Πολλές φορές στη ζωή καλούμαστε να κάνουμε επιλογές ανάμεσα σε πολλά πράγματα, καθώς συνήθως οι αποφάσεις πρέπει να κινούνται προς μία και μόνη κατεύθυνση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι επιλογές περιορίζονται σε δύο, διαμορφώνοντας τα λεγόμενα διλήμματα. Αυτά άλλοτε είναι πιο δύσκολα και αφορούν αποφάσεις κομβικής σημασίας και άλλοτε είναι πιο διασκεδαστικά.
Οι αναμνήσεις που έχουμε από την παιδική μας ήδη ηλικία, συμπεριλαμβάνουν φράσεις-κλειδιά, οι οποίες βέβαια σχετίζονται και με την ηλικία μας: Καραμανλής ή τανκς, σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα, Carnation ή Dolca, κιθαρίστας ή ντράμερ και ούτω καθεξής.
Μερικοί από εμάς έχουμε αντιμετωπίσει και το στοιχειώδες ζήτημα της ύπαρξης που συνίσταται στο εξής: Μπρους Λι ή Τσάκι Τσαν. Ή τουλάχιστον αυτοί που έχουν βιώσει τη μεγάλη δεκαετία του ’80 και έχουν ζήσει τη μεταστροφή του κόσμου σε ένα τεράστιο χωριό με ομοιογενή κουλτούρα και παγκόσμια είδωλα κρεμασμένα σε τοίχους δωματίων ή σε wallpapers, αν και νομίζω ότι και τα δεύτερα πια αποτελούν μία ιστορική πραγματικότητα.
Το αγόρι που του έδωσαν κοριτσίστικο όνομα
Ο Μπρους Λι γεννήθηκε στις 27/11/1940 στο Σαν Φρανσίσκο. Ο πατέρας του, Καντονέζος ηθοποιός και τενόρος περιόδευε στις ΗΠΑ και εκεί γεννήθηκε το τρίτο παιδί της οικογένειας. Ονομάστηκε Σαϊφέν, ένα κοριτσίστικο όνομα για να αποδιώχνει τους δαίμονες που ήθελαν να κλέψουν το αρσενικό παιδί. Αργότερα τον ονόμασαν Τζουνφάν που σημαίνει «Επιστροφή». Ο γιατρός που είχε βάρδια την ώρα της γέννησής του τον ονόμασε Μπρους.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν γεμάτα ένταση, καθώς εμφανίστηκε σε 20 ταινίες στο Χονγκ Κονγκ μέχρι τα 18 του, αλλά είχε και την τάση να μπλέκει σε καυγάδες. Η πρώτη του εμφάνιση στο σινεμά ήταν στην ηλικία των 3 ετών σε ταινία του πατέρα του. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του Λι από την εφηβεία του είναι άγνωστο εκτός της Κίνας και του Χονγκ Κονγκ.
Οι γονείς του τον έστειλαν στη σχολή του θρύλου της τέχνης του Κουνγκ-Φου, Ιπ Μαν (Yip Man), για να τον διδάξει να αμύνεται, καθώς έπαιρνε μέρος σε πολλές οδομαχίες. Ο μεγάλος δάσκαλος τον εκπαίδευσε στο Γουίν Τσουν, μια από τις δημοφιλέστερες πολεμικές τέχνες στην Κίνα η οποία επινοήθηκε το 1.700 μ.Χ.
Σημειωτέον ότι η μητέρα του Λι είχε γερμανική καταγωγή και επειδή απαγορευόταν η τέχνη του Κουνγκ Φου να διδάσκεται σε μη Κινέζους, πολλοί αντιδρούσαν για τον Μπρους.
Στις ΗΠΑ έφτασε το 1959. Είχε μπλέξει σε συμμορίες στο Χονγκ Κονγκ και οι γονείς του τον έστειλαν στο Σιάτλ να δουλέψει σε κινέζικο εστιατόριο. Ήταν 18 ετών. Αφού εγκατέλειψε το Χονγκ Κονγκ, ο Λι άρχισε να διδάσκει τη δική του μορφή πολεμικών τεχνών. Συνέχισε να αναπτύσσει το στυλ του μέχρι που δημιούργησε το Jeet Kune Do το 1967. Ο λόγος ήταν ότι η μορφή του Kung Fu ήταν υπερβολικά φορμαλιστική για να είναι πρακτική. Το Jeet Kune Do είναι ένα σύστημα μάχης που εγκαταλείπει την ακαμψία των καθιερωμένων μορφών και δίνει έμφαση στην πρακτικότητα, την ευελιξία, την αποδοτικότητα, την ταχύτητα και τη σωματική διάπλαση.
«Το Τζητ Κουν Ντο ευνοεί την αμορφία, έτσι ώστε να συμπεριέχει όλες τις μορφές των πολεμικών τεχνών, διότι δεν έχει ένα στυλ και αυτός είναι ο λόγος που ταιριάζει με όλα. Ως αποτέλεσμα, χρησιμοποιεί όλες τις μεθόδους και δεν δεσμεύεται σε καμία. Χρησιμοποιούνται όλες οι τεχνικές έτσι ώστε να μπορέσεις να τερματίσεις τον αγώνα» έλεγε χαρακτηριστικά.
Ο Μπρους Λι σπούδασε Φιλοσοφία, ενώ ήταν γνωστός και ως χορευτής. Το 1959 κέρδισε το πρωτάθλημα Τσα-Τσα στο Χονγκ Κονγκ, σημειώνοντας 108 διαφορετικά βήματα. Ήταν ειδικός στην τέχνη και ενσωμάτωσε τον χορό στο στυλ των πολεμικών τεχνών του.
Η κάμερα δεν μπορούσε να πιάσει τις κινήσεις του
Ο Μπρους Λι ήταν εξαιρετικά ταχύς. Ήταν τόσο γρήγορος, που δεν μπορούσε να τον «συλλάβει» η φωτογραφική μηχανή και τα χτυπήματα δεν μπορούσε να τα αντιμετωπίσει ο αντίπαλος. Σε πολλές σκηνές των ταινιών του έπρεπε να επιβραδυνθούν οι κινήσεις για να φανεί η ταινία ρεαλιστική.
Δίδαξε σε μερικές από τις πιο διάσημες προσωπικότητες της γενιάς του, όπως ο Steve McQueen, ο James Coburn και ο Kareem Abdul-Jabbar. Ο θρύλος των Los Angeles Lakers ήταν μαθητής του Λι για τέσσερα χρόνια. «Η πρώτη μου εντύπωση ήταν ότι αυτός ο τύπος είναι πραγματικά σε φόρμα», είπε ο Abdul-Jabbar.
Η «Γροθιά της Μίας Ίντσας»
Ο Μπρους Λι εισήγαγε την κίνηση της «Γροθιάς της Μίας Ίντσας», την πιο διάσημη ίσως κίνησή του. Θυμηθείτε τη σκηνή στο Kill Bill, όπου η Ούμα Θέρμαν είναι θαμμένη ζωντανή και πρέπει να βγάλει το καπάκι από το φέρετρο της. Οι περισσότεροι άνθρωποι που βλέπουν κάτι τέτοιο είναι πιθανόν να το απορρίψουν ως αδύνατο, αλλά βασιζόταν σε κάτι που ο Λι έκανε συχνά σε παραστάσεις.
Στεκόταν μπροστά από έναν εθελοντή, ο οποίος είχε ένα προστατευτικό που κάλυπτε το στήθος του. Πίσω από αυτά υπήρχε μια καρέκλα και ο Λι έβαζε τα δάχτυλά του στο στήθος για την προετοιμασία της γροθιάς. Μέσα σε μια στιγμή τραβούσε τα δάχτυλά του και έριχνε γροθιά με όλη του δύναμη. Το αποτέλεσμα οδηγούσε συχνά τον εθελοντή να χτυπήσει πίσω στην καρέκλα και να πεταχτεί προς τα πίσω.
Η οικογένεια και οι ταινίες
Ο Λι γνώρισε τη Σουηδέζα Linda Emery, την οποία παντρεύτηκε το 1964. Το 1965 απόκτησαν το πρώτο παιδί τους, τον Brandon Lee, και τέσσερα χρόνια αργότερα τη Shannon. Η οικογένεια είχε μετακομίσει το 1966 στο Λος Άντζελες για να είναι κοντά στο Χόλιγουντ.
Ο Μπρους πρωταγωνίστησε στην τηλεοπτική σειρά «The Green Hornet» και από τα κέρδη αγόρασε μια κόκκινη Πόρσε και ένα μεγαλύτερο σπίτι. Οι ρόλοι που του προσφέρονταν ήταν μικροί, φιλοδοξούσε όμως ότι θα πρωταγωνιστήσει στη σειρά «Κουνγκ Φου». Αντ’ αυτού οι παραγωγοί επέλεξαν τον Ντέιβιντ Κάρανταϊν, έναν λευκό ηθοποιό που με ειδικό μακιγιάζ έδειχνε Κινέζος.
Την πρώτη του μεγάλη ταινία την έκανε με παραγωγό τον Φρεντ Γουαϊντράουμπ. Ο Λι ήταν τελειομανής και ήθελε τον απόλυτο έλεγχο. Απέλυσε τον πρώτο σκηνοθέτη της ταινίας «Big Boss» που γυρίστηκε στην Ταϊλάνδη και στη θέση του ανέλαβε ο διάσημος Λο Γουέι. Και με αυτόν όμως είχε συχνές διενέξεις.
Συνολικά έκανε μόνο πέντε ταινίες μεγάλου μήκους στις ΗΠΑ. Η τελευταία και πιο γνωστή κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του σε ηλικία 32 ετών.
Η συμφωνία με τον παραγωγό Ρέιμοντ Τσόου τον ανέδειξε σε αστέρι στις ΗΠΑ. Η Warner Bros και Golden Harvest παρήγαγαν το «Enter the Dragon», που ήταν η πρώτη συμπαραγωγή ΗΠΑ-Χονγκ Κονγκ. Στα γυρίσματα στο Χονγκ Κονγκ ο Μπρους Λι είχε ένα μικρό τικ οπότε αναγκάστηκαν να κάνουν 25 λήψεις. Ήταν αγχωμένος γιατί ήταν μεγάλη ευκαιρία. Είχε αδυνατίσει και ήταν νευρικός. Είχε φτάσει στα σωματικά του όρια. Στις 20/7/1973 αρρώστησε, πριν από συνάντηση με τον Τσόου.
Μια φίλη ηθοποιός του έδωσε ένα παυσίπονο και πήγε να ξεκουραστεί στο δωμάτιό της. Δεν μπορούσε να τον ξυπνήσει και πανικοβλήθηκε. Ο Τύπος ανακάλυψε ότι δεν είχε πεθάνει στο σπίτι και υπέθεσε ότι η ηθοποιός ήταν ερωμένη του. Έγινε έρευνα για δολοφονία και κυκλοφορούσαν φήμες. Στην κηδεία στο Χονγκ Κονγκ υπήρχε 30.000 κόσμος. Ένα μήνα μετά την κηδεία το «Enter the Dragon» έκανε πρεμιέρα στις ΗΠΑ. Η ταινία θεωρείται κλασική και έκανε εισπράξεις άνω των 200 εκατ. δολαρίων.
Λίγο μετά το θάνατο του Λι, οι κινηματογραφιστές στην Κίνα, στο Χονγκ Κονγκ και στην Ταϊβάν άρχισαν να προσλαμβάνουν όποιον έμοιαζε με αυτόν, ελπίζοντας να πουλήσουν την ομοιότητα. Μάλιστα οι νέοι πρωταγωνιστές άλλαζαν τα ονόματά τους για να μοιάζουν αυτά με του νεκρού. Οι Bruce Li, Bruce Lai, Dragon Lee, Bruce Leong και Bruce Le ήταν παραγωγικοί σε όλη τη δεκαετία του ’70. Η τάση της εποχής ονομάστηκε Bruceploiation και μερικοί από τους τίτλους των ταινιών ήταν: «Bruce Lee, The Man, The Myth», «The Clones Of Bruce Lee», «The Dragon Lives Again» κ.ά.
Ο μυστηριώδης θάνατος και η «κατάρα»
Ο θάνατος του Bruce Lee στις 20 Ιουλίου του 1973 προήλθε, σύμφωνα με την επίσημη έρευνα, από εγκεφαλικό οίδημα. Ο εγκέφαλός του είχε πρηστεί σημαντικά, έχοντας αυξηθεί κατά 13%, εξαιτίας μιας αλλεργικής αντίδρασης σε ένα παυσίπονο. Ήταν δύσκολο για τους θαυμαστές του όμως να πιστέψουν ότι ο άνθρωπος που είχε ζήσει με σωστή διατροφή και εξάσκηση, πέθανε από ένα χάπι.
Μετά τον θάνατό του, διαπιστώθηκε ότι βρισκόταν στο διαμέρισμα της ηθοποιού Betty Ting Pei. Υποστηρίζουν ότι εκείνη ευθύνεται, ή ότι τον είχαν δηλητηριάσει στον ύπνο του. Σύμφωνα με τους ιατροδικαστές, το χάπι που έλαβε, προκάλεσε φλεγμονή στον εγκέφαλό του και πέθανε στον ύπνο του.
Η ιστορία έγινε ακόμη πιο μυστηριώδης για τους λάτρες των «σκοτεινών υποθέσεων», όταν το 1993 πέθανε με τραγικό τρόπο ο γιος του Μπρους Λι, Μπράντον.
Ο Μπράντον, που ήταν ηθοποιός, πρωταγωνιστούσε στην ταινία το «Κοράκι», όπου υποδυόταν τον Έρικ Ντρέιβεν, έναν δολοφονημένο μουσικό της ροκ, ο οποίος επέστρεψε από τον τάφο για να εκδικηθεί την συμμορία που δολοφόνησε άγρια αυτόν και την αγαπημένη του.
Στα τελευταία γυρίσματα της ταινίας, ο ρόλος του Μπράντον θα πέθαινε από πυροβολισμό.Η σκηνή ξεκινούσε με τον Λι να μπαίνει σε ένα δωμάτιο και τον συμπρωταγωνιστή του να τον πυροβολεί. Υπό ανεξήγητες συνθήκες, το όπλο ενώ θα έπρεπε να έχει άσφαιρα, είχε μια πραγματική σφαίρα, η οποία κατέληξε στη κοιλιακή χώρα του πρωταγωνιστή.
Ο Μπράντον έπεσε αιμόφυρτος στο πάτωμα και οι υπόλοιποι καθυστέρησαν να καταλάβουν τι έγινε, καθώς πίστευαν ότι ήταν μέρος του σεναρίου. Μόλις αντιλήφθηκαν, ότι δεν έπεσε όπως είχε κάνει στις πρόβες, κάλεσαν ασθενοφόρο. Οι γιατροί στο νοσοκομείο δεν κατάφεραν να σταματήσουν την ακατάσχετη αιμορραγία και ο ηθοποιός άφησε την τελευταία του πνοή, δώδεκα ώρες μετά το συμβάν, σε ηλικία μόλις 28 ετών. Τέσσερα χρόνια νεότερος από την ηλικία που πέθανε ο πατέρας του.