Κάποια μέρα, τρεις άντρες στεκόντουσαν στην ουρά μπροστά από το γραφείο του Αγ. Πέτρου. Ηταν μία ιδιαίτερα δύσκολη μέρα για τον Αγ. Πέτρο, μιας και τη συγκεκριμένη μέρα είχε πολύ δουλειά το “κατάστημα”. Έτσι, στον πρώτο από τους τρεις ο οποίος φορούσε κουστούμι, ο Αγ. Πέτρος αναγκάστηκε να πει:
– Ξέρεις, ο παράδεισος κοντεύει να γεμίσει σήμερα, και μου ζητήθηκε να βάλω μέσα μόνο όσους είχαν φρικτό θάνατο. Για πες μου λοιπόν για το δικό σου.
Ο άντρας, παίρνει μία βαθειά ανάσα και αρχίζει να εξιστορεί…
– Για ένα χρονικό διάστημα, υποψιαζόμουν ότι η γυναίκα μου με απατούσε. Έτσι, μία μέρα αποφάσισα να γυρίσω νωρίτερα σπίτι για να την πιάσω στα πράσα. Μόλις έφτασα στο διαμέρισμά μου, στον 25ο όροφο, άρχισα να ψάνω το σπίτι, μιας και ήμουν σίγουρος ότι κάτι ύποπτο συμβαίνει. Παρ’ όλα αυτά σε καμία από τις συνηθισμένες κρυψώνες δεν βρήκα τίποτα. Τελικά βγήκα στο μπαλκόνι και όπως ήταν αναμενόμενο, είδα έναν άντρα κρεμασμένο από το κάγκελο να αιωρείται 25 ορόφους πάνω από τη γη. Χωρίς να το καλοσκεφτώ, και μέσα σε μεγάλο θυμό, άρχισα να τον χτυπάω με μανία, αλλά ο μπάσταρδος δεν έπεφτε με τίποτα. Έτσι, επέστρεψα στο διαμέρισμα και πήρα ένα σφυρί, με το οποίο άρχισα να του χτυπάω τα δάχτυλα. Σε κάποια στιγμή δεν άντεξε τον πόνο και έπεσε. Παρόλα αυτά, στάθηκε τυχερός γιατί έπεσε στους θάμνους και απλά ζαλίστηκε. Χωρίς να μπορώ πλέον να συγκρατήσω το θυμό μου, έτρεξα στην κουζίνα και άρπαξα το ψυγείο. Και έτσι όπως ήταν ζαλισμένος, του το πέταξα από τον 25ο όροφο στο κεφάλι, σκοτώνοντας τον ακαριαία. Όλη αυτή η ένταση και ο θυμός με καταβάλλανε και εκείνη τη στιγμή έπαθα καρδιακή προσβολή και πέθανα εκεί στο μπαλκόνι.
– Χμ.. αρκετά άσχημη μέρα.. αρκετά φρικτός θάνατος, είπε ο Αγ. Πέτρος και τον άφησε να περάσει στον παράδεισο.
Έρχεταιη σειρά του δεύτερου ο οποίος φοράει φόρμα γυμναστικής. Εν συντομία, ο Αγ. Πέτρος εξηγεί και σε αυτόν τις συνθήκες που επικρατούν και του ζητάει να του πει τη δικιά του ιστορία.
Έτσιο τύπος παίρνει και αυτός μια βαθειά ανάσα και αρχίζει…
– Ήταν μία πολύ παράξενη μέρα. Βλέπετε, έμενα στον 26ο όροφο μιας πολυκατοικίας και κάθε μέρα έβγαινα στο μπαλκόνι για γυμναστική. Εκείνη τη μέρα παραπάτησα και έπεσα από το μπαλκόνι. Για καλή μου τύχη, κατάφερα να πιαστώ από το κάγκελο του μπαλκονιού του από κάτω ορόφου. Ήξερα ότι αν δεν ερχόταν κάποιος να με βοηθήσει, δεν θα άντεχα για πολύ. Σε κάποια στιγμή είδα έναν άντρα να τρέχει κατά πάνω μου και σκέφτηκα ότι ευτυχώς είχα σωθεί, μέχρι που ο άντρας άρχισε να με χτυπάει ανελέητα. Κρατήθηκα όσο καλύτερα μπορούσα, αλλά τότε μπήκε μέσα και γύρισε κρατώντας στα χέρια του ένα σφυρί με το οποίο άρχισε να μου χτυπάει τα δάχτυλα. Ο πόνος ήταν ανυπόφορος, έτσι άφησα τα χέρια μου. Για μια φορά ακόμα στάθηκα τυχερός, και έπεσα στους θάμνους. Μόλις συνήλθα από την πτώση, πριν προλάβω να σκεφτώ τι ακριβώς είχε γίνει, ένα ψυγείο έπεσε από τον ουρανό πάνω μου και.. να μαι…
– Χμ, πολύ φρικτός ο θάνατός σου, του απαντάει ο Αγ. Πέτρος και χωρίς δεύτερη σκέψη τον βάζει μέσα στον παράδεισο.
Σε κάποια στιγμή έρχεται και ο τρίτος ο οποίος είναι εντελώς γυμνός. Ο Αγ. Πέτρος ζητάει και από αυτόν να του εξιστορήσει τον θάνατό του για τους προαναφερθείς λόγους. Και εκείνος του λέει…
– Δεν είμαι σίγουρος.. το τελευταίο πράγμα που θυμάμαι όμως είναι ότι κρύφτηκα στο ψυγείο…