Μετρώντας δεκάδες χιλιάδες κρούσματα και αρκετές δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, η Ισπανία είναι πίσω μόνο από την Ιταλία στην Ευρώπη σε φόρο αίματος από τον νέο κορονοϊό.
Η κυβέρνηση επέβαλε τελικά lockdown για να περιορίσει την εξάπλωση, κάπως απρόθυμα είναι η αλήθεια και σίγουρα με χαρακτηριστική καθυστέρηση.
Ακόμα χειρότερα, το 1/5 του πληθυσμού της χώρας είναι άνω των 65 ετών, διατρέχοντας ως ευπαθείς ομάδες αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν πολύ σοβαρά από Covid-19, όπως ισχυρίζονται όλοι οι παγκόσμιοι και εθνικοί φορείς υγείας.
Σήμερα οι Ισπανοί είναι υποχρεωμένοι όχι μόνο να ζουν στα σπίτια τους, αλλά πρέπει να ζουν και με την αστυνομία και τα drones να περιπολούν νυχθημερόν τους δρόμους διασφαλίζοντας τα μέτρα της κοινωνικής απομάκρυνσης.
Και την ίδια ώρα να βλέπουν ένα από τα καλύτερα εθνικά συστήματα υγείας της Ευρώπης να γονατίζει προσπαθώντας να διαχειριστεί τον αδιανόητο όγκο κρουσμάτων.
«Αυτό που με εξοργίζει είναι ότι είχαμε έναν μήνα και μισό για να προετοιμαστούμε μετά το πρώτο μας κρούσμα, και είχαμε βδομάδες να προετοιμαστούμε βλέποντας τι γινόταν στην Ιταλία», λέει χαρακτηριστικά η Ángela Hernández Puente, αξιωματούχος σε δομή υγείας της Μαδρίτης.
Γιατί καθυστέρησε όμως τόσο η Ισπανία να πάρει τα απαιτούμενα μέτρα; Βλέποντας μάλιστα τι συνέβαινε δίπλα της;
Όπως μας λένε οι αναλυτές, είναι δυστυχώς ένα μείγμα πολιτικών, οικονομικών και ιστορικών προβλημάτων που δυσχεραίνουν κάθε απόπειρα συνεκτικής και αποφασιστικής απάντησης…
Τα μικροπολιτικά που κρύβονται πίσω από την ολιγωρία της κυβέρνησης είναι από μόνα τους δηλωτικά. Ισπανοί αναλυτές θεωρούν πως ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσες της εύθραυστης και οριακής πλειοψηφίας στον κυβερνητικό συνασπισμό δεν ήθελε να επιδεινώσει τη δύσκολη θέση του απαγορεύοντας τις δημόσιες συγκεντρώσεις και επιβάλλοντας δραστικά μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας.
Αντιθέτως, επέτρεπε όχι μόνο τη διεξαγωγή του τοπικού πρωταθλήματος ποδοσφαίρου, αλλά και τις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας. Όπως αυτές οι 120.000 φεμινίστριες που μαζεύτηκαν στη Μαδρίτη τη Μέρα της Γυναίκας (8 Μαρτίου), φωνάζοντας συνθήματα «η πατριαρχία σκοτώνει περισσότερους από τον κορονοϊό».
Στις 14 Μαρτίου, η σύζυγος του πρωθυπουργού διαγνώστηκε θετική στο Covid-19. Η είδηση ήρθε μετά τα νέα πως δύο υπουργοί είχαν ήδη κολλήσει. Μόνο τότε άρχισε ο Σάντσες τις συνεντεύξεις Τύπου χωρίς κόσμο και αναγκάστηκε τελικά να ακυρώσει τις σημαντικές θρησκευτικές εκδηλώσεις της Semana Santa (Μεγάλης Βδομάδας) για πρώτη φορά από το 1933.
Ο Σάντσες δεν ήταν φυσικά ο μόνος δυτικός ηγέτης που δεν αντέδρασε αποφασιστικά και εγκαίρως στη λαίλαπα που ερχόταν. Η Ισπανία δεν ήταν η εξαίρεση εδώ, αλλά μάλλον ο νέος κανόνας…
Η Ισπανία επιβεβαίωσε το πρώτο κρούσμα κορονοϊού στη χώρα στις 31 Ιανουαρίου, στα Κανάρια Νησιά. Την ίδια μέρα έφτασαν στη Μαδρίτη και οι Ισπανοί που ζούσαν στην Ουχάν, το επίκεντρο του Covid-19. Εννιά μέρες αργότερα, σημειώθηκε το δεύτερο κρούσμα, αυτή τη φορά στη Μαγιόρκα.
Τα πρώτα θετικά κρούσματα στην ηπειρωτική Ισπανία ήρθαν στις 26 Φεβρουαρίου, κάποια από αυτά στη Βαρκελώνη και τη Μαδρίτη. Μόνο τότε οι επικεφαλής των μεγαλύτερων νοσοκομείων της χώρας κάλεσαν τον υπουργό Υγείας να γίνονται περισσότερα διαγνωστικά τεστ, «όσο πιο γρήγορα γίνεται» πλέον.
Μόνο που χωρίς έγκαιρο και κεντρικό σχεδιασμό, αυτό είναι κάτι που λέγεται ευκολότερα παρά γίνεται στην πράξη. «Το σύστημα υγείας δεν ήταν προετοιμασμένο για τη σοβαρότητα αυτών που έρχονταν», δήλωσε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα «El País» νοσοκομειακός γιατρός από τη νότια Ισπανία, «μέχρι και πριν από τουλάχιστον μία εβδομάδα δεν μπορούσαμε να κάνουμε ένα διαγνωστικό τεστ για τον κορονοϊό χωρίς να ζητάμε έγκριση. Μπορούσα να παραγγείλω τεστ για τη γρίπη, όχι όμως για τον κορονοϊό».
Ακόμα και σήμερα, όπως αποκαλύπτει η «El País», τα μεγάλα νοσοκομεία της χώρας δεν μπορούν να επεξεργαστούν περισσότερα από 400 τεστ τη μέρα. Αυτό πιστεύει και η γιατρός νοσοκομείου της Σεβίλης, Cinta Moro, πως η έλλειψη κεντρικού σχεδιασμού και ο κακός προγραμματισμός καταδίκασαν την Ισπανία ήδη από τις πρώτες στιγμές: «Με τα τεστ, θα μπορούσαμε να έχουμε σταματήσει πολλά από τα προβλήματα που έχουμε σήμερα».
Μόνο που τα πράγματα είναι μάλλον πιο περίπλοκα από μια κακή επιδημιολογική εκτίμηση…
Δεν είναι μόνο ότι οι Ισπανοί έχουν μια άποψη έξω καρδιά για τη ζωή, ξενυχτώντας και περνώντας καλά. Είναι πρωτίστως το γεγονός ότι η δικτατορία των δεκαετιών που έχουν ζήσει τους έχει κάνει εξαιρετικά καχύποπτους απέναντι σε κάθε περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών τους.
Αυτή η αισθητή τριβή του κόσμου με τον νόμο είναι που εμποδίζει τη σωστή εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων της κοινωνικής απομάκρυνσης, σύμφωνα με διεθνείς αναλυτές. Πολλοί Ισπανοί αρνούνται να συμμορφωθούν με κρατικές οδηγίες, παρά τα πρόδηλα σημάδια της καταστροφής στη συγκεκρινένη περίπτωση.
«Ο χαρακτήρας των Ισπανών αρνείται να πιστέψει πως πλησιάζει μια κρίση», λέει η Moro, «όταν αρχίσεις να βλέπεις ανθρώπους να πεθαίνουν, τότε μόνο αντιδράς. Αλλά τότε είναι πολύ αργά».
Και η κυβερνητική αδράνεια δεν βοήθησε καθόλου. Τώρα τρέχει και δεν φτάνει, απαγορεύοντας τους ποδοσφαιρικούς αγώνες, κλείνοντας τα σχολεία και ζητώντας από τον κόσμο να μείνει σπίτι. Η «El Pais» λέει όμως πως από τα ρεπορτάζ της δεν φαίνεται ο κόσμος να το έχει πάρει απόλυτα σοβαρά. Πολλοί συνεχίζουν να ζουν κανονικά την καθημερινότητά τους, λες και τίποτα δεν έχει συμβεί εντωμεταξύ.
Ακόμα χειρότερα για την καχυποψία μέρους των Ισπανών ήταν η πρόσφατη απόφαση να κηρύξει ο Σάντσες τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μια συνθήκη που δίνει στην κυβέρνηση αυξημένες αρμοδιότητες. Και διευρυμένες εξουσίες, ικανές να αντιστρατεύονται κάθε απόφαση που παίρνουν οι 17 αυτόνομες περιοχές της Ισπανίας.
Την επομένη ο Σάντσες πήρε ένα ακόμα δραστικότερο μέτρο, κάτι που πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες είχαν ήδη κάνει βεβαίως: ολικό lockdown 15 ημερών. Για να διασφαλιστεί μάλιστα η συμμόρφωση του κόσμου, αστυνομία και drones οργώνουν δρόμους και ουρανούς νουθετώντας και κόβοντας πρόστιμα στους παραβάτες.
Ακόμα και 30.000 οδοφράγματα στήθηκαν σε μεγάλους οδικούς κόμβους, ώστε κανείς να μην ξεμυτίζει στα κρυφά.
Οι Ισπανοί έκαναν όμως και ένα λάθος. Ανάγκαζαν το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό που είχε έρθει σε επαφή με επιβεβαιωμένα κρούσματα του κορονοϊού να πηγαίνουν κανονικά στις δουλειές τους. Να έρχονται σε επαφή δηλαδή με ευαίσθητες πληθυσμιακές ομάδες ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να έχουν μολυνθεί.
Πολλοί νοσοκομειακοί γιατροί μίλησαν γι’ αυτό στα μέσα και έγινε μεγάλο θέμα στην Ισπανία. Όταν τελικά η κυβέρνηση συμφώνησε να τους αφήσει να κλειστούν στα σπίτια τους σε καραντίνα, ήταν ίσως πολύ αργά. Και λέμε ίσως γιατί κανείς δεν ξέρει ή έχει εκτιμήσει τον αντίκτυπο όλων αυτών στη δημόσια υγεία.
Σήμερα το εθνικό σύστημα υγείας έχει ήδη ξεπεράσει τα όριά του. «Η κρίση κατέβαλε το σύστημα», επιβεβαιώνει η Evangelina Martich, ακαδημαϊκός δημόσιας υγείας στο Πανεπιστήμιο Carlos III της Μαδρίτης. Και το μεγάλο θέμα εδώ είναι πως παρά το γεγονός ότι η Ισπανία έχει κεντρικό σύστημα υγείας, αυτό διοικείται διαφορετικά σε καθεμιά από τις 17 αυτόνομες περιοχές.
Ένα ακανθώδες ζήτημα που προκάλεσε από την αρχή θέματα συντονισμού και εύρυθμης λειτουργίας. Αλλά και προμηθειών. Σε αυτό απάντησε η κεντρική κυβέρνηση εθνικοποιώντας προσωρινά τις ιδιωτικές δομές υγείας, μόνο που κι αυτό έγινε αρκούντως αργά.
Γιατροί παλεύουν πλέον την ασύμμετρη απειλή χωρίς τα βασικά μέσα προστασίας, μια κατάσταση που έχει προκαλέσει δυσφορία. «Το γενικό συναίσθημα μεταξύ γιατρών και νοσοκόμων είναι θυμός και εγκατάλειψη», λέει η Hernández Puente. Τα περισσότερα νοσοκομεία έχουν αναστείλει τις άλλες λειτουργίες τους, όπως οι χημειοθεραπείες των καρκινοπαθών, συγκεντρώνοντας τις όποιες δυνάμεις τους στη μάχη με τον κορονοϊό.
Κάθε μέρα, στις 8:00 το βραδάκι, οι Ισπανοί βγαίνουν στα μπαλκόνια τους και χειροκροτούν τους επαγγελματίες της υγείας που επιστρέφουν σπίτι από την εξοντωτική βάρδιά τους. Στις 10:00 το έκαναν αρχικά, το πήγαν όμως πιο νωρίς για να μπορούν να συμμετέχουν και τα παιδιά.
Άλλοτε πάλι, παίρνοντας πάσα από τους Ιταλούς, τραγουδούν εν χορώ από τα διαμερίσματά τους. Και τραγουδούν συνήθως μια παλιά ισπανική επιτυχία, το «Resistiré», «θα αντισταθώ» δηλαδή.
Πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση και τι θα δούμε ακόμα, θα το δούμε τις επόμενες μέρες, καθώς η πανδημία μαίνεται και δεν δείχνει να κόβει ρυθμούς.
«Τα δυσκολότερα είναι ακόμα μπροστά μας», είπε εξάλλου και ο Σάντσες προσφάτως σε μια σχεδόν άδεια Βουλή…