Σύμφωνα με το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Τριανταφυλλίδη, το «λιντσάρω» αναφέρεται σε «πλήθος ανθρώπων» και σημαίνει «επιτίθεμαι με σκοπό να κακοποιήσω κάποιον που τον θεωρώ ένοχο, υπεύθυνο για κάτι» ή ακόμα και «σκοτώνω με τα ίδια μου τα χέρια, χωρίς δίκη, αυτοδικώ». Η λέξη πέρασε στα ελληνικά από τις ΗΠΑ, καθώς εκεί γεννήθηκε και γενικεύτηκε η πρακτική της αυτοδικίας, πώς δηλαδή με συνοπτικές και εξωδικαστικές διαδικασίες μπορείς να καταστείλεις εξεγέρσεις ή να τιμωρήσεις δράστες εγκλημάτων. Και μπορεί αρχικά οι αμερικανοί πατριώτες να τα είχαν με τους οπαδούς του βρετανικού στέμματος και τους κάθε λογής κλέφτες μετά, ο όρος χρησιμοποιήθηκε ωστόσο σύντομα για να περιγράψει τη θανάτωση Αφροαμερικανών από πλήθη εξαγριωμένων λευκών, για κάθε αιτία που μπορείς ή όχι να φανταστείς. Ως «Λύντσειος τιμωρία» ή και «λυντσισμός» πέρασε στη γλώσσα μας το αμερικάνικο «lynching» ήδη από τον 19ο αιώνα, με τα χρόνια οι όροι απλοποιήθηκαν ωστόσο σε «λυντσάρισμα» και μετά το 1976 έφτασε να γράφεται «λιντσάρισμα». Ποια ήταν όμως αυτός ο «Λύντσειος Νόμος» που τόσο σημάδεψε την Αμερική και συνεχίζει δυστυχώς να μαστίζει ακόμα και σήμερα τις σύγχρονες κοινωνίες;
NEWSBEAST
Τι ήταν ο φριχτός Νόμος του Λιντς που καθιέρωσε το… λιντσάρισμα
Η ειδεχθής πρακτική της Αμερικανικής Επανάστασης που έφτασε ως και τις μέρες μας
Πώς ξεκίνησαν όλα
Τι έγινε μετά
Τα μεγάλα αμερικανικά λεξικά συμπεριέλαβαν στα λήμματά τους τον όρο από τα μέσα του 19ου αιώνα. Στις μικρές ιστορίες που δημοσίευαν για το πώς και το πού εφαρμοζόταν ο Νόμος του Λιντς από τον γαιοκτήμονα της Βιρτζίνια είχαν προστεθεί πια και πολλοί ακόμα δίπλα στους «προδότες» φιλοβρετανούς. Αν και η βασική ποινή παρέμενε το μαστίγωμα. Ο Cutler τοποθετεί την αλλαγή της τιμωρίας στις δεκαετίες μεταξύ 1840-1880, όταν τα πράγματα έγιναν σαφώς φριχτότερα. Τώρα, μας λέει ο ιστορικός, ο όρος «λιντσάρισμα» είχε γίνει συνώνυμο με το «κρέμασμα». Εκεί που κάποτε οι τιμωρίες ήταν το μαστίγωμα, η κατάσχεση της περιουσίας και ο εξοστρακισμός από την πόλη, η μαζική αυτοδικία περιλάμβανε πια κρέμασμα, κάψιμο στην πυρά, διαμελισμό από άλογα και φονικό ξυλοδαρμό από μανιασμένο όχλο. Από τα στατιστικά στοιχεία που είναι σήμερα διαθέσιμα, η πλειονότητα των λιντσαρισμάτων έλαβε χώρα στις νότιες και δυτικές πολιτείες των ΗΠΑ και αφορούσε πια κατεξοχήν στον αφροαμερικανικό πληθυσμό. Το βαθιά ριζωμένο μίσος των Νοτίων κατά της μαύρης κοινότητας απαθανατίστηκε στην αποτρόπαιη πρακτική και το λιντσάρισμα έφτασε να έχει ακόμα και ρόλο αποτροπής. Ο ιστορικός Walter White εξηγεί πως το λιντσάρισμα γινόταν στη βάση τριών στρεβλών πεποιθήσεων: «1) οι νέγροι καταφεύγουν σε σεξουαλικά εγκλήματα, 2) μόνο με το λιντσάρισμα μπορείς να προστατεύσεις τις λευκές γυναίκες, 3) οι φριχτές πράξεις των μαύρων μπορούν να αποσοβηθούν μόνο με χρήση ακραίας βίας». Στις ελάχιστες μάλιστα καταγεγραμμένες εξεγέρσεις των μαύρων σκλάβων του Νότου, οι λευκοί απαντούσαν με απίστευτη βιαιότητα. Πίστευαν εξάλλου πως κάθε λευκός, όσο κακός, διεστραμμένος και εγκληματικός κι αν είναι, ήταν απείρως πιο ανώτερος «από τον καλύτερο νέγρο που έζησε ποτέ», όπως παρατηρεί ο White. Χαρακτηριστικός είναι εδώ ο πίνακας που δημοσίευσε η εφημερίδα «Chicago Tribune» τον Ιανουάριο του 1892 με τα λιντσαρίσματα μεταξύ 1882-1883: «το 1882, 52 νέγροι δολοφονήθηκαν από τον όχλο, το 1883, 39 νέγροι δολοφονήθηκαν από τον όχλο, το 1884, 53 νέγροι, το 1885, 77 νέγροι, το 1886, 73 νέγροι, το 1887, 70 νέγροι, το 1889, 95 νέγροι, το 1890, 100 νέγροι, το 1891, 169 νέγροι». Από αυτούς «οι 269 για βιασμό, οι 253 για φόνο, οι 44 για κλοπή, οι 37 για εμπρησμό, οι 4 για διάρρηξη, οι 27 για φυλετικές διακρίσεις, οι 13 επειδή καυγάδισαν με λευκό, οι 10 επειδή απείλησαν, οι 7 επειδή εξεγέρθηκαν, οι 5 για επιμιξία και οι 32 για κανέναν απολύτως λόγο». Έτσι γράφει, «για κανέναν απολύτως λόγο»! Και όπως σημειώνει η εφημερίδα, οι λευκοί «απόλαυσαν πραγματικά τις βάρβαρες πράξεις κατά των αμερικανών νέγρων». Πλέον ήταν η εποχή της παντοδυναμίας της Κου Κλουξ Κλαν, που εξαργύρωνε τον φόβο του κοσμάκη σε φόνους και βία. Ειδικά στα χρόνια της λεγόμενης Δεύτερης ΚΚΚ, μεταξύ 1915-1944, ο Νόμος του Λιντς καπέλωσε κυριολεκτικά τη θεσμοθετημένη δικαιοσύνη σε πολλές γωνιές των ΗΠΑ. Ακόμα και το 1959 λίντσαραν μαύρους στο Μισισιπή και η αιματοβαμμένη ιστορία του Mack Charles Parker παραμένει εδώ σταθμός πως η κοινωνία των λευκών δεν είχε προχωρήσει βήμα σε όρους αυτοδικίας. Το λιντσάρισμα συνδέθηκε με την ίδια την ιστορία του αμερικανικού έθνους, αν και είναι σαφές πως δεν εφαρμόστηκε μόνο εκεί ούτε τα πράγματα σταμάτησαν τότε. «Ειδεχθές αίνιγμα» το αποκαλούν συχνά οι ιστορικοί που ασχολούνται με τον Νόμο του Λιντς, προσπαθώντας να καταλάβουν δηλαδή γιατί ο όχλος αποζητά να πάρει τον νόμο στα χέρια του, απειλώντας την ίδια τη δημοκρατία και το ευνομούμενο των σύγχρονων πολιτειών. Ίσως είναι αυτό που παρατηρεί η «Chicago Tribune» ήδη από το 1892, πως «τα λιντσαρίσματα συμβαίνουν κυρίως σε περιόδους αδράνειας και ανεργίας των κατώτερων τάξεων»…