογράμμισε σήμερα η εκπρόσωπος της UNHCR Μελίσα Φλέμινγκ, ενόψει της σημερινής συνόδου των υπουργών Εσωτερικών της ΕΕ για την προσφυγική κρίση και το αυριανό ευρωπαϊκό συμβούλιο.
«Ένα πρόγραμμα μετεγκατάστασης σε αυτό το στάδιο της κρίσης δεν θα ήταν αρκετό από μόνο του για να σταθεροποιηθεί η κατάσταση», σημείωσε η Φλέμινγκ, υπενθυμίζοντας ότι συνολικά 477.906 πρόσφυγες και μετανάστες έχουν φτάσει στην Ευρώπη μέσω θαλάσσης φέτος.
«Δεν υπάρχει κανένας τρόπος για την επίλυση μιας κρίσης αυτών των διαστάσεων αν η καθεμία χώρα ενεργεί μόνη της και σύμφωνα με τα δικά της συμφέροντα», επισήμανε παράλληλα σε συνέντευξή του στο πορτογαλικό τηλεοπτικό δίκτυο RTP ο ύπατος αρμοστής του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, ο Πορτογάλος Αντόνιο Γκουτέρες, ζητώντας μια «αλληλέγγυα απάντηση της Ευρώπης» στην κρίση.
«Πολλές εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες έχουν φτάσει στην Ευρώπη από την αρχή της χρονιάς», δήλωσε και αυτός, «όμως η ΕΕ έχει 500 εκατομμύρια κατοίκους. Αν υπήρχε μια αληθινά αλληλέγγυα πολιτική, η διαχείριση του προβλήματος θα ήταν εύκολη».
Κατόπιν τούτου ο Γκουτέρες τάχθηκε υπέρ της δημιουργίας υποδομών για την υποδοχή των προσφύγων και των μεταναστών, στις οποίες θα «καταγράφονται και θα αναγνωρίζονται», προκειμένου «να γίνεται η διάκριση μεταξύ των προσφύγων και αυτών που δεν είναι πρόσφυγες».
Στη συνέχεια οι πρόσφυγες θα μπορούν να «μετεγκαθίστανται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αυτοί που δεν έχουν το δικαίωμα να παραμείνουν στην Ευρώπη θα μπορούν να στέλνονται πίσω στις χώρες προέλευσής τους, πάντα με σεβασμό της αξιοπρέπειάς τους», υπογράμμισε.
Μια κοινή λύση των 28 κρατών μελών της ΕΕ «απαιτεί μια επένδυση, μια αποδέσμευση πόρων και μια πολιτική αποφασιστικότητα, που μέχρι σήμερα είναι ανύπαρκτες», κατέληξε ο Γκουτέρες.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ). Η «άνευ προηγουμένου» αυτή προσφυγική κρίση υπάρχει κίνδυνος να διαρκέσει, αλλά η Ευρώπη «έχει την ικανότητα και την εμπειρία» που χρειάζεται για να την αντιμετωπίσει, επισημαίνεται στην έκθεση.
«Πρόκειται για μια άνευ προηγουμένου ανθρωπιστική κρίση, με ένα τρομακτικό και απαράδεκτο κόστος σε ανθρώπινες ζωές», υπογραμμίζει ο ΟΟΣΑ σε ανακοίνωση που συνοδεύει την έκθεσή του «Διεθνείς Μεταναστευτικές Τάσεις 2015», η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με αυτόν τον οργανισμό των 34 ανεπτυγμένων χωρών μελών, «δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης» με τα πρόσφατα δεδομένα όσον αφορά τον αριθμό αυτόν των προσφύγων. Επιπροσθέτως όπως προβλέπει, ένα εκατομμύριο αιτήσεις για τη χορήγηση ασύλου μπορεί να κατατεθούν συνολικά το 2015 στις χώρες μέλη της ΕΕ, ενώ αναμφιβόλως θα συμφωνηθεί η προστασία περίπου «350.000 ως 450.000 ανθρώπων».
Σε αυτόν τον αριθμό έρχεται να προστεθεί «μια μεγάλη ποικιλία διαδρομών, χωρών προέλευσης και κινήτρων», η οποία καθιστά «ιδιαίτερα δύσκολη τη διαχείριση της κρίσης», επισημαίνει επίσης ο ΟΟΣΑ, υπενθυμίζοντας για παράδειγμα ότι οι Σύροι αντιπροσωπεύουν το 21% αυτών που ζήτησαν πέρυσι άσυλο, οι Κοσοβάροι το 9,6% και οι πολίτες της Ερυθραίας το 6,4%.
Με δεδομένη τη σύγκρουση στη Συρία, την αβεβαιότητα στη Λιβύη, την αστάθεια στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ (…) «βραχυπρόθεσμα υπάρχουν ελάχιστες πιθανότητες να δούμε την κατάσταση να σταθεροποιείται σημαντικά στις χώρες προέλευσης», επισημαίνει ο ΟΟΣΑ, ο οποίος συνεχίζει λέγοντας ότι «οι οικονομικοί και δημογραφικοί παράγοντες στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής θα συνεχίσουν να ωθούν στη μετανάστευση, όπως άλλωστε και η υψηλή φτώχεια και η ανεργία στα δυτικά Βαλκάνια».
Γι’ αυτό «η κατάσταση ξεπερνάει ίσως αυτήν μιας βραχυπρόθεσμης έκτακτης ανάγκης και καθίσταται μια πιο δομημένη κατάσταση, με την τάση να υπάρξουν ακόμη μεγαλύτερα κύματα τα επόμενα χρόνια, τα οποία γεννούν ένα αίσθημα αγωνίας όσον αφορά τη μετανάστευση σε πολλές χώρες», προσθέτει ο ΟΟΣΑ.
Θα πρέπει επομένως οι Ευρωπαίοι, σημειώνει, να προχωρήσουν πέραν των βραχυπρόθεσμων λύσεων, που περιορίζονται στη διάσωση και στην κατανομή των προσφύγων μεταξύ των χωρών μελών της ΕΕ, και «να επικεντρωθούν σε μέτρα που επείγουν για την υποδοχή των προσφύγων και την επίσπευση της διαχείρισης των αιτημάτων χορήγησης ασύλου».
Την ώρα που οι Ευρωπαίοι δυσκολεύονται να καταλήξουν σε μια κοινή λύση, στην έκθεση αυτή κρίνεται ότι «επείγει να επιτεθούν σε συγκεκριμένα αίτια της κρίσης και να δώσουν μια συντονισμένη και συνολική πολιτική απάντηση».
«Το σημαντικό μήνυμα είναι ότι η Ευρώπη έχει τα μέσα και την εμπειρία να ανταποκριθεί στην κρίση αυτή», επισημαίνει τέλος ο επικεφαλής του τμήματος για τις διεθνείς μεταναστευτικές τάσεις στον ΟΟΣΑ Ζαν-Κριστόφ Ντιμόν, επικαλούμενος έναν «διαχειρίσιμο» αριθμό προσφύγων σε σχέση με τον ευρωπαϊκό πληθυσμό και ένα νομοθετικό και νομικό οπλοστάσιο με το οποίο έχει εξοπλιστεί η ΕΕ τις τελευταίες δεκαετίες.
Βάσει των στοιχείων που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα στη Γενεύη ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης (ΔΟΜ), συνολικά 467.153 πρόσφυγες και μετανάστες έχουν φτάσει στην Ευρώπη από την αρχή της χρονιάς διασχίζοντας τη Μεσόγειο, ενώ 2.870 έχουν χάσει τη ζωή τους ή αγνοείται η τύχη τους. Συνολικά 336.968 έχουν φτάσει στην Ελλάδα (περίπου 175.000 από αυτούς είναι Σύροι και περίπου 50.000 Αφγανοί) και 127.266 στην Ιταλία (περίπου 30.000 από την Ερυθραία, 15.000 από τη Νιγηρία και 6.000 από τη Συρία).