Το γεγονός ότι ο Μπαράκ Ομπάμα προειδοποίησε ότι εξετάζει το ενδεχόμενο μιας στρατιωτικής επέμβασης στη Λιβύη επιβεβαιώνει ότι αυξάνεται η εσωτερική πολιτική πίεση στον αμερικανό πρόεδρο, προκειμένου να δώσει τη χαριστική βολή στον συνταγματάρχη Καντάφι.
Η πίεση αυτή εξηγείται κατά ένα μέρος από την ελπίδα για μια νέα, δημοκρατική αρχή στη Λιβύη και κατά ένα άλλο μέρος από το φόβο ότι δημιουργείται ένα κενό το οποίο θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν οι αντιδυτικοί ισλαμιστές και η αλ-Κάιντα.
Όπως γράφει όμως ο Σάιμον Τάινταλ στο σημερινό φύλλο της Γκάρντιαν, τα τύμπανα του πολέμου στην Ουάσινγκτον κτυπούν τις τελευταίες ώρες δυνατότερα και λόγω της ανησυχίας ότι ο Καντάφι μπορεί να ξεπεράσει νικηφόρα αυτή την εξέγερση.
Τη μεγαλύτερη πίεση την ασκεί ο Τζον Μακέιν, υποψήφιος το 2008 για την προεδρία, ο οποίος καλεί τον Λευκό Οίκο να εκφράσει την υποστήριξή του προς την προσωρινή κυβέρνηση της Λιβύης, έστω κι αν επισήμως μια τέτοια κυβέρνηση δεν υπάρχει. Ο αμερικανός γερουσιαστής ζητά επίσης την παροχή «τεχνικής βοήθειας» και οπλισμού στους αντάρτες. Κατά την άποψή του, η επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης των πτήσεων είναι ένα μέτρο απολύτως ρεαλιστικό και δεν ισοδυναμεί με την κήρυξη πολέμου.
Ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία Μιτς ΜακΚόνελ υποστηρίζει πως μια από τις λύσεις που πρέπει να εξεταστούν είναι ο εξοπλισμός των ανταρτών.
Αλλά και ο Δημοκρατικός Τζον Κέρι, πρώην υποψήφιος για την προεδρία κι αυτός, εμφανίζεται μαχητικός, ζητώντας να εξεταστεί σοβαρά ο βομβαρδισμός στρατιωτικών βάσεων, αεροδρομίων και διαδρόμων προσγείωσης.
Η θέση του Ομπάμα μέχρι στιγμής είναι ότι πριν αποφασιστεί οποιαδήποτε στρατιωτική δράση θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία στους κόλπους τόσο του ΝΑΤΟ όσο και των αραβικών κρατών. Ο Λευκός Οίκος δεν έχει ξεκαθαρίσει κατά πόσον χρειάζεται ένα νέο ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών.
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ απέρριψε την περασμένη εβδομάδα οποιαδήποτε επέμβαση στη Λιβύη χωρίς σαφή εντολή των Ηνωμένων Εθνών, δήλωσε όμως ότι εξετάζει διάφορα σχέδια δράσης. Οι υπουργοί Αμύνης του ΝΑΤΟ θα συζητήσουν τις επιλογές που υπάρχουν την Πέμπτη, ενώ την επομένη θα συνεδριάσουν οι ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Το βέβαιο είναι ότι ο Ομπάμα δε θέλει να εμπλακεί στρατιωτικά στη Λιβύη αν μπορεί να το αποφύγει. Έχει όμως ζητήσει την παραίτηση του Καντάφι. Και η χώρα αυτή αποτελεί την εξαίρεση στην πολιτική του να ενθαρρύνει τις ειρηνικές μεταρρυθμίσεις από φιλικά αραβικά καθεστώτα.
Αν οι κυβερνητικές δυνάμεις εξακολουθήσουν να ανακτούν εδάφη από τους αντάρτες, αν αυξηθούν οι απώλειες ζωών, αν βαθύνει η ανθρωπιστική κρίση και αν ενταθεί η πολιτική πίεση στην Ουάσινγκτον, ο αμερικανός πρόεδρος ίσως αισθανθεί υποχρεωμένος να αναλάβει δράση.
Τυχόν επιβίωση του Καντάφι δε θα έσπαγε μόνο τις αραβικές καρδιές, επισημαίνει ο βρετανός αρθρογράφος. Θα έσπαγε και την εύθραυστη στρατηγική του Ομπάμα για τη Μέση Ανατολή.
Η Γαλλία και η Βρετανία έχουν επεξεργαστεί ένα σχέδιο ψηφίσματος που θα επιτρέπει τη χρήση βίας στη Λιβύη και ενδέχεται να το υποβάλουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας ακόμη και αυτή την εβδομάδα. Η Κίνα και η Ρωσία διαφωνούν. Μόλις χθες, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε ότι «οι Λίβυοι πρέπει να λύσουν τα προβλήματά τους μόνοι τους. Αν οι δύο αυτές χώρες επιμείνουν στη διαφωνία τους, οι δυτικές χώρες θα εξετάσουν το ενδεχόμενο να δράσουν μονομερώς, με ή χωρίς την «ομπρέλα» του ΝΑΤΟ.