Ήταν ο τελευταίος που θα πέθαινε στην καταραμένη αυτή αποστολή στη Γροιλανδία.
Όσο περνούσε τις στερνές στιγμές του μέσα σε μια παγωμένη σπηλιά, πεινασμένος και με κρυοπαγήματα, τρύπωσε μια μαύρη μάζα μέσα στο ημερολόγιό του. Στην τελευταία ποτέ καταγραφή στο μικρό σημειωματάριο.
Και για περισσότερο από έναν αιώνα, οι ερευνητές και οι ιστορικοί πονοκεφάλιαζαν να βρουν τι ακριβώς ήταν αυτό το μαύρο και άμορφο πράγμα.
Σήμερα όμως ξέρουμε. Και καλύτερα να μη μαθαίναμε δηλαδή. Ήταν βλέπετε οι μακάβριες λεπτομέρειες για το πώς πέρασε τις στερνές του ώρες ένας άντρας που γνώριζε πως θα πεθάνει.
Η στερνή καταχώριση στο ημερολόγιο του Jørgen Brønlund αποκαλύπτει πως μόνο ήρεμες δεν ήταν οι τελευταίες του στιγμές…
Η Αποστολή της Δανίας στη Βορειοανατολική Ακτή της Γροιλανδίας, όπως ήταν το επίσημο όνομα της επιχείρησης, ήταν μια εκστρατεία τριών πολικών εξερευνητών να φτάσουν στη «μύτη» της Γροιλανδίας.
Η αποστολή ήταν διετής, θα κρατούσε υποτίθεται από το 1906-1908, πριν εκπνεύσει ωστόσο το 1907 θα είχαν πεθάνει και οι τρεις τους.
Παρά το γεγονός ότι ο θάνατος της βασικής ομάδας μέσα σε ανατριχιαστικές συνθήκες επισκίασε τα κατορθώματα, η αποστολή δεν ήταν αποτυχημένη.
Οι Ludvig Mylius-Erichsen, Niels Peter Høeg Hagen και Jørgen Brønlund κατάφεραν όλους τους χαρτογραφικούς τους στόχους, εξερευνώντας μια πραγματικά τεράστια περιοχή και φτιάχνοντας ακριβείς γεωγραφικές απεικονίσεις των ανεξερεύνητων ακτών και φιόρδ της Γροιλανδίας.
Θα ήταν πραγματικός επιστημονικός θρίαμβος αν δεν πέθαινε η βασική τριανδρία.
Ο Δανός Ludvig Mylius-Erichsen ήταν εθνολόγος και ένας από τους βασικούς εξερευνητές της Γροιλανδίας. Ο επίσης Δανός Niels Peter Høeg Hagen ήταν αξιωματικός του στρατού, χαρτογράφος και αρκτικός εξερευνητής.
Ο Jørgen Brønlund ήταν ο μόνος ντόπιος από τη Γροιλανδία. Ήταν μέλος κοινότητας Ινουίτ, εκπαιδευτικός και καθολικός ιεραπόστολος. Και είχε πάρει ήδη μέρος σε μια εξερευνητική αποστολή από τη Δανία στη Γροιλανδία στις αρχές του αιώνα.
Ήταν επιφορτισμένος να οδηγεί τα σκυλιά και να κρατά το ημερολόγιο της αποστολής. Η ιστορία θα επιφύλασσε γι’ αυτόν και έναν ακόμα ρόλο: ήταν ο τελευταίος της ομάδας που θα πέθαινε.
Η ομάδα ανακάλυψε βλέπετε με τον δύσκολο τρόπο ότι οι χάρτες που είχε φτιάξει ο περίφημος αμερικανός εξερευνητής Robert Peary ήταν «ριζικά λανθασμένοι», όπως παρατηρεί στο ημερολόγιό του ο Brønlund.
Οι τρεις άντρες κάλυψαν με τα έλκηθρα μια περιοχή 6.500 χιλιομέτρων σε ανεξερεύνητα εδάφη, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις αποστάσεις που είχαν διανύσει όλοι οι προηγούμενοι εξερευνητές.
Ο Hagen πέθανε τον Νοέμβριο του 1907 από την εξόντωση, την πείνα και το κρύο. Λίγες μέρες μετά, τον ακολούθησε και ο Mylius-Erichsen.
Ο τελευταίος που πέθανε ήταν ο Brønlund, ξανά εκείνο τον Νοέμβριο. Η παγωμένη σορός του, πλάι στο ημερολόγιό του, αλλά και τους ακριβείς χάρτες του Hagen, εντοπίστηκαν την επόμενη άνοιξη σε μια σπηλιά.
Αποστολή του 1912 βρήκε συμπτωματικά και κάποιες σημειώσεις του Mylius-Erichsen, που έφτασαν έτσι στην Κοπεγχάγη.
Το πτώμα του Brønlund ήταν το μόνο που βρέθηκε ποτέ. Η σπηλιά στο φιόρδ ήταν μάλιστα αρκετά κοντά στην εξερευνητική βάση στην ηπειρωτική Γροιλανδία. Ξέροντας ότι διανύει τις τελευταίες του στιγμές, ο Brønlund απαθανάτισε τις σκέψεις του στο ημερολόγιο, αφήνοντας μέσα και μια μυστηριώδη άμορφη μάζα.
Το ημερολόγιο φυλάσσεται έκτοτε στη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Κοπεγχάγης. Άρθρο του περιοδικού «Scottish Geographical Magazine» της επόμενης χρονιάς (1908) μας μεταφέρει και την τελευταία καταχώριση του εξερευνητή:
«Έφτασα σε αυτό το μέρος κάτω από ένα φεγγάρι που εξασθενεί και δεν μπορώ να συνεχίσω, εξαιτίας των κρυοπαγημάτων στα πόδια και το σκοτάδι. Τα πτώματα των άλλων είναι στη μέση του φιόρδ. Ο Hagen πέθανε στις 15 Νοεμβρίου και ο Mylius-Erichsen κάπου 10 μέρες αργότερα». Υπήρχε όμως πάντα αυτή η άμορφη μάζα…
Έπειτα από έναν αιώνα και κάτι, μάθαμε τελικά τι ήταν η μαύρη κηλίδα που πρόλαβε να παρεμβάλει στις σελίδες του ημερολογίου του ο τραγικός εξερευνητής. Και ήταν κάτι μακάβριο, μαύρη ένδειξη των τραγικών στιγμών που περνούσε.
Μια ομάδα ερευνητών αποφάσισε να λύσει το μυστήριο και έκανε μια εκτεταμένη ανάλυση στη «μαύρη μουντζούρα», όπως έμεινε να ονομάζεται στη σχετική βιβλιογραφία. Η άμορφη μάζα περιείχε λοιπόν «καμένο λάστιχο, λάδια και ανθρώπινα περιττώματα».
Ήταν μια απέλπιδα και αποτυχημένη προσπάθεια να ανάψει τον φορητό καυστήρα που είχε (πετρελαίου ή κηροζίνης) που θα τον έσωζε τουλάχιστον από το κρύο. Σε αυτό κατέληξε η μελέτη που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Archaeometry», ρίχνοντας φως μέσα στη σκοτεινιά.
Οι ερευνητές παρατηρούν μάλιστα πως η άμορφη μάζα «αφαιρέθηκε δολίως από άγνωστο ερευνητή για ανάλυση το 1993, χωρίς προηγούμενη άδεια». Αυτά και άλλα πολλά παρατηρεί στη μελέτη του ο Dr. Kaare Lund Rasmussen, καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής και Χημείας του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας.
Ο οποίος δήλωσε μάλιστα πως παλιότερες χημικές αναλύσεις απέτυχαν να καθορίσουν τη σύσταση της μαύρης κηλίδας. Ακόμα και οι επιστήμονες του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας της Δανίας δεν τα είχαν καταφέρει.
Ο Rasmussen και η ομάδα του επιστράτευσαν σύγχρονες μεθόδους ανάλυσης, όπως την τεχνική του φθορισμού των ακτίνων Χ (XRF) και ειδικές φασματοσκοπικές μεθόδους (όπως η φασματομετρία μάζας και η φασματομετρία ατομικής εκπομπής). Πράγματα ανήκουστα το 1993.
Ο Brønlund ήταν τόσο απεγνωσμένος που πρώτα συγκέντρωσε και μετά προσπάθησε να βάλει φωτιά στα ίδια τα κόπρανά του.
Η παρουσία των περιττωμάτων αυτό υποδεικνύει, κατά τους ερευνητές, μια άνιση και απέλπιδα μάχη με το μοιραίο: «προσπάθησε να κάψει τα ίδια τα περιττώματά του για να κάνει τη θερμάστρα να ανάψει».
Ο Brønlund δεν είχε περάσει απλώς μερικές μέρες χωρίς φαγητό, «λιμοκτονούσε εδώ και εβδομάδες. Ήταν κουρασμένος πέρα από τις ικανότητές του και παγωμένος».
Κάτω από τέτοιες συνθήκες και έχοντας δοκιμάσει προφανώς ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να ζεσταθεί, αποφάσισε να επιχειρήσει ακόμα και αυτό. Η μυστηριώδης μουντζούρα «μιλά για τις τρομερές συνθήκες και τις άθλιες καταστάσεις κατά τις τελευταίες θλιβερές του ημέρες»…
Σύμφωνα με τη Βασιλική Βιβλιοθήκη της Κοπεγχάγης, στην οποία εκτίθεται το 172 σελίδων ημερολόγιο, η σορός του Brønlund ενταφιάστηκε στην παγωμένη σπηλιά όπου άφησε την τελευταία του πνοή.
Η μυστηριώδης μαύρη κηλίδα είχε μαγέψει πολλούς στο διάβα των 100 και πλέον αυτών χρόνων. Κάποιοι μάλιστα εντυπωσιάστηκαν τόσο που αποφάσισαν να την κλέψουν από τη βιβλιοθήκη για να τη μελετήσουν.
Σύμφωνα με τον επικεφαλής της μελέτης Kaare Lund Rasmussen, ο άγνωστος ερευνητής την πήγε αμέσως το 1993 στο Εθνικό Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της Δανίας.
«Δεν υπήρχε εμπορικό ή άλλο κέρδος για αυτόν τον άνθρωπο. Σήμερα δεν αναλύουμε δείγματα χωρίς γραπτή εξουσιοδότηση, αλλά τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά τότε», παρατηρεί ο ακαδημαϊκός.
Η τεχνολογία του 1993 δεν απέδωσε καρπούς. Ούτε τη χημική σύσταση δεν μπόρεσαν να βρουν. Βρήκαν απλώς πως η άμορφη μάζα περιείχε υπολείμματα από ασβέστιο, τιτάνιο και ψευδάργυρο, στοιχεία που δεν υπήρχαν στα πετρώματα που συνάντησε η αποστολή.
Η σύγχρονη έρευνα καθόρισε ότι επρόκειτο για ασβεστίτη, ρουτίλιο και ψευδαργυρίτη, ορυκτά που υποδεικνύουν την παρουσία ελαστικού.
Η ερευνητική ομάδα εντόπισε τώρα και οργανικές ενώσεις, όπως λιπίδια (πιθανόν από ζωικό λίπος ή λάδι ψαριού ή φάλαινας), πετρέλαιο και ανθρώπινες ακαθαρσίες. Χρειάστηκε η σύγχρονη επιστήμη για να μας πει τι έκανε λίγο πριν πεθάνει ο εξερευνητής.
Ένα μυστήριο ενός και πλέον αιώνα λύθηκε επιτέλους, αποκαλύπτοντας μια ιστορία ανείπωτης φρίκης.