H αιμομιξία, όσο απεχθής πρακτική και αν θεωρείται από την πλειονότητα, μέχρι και τον 19ο αιώνα οι γάμοι μεταξύ αδερφών αλλά και το σεξ μεταξύ συγγενών πρώτου ή δευτέρου βαθμού συγγένειας, όχι μόνο δεν ήταν κατακριτέο αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν και αποδεκτό.
Ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει την αιμομικτική σχέση που είχε ο θεμελιωτής της θεωρίας της εξέλιξης, Δαρβίνος με την πρώτη του ξαδέρφη Έμμα; Με την οποία μάλιστα παντρεύτηκε και έκανε 10 παιδιά. Από αυτά τα 3 πέθαναν ενώ από τα υπόλοιπα 7 δεν μπόρεσαν να τεκνοποιήσουν ποτέ. Πολλοί ήταν αυτοί που ανέφεραν ότι τα προβλήματα υγείας των παιδιών του Δαρβίνου και της ξαδέρφης του οφείλονταν στην αιμομιξία.
Ή για να έρθουμε και πιο κοντά χρονικά και στον μουσικό κόσμο, το 2009 η κόρη του ηγέτη του πασίγνωστου folk συγκροτήματος The Mamas and the Papas, Τζον Φίλιπς, Μακένζι αποκάλυψε στην αυτοβιογραφία της ότι ένα βράδυ μετά από κατανάλωση πολλών ναρκωτικών και αλκοόλ, άνοιξε τα μάτια της και είδε τον πατέρα της από πάνω της. «Το επόμενο που θυμάμαι είναι να κάνουμε σεξ. Ήταν η μόνη που θυμάμαι αλλά μπορεί να υπήρξαν και άλλες».
Τη δεκαετία του ’70 ωστόσο η ιστορία μιας ντίβας που κατέληξε στον φρικτό θάνατό της, σόκαρε την κοινή γνώμη, κυρίως για την πολυπλοκότητα και τα καλά κρυμμένα μυστικά που περιείχε η αιμομικτική σχέση της Μπάρμπαρα Ντάλι Μπέικελαντ με τον γιο της Άντονι.
Από τη μικρή της ηλικία η Μπάρμπαρα Ντάλι Μπέικελαντ ξεχώρισε για την ομορφιά της και την ικανότητά της να «αναρριχάται» μέσα σε διάφορους κοινωνικούς κύκλους. Κατά τη δεκαετία του ’40 και του ’50, μεταξύ των 20 και των 30 της χρόνων η Μπέικελαντ ήταν ανάμεσα στις 10 πιο ποθητές γυναίκες της Νέας Υόρκης.
Η εμφάνισή της και η κλάση της, της είχαν δώσει μία σχεδόν μόνιμη θέση στη Vogue και στο Harper’s Bazzar. To στάτους που είχε αναπτύξει την είχαν κάνει επίσης μία μόνιμη θαμώνα των πάρτυ της υψηλής κοινωνίας όπου εκεί γνώριζε διάφορους μνηστήρες.
Πίσω από τα πάρτυ, τη δόξα και τη μεγάλη ζωή ωστόσο συνήθως κρύβονται βαθιά προβληματικές προσωπικότητες που αργά ή γρήγορα θα βγάλουν προς τα έξω τον σκοτεινό εαυτό τους.
Ένας από αυτούς τους μνηστήρες κατάφερε τελικά να κάνει δική του την Μπάρμπαρα Ντάλι. Και αυτός ο μνηστήρας δεν ήταν όποιος κι όποιος. Ήταν ο Μπρουκς Μπέικελαντ, εγγονός του εφευρέτη του πλαστικού, Λίο Μπέικελαντ.
Εκείνος δήλωνε συγγραφέας και εκείνη ζωγράφος. Μπροστά από τις φανταχτερές κουρτίνες ήταν ένα από τα ωραιότερα και πιο ερωτευμένα ζευγάρια της κοσμικής Νέας Υόρκης. Ο γάμος τους όμως ήταν γεμάτος βίαια ξεσπάσματα και μιζέρια. Όπως ακριβώς και η παιδική ηλικία της. Γεννημένη το 1922 στη Μασαχουσέτη, έζησε ελάχιστα χαρούμενα παιδικά χρόνια. Στα 10 της, ο πατέρας της αυτοκτόνησε. Σκηνοθέτησε όμως την αυτοχειρία του ως ατύχημα προκειμένου να πάρει χρήματα η οικογένεια από την ασφαλιστική του εταιρεία.
Ο Μπρουκς γοητεύτηκε και αυτός όπως και άλλοι από την ομορφιά της Μπάρμπαρα αλλά παραδέχθηκε ότι ο γάμος τους ήταν αποτέλεσμα ενός ψέματος. Η γυναίκα του, του είπε ότι ήταν έγκυος (ψευδώς) για να τον αναγκάσει να εισέλθει εις γάμον κοινωνία.
Η ίδια ωστόσο είχε μπει σε μια δύνη από την οποία δεν θα γλύτωνε εύκολα. Για να ανταπεξέλθει στην αδιαφορία και τις εξωσυζυγικές σχέσεις του άνδρα της, κατανάλωνε μεγάλες ποσότητες αλκοόλ και ναρκωτικών ουσιών. Σε κοσμικές εκδηλώσεις, η πληγωμένη σύζυγος συχνά μεθούσε και έκανε σκηνές, ενώ κανείς δεν μπορούσε να διαχειριστεί την απρόβλεπτη συμπεριφορά της.
Το 1946 ωστόσο η Μπέικελαντ όντως έφερε στον κόσμο ένα αγοράκι, το οποίο θα είναι και το μοναδικό παιδί του ζευγαριού. Η έλευση του μικρού Άντονι ηρέμησε την κατάσταση μεταξύ του ζευγαριού.
Τα ταξίδια της οικογένειας ήταν μία καθημερινότητα και ο μικρός Τόνι, όπως τον φώναζαν, ήταν η κόλλα που κρατούσε τον Μπρουκς και τη Μπάρμπαρα ενωμένους. Μέχρι την εφηβεία του πιτσιρικά όλα φαινόντουσαν πώς πηγαίνουν σύμφωνα με το σχέδιο των πλούσιων γονιών του.
Όλα άλλαξαν στην οικογένεια όταν ο έφηβος πια Άντονι αποκάλυψε στους γονείς του ότι ήταν ομοφυλόφιλος. Η Μπάρμπαρα δεν μπόρεσε να συμβιβαστεί με αυτό το γεγονός, καθώς επιθυμούσε ο γιος της να παντρευτεί και να κάνει οικογένεια. Το ζευγάρι απομακρύνθηκε για άλλη μια φορά και ο Μπρουκς ζήτησε διαζύγιο. Σταμάτησε όμως κάθε συζήτηση, όταν η Μπάρμπαρα τον απείλησε ότι θα αυτοκτονήσει.
Το 1967, όταν ο Τόνι ήταν 20 χρόνων, ερωτεύτηκε έναν συνομήλικό του με τον οποίο και έκανε σχέση. Η μητέρα του ωστόσο ζούσε σε άρνηση και πίεζε τον γιο της να κυνηγήσει μία όμορφη κοπέλα με το όνομα Σιλβί.
Το σχέδιό της ωστόσο δεν είχε το αποτέλεσμα που φανταζόταν καθώς αυτός που τελικά ερωτεύτηκε την νεαρή κοπέλα ήταν ο σύζυγός της, ο οποίος μάλιστα άφησε την Μπάρμπαρα και έφυγε με την Σιλβί. Ο χρόνος που ακολούθησε ήταν μαρτυρικός για την Μπάρμπαρα όταν και πάλεψε με την κατάθλιψη και το διαζύγιο με τον Μπρουκς.
Όταν συνειδητοποίησε ότι ο γάμος τους είχε τελειώσει πήρε τον Άντονι από την Ισπανία και μετακόμισαν οι δυο τους σε ένα σπίτι στο Λονδίνο. Αυτό έμελλε να είναι και το τελευταίο σπίτι. Και για τους δύο…
Στο Λονδίνο η Μπάρμπαρα έβαλε μπροστά πιο ενεργά το σχέδιό της για «θεραπεία» του γιου της από την ομοφυλοφιλία. Πλήρωνε ιερόδουλες να κοιμούνται με τον γιο της, ώστε να γίνει… ετεροφυλόφιλος.
Φυσικά η πρακτική αυτή ήταν καταδικασμένη να αποτύχει. Όπως και αυτή που ακολούθησε μετά. Αποπλάνησε τον γιο της και τον ανάγκασε να έχουν αιμομικτικές σχέσεις. Η ήδη ταραγμένη ψυχική υγεία του νεαρού κλονίστηκε ακόμα περισσότερο. Μάλιστα ο γιατρός που διέγνωσε το παιδί με σχιζοφρένεια προειδοποίησε την Μπάρμπαρα ότι ο Άντονι έπρεπε άμεσα να νοσηλευτεί.
Εκείνη τον αγνόησε επιδεικτικά και συνέχισε να έχει κανονικά σεξουαλικές σχέσεις με τον ίδιο της τον γιο.
Η 17η Νοεμβρίου του 1972 ήταν η μέρα που η παρανοϊκή τους σχέση θα εξελισσόταν σε αιματοκύλισμα. Κατά τη διάρκεια ενός καβγά με την Μπάρμπαρα, άρπαξε ένα κουζινομάχαιρο και της το κάρφωσε στο στήθος. Η Μπάρμπαρα πέθανε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα μέσα σε μία λίμνη αίματος.
Ο 25χρονος Τόνι, ήταν εξαιρετικά ήρεμος άφησε το μαχαίρι στην άκρη, παράγγειλε φαγητό και κάλεσε την αστυνομία. Όταν εκείνοι έφτασαν στο σπίτι τον βρήκαν να τρώει και να παραδέχεται ότι έσφαξε τη μητέρα του.
Φίλοι του Άντονι από την υψηλή κοινωνία τον βοήθησαν να βγει από την ψυχιατρική κλινική που είχε κλειστεί. Μετακόμισε μαζί με την γιαγιά του στη Νέα Υόρκη. Έξι μόλις μέρες μετά το εξιτήριο αποπειράθηκε να δολοφονήσει και τη γιαγιά του. Προσπάθησε να τη βιάσει, τη μαχαίρωσε τουλάχιστον 8 φορές και της έσπασε αρκετά κόκαλα. Η Νίνι κατάφερε να επιβιώσει και ο Τόνι συνελήφθη με την κατηγορία της ανθρωποκτονίας.
Η ζωή του Τόνι ήταν σχεδόν προδιαγεγραμμένη. Λίγο πριν τη δίκη τον βρήκαν νεκρό με μία πλαστική σακούλα στο κεφάλι του. Η ζωή της Μπάρμπαρα και του Τόνι ήταν η έμπνευση για το βιβλίο με τίτλο Savage Grace αλλά και της ομώνυμης ταινίας με πρωταγωνιστές την Τζούλιαν Μουρ και τον Έντι Ρέντμεϊν.