Το δεξαμενόπλοιο που δέχθηκε επίθεση από τους Χούθι της Υεμένης στην Ερυθρά Θάλασσα την περασμένη εβδομάδα εξακολουθεί να καίγεται και ενδέχεται να υπάρχει διαρροή πετρελαίου, όπως αναφέρει το αμερικανικό Πεντάγωνο.

Οι προσπάθειες διάσωσης του υπό ελληνική ιδιοκτησία και σημαία MV Sounion εμποδίζονται από τους Χούθι, οι οποίοι έχουν απειλήσει με νέες επιθέσεις, όπως προσθέτει το Πεντάγωνο, σύμφωνα με το BBC. Το πλοίο μεταφέρει περισσότερους από 150.000 τόνους -ή ένα εκατομμύριο βαρέλια- αργού πετρελαίου και ενδεχόμενη διαρροή μπορεί να αποτελέσει μία από τις μεγαλύτερες στην ιστορία.

Οι υποστηριζόμενοι από το Ιράν, Χούθι, οι οποίοι ελέγχουν μεγάλο μέρος της Υεμένης, λένε ότι επιτίθενται σε πλοία στην Ερυθρά Θάλασσα εδώ και 10 μήνες, για να υποστηρίξουν τους Παλαιστίνιους στον πόλεμο μεταξύ του Ισραήλ και της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας. Σύμφωνα με το BBC, έχουν βυθίσει δύο πλοία και έχουν σκοτώσει τουλάχιστον δύο μέλη του πληρώματος σε αυτό το διάστημα. Παράλληλα, όπως επισημαίνεται στο δημοσίευμα, ισχυρίζονται, συχνά ψευδώς, ότι στοχεύουν μόνο πλοία που συνδέονται με το Ισραήλ, τις ΗΠΑ ή το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Sounion χτυπήθηκε αρχικά από πυρά δύο μικρών σκαφών την περασμένη Τετάρτη και στη συνέχεια χτυπήθηκε από τρία βλήματα αγνώστων στοιχείων, τα οποία προκάλεσαν πυρκαγιά και το άφησαν χωρίς ισχύ μηχανής, όπως ανέφερε το γραφείο UK Maritime Trade Operations (UKMTO). Τα 25 μέλη του πληρώματός του διασώθηκαν από ευρωπαϊκό πολεμικό πλοίο μια ημέρα αργότερα και μεταφέρθηκαν στο Τζιμπουτί.

Σε ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ το Σάββατο, εκφράστηκε ανησυχία για τις επιθέσεις στο δεξαμενόπλοιο. Προειδοποίησε για πιθανή διαρροή πετρελαίου τετραπλάσιου μεγέθους από την καταστροφή του Exxon Valdez το 1989, με τα 257.000 βαρέλια στα ανοικτά των ακτών της Αλάσκας. Την Τρίτη ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου υποστράτηγος, Πάτρικ Ράιντερ, δήλωσε ότι είχαν σταλεί δύο ρυμουλκά για τη διάσωση του ακυβέρνητου πλοίου, αλλά οι Χούθι απείλησαν να επιτεθούν και σε αυτά. Είπε ότι οι ΗΠΑ συνεργάζονται με τους εταίρους τους στην περιοχή, για να προσπαθήσουν να μετριάσουν τυχόν περιβαλλοντικές επιπτώσεις.