Η σκηνή σοκάρει. Ένας φοβισμένος άνθρωπος. Ένα χέρι τεντωμένο που κρατάει ένα περίστροφο. Μια νευρική κίνηση. Μια σφαίρα. Ένα κλικ. Αίμα. Θάνατος. Και κάπως έτσι γράφεται ιστορία. Ή μάλλον κάπως έτσι αλλάζει η ιστορία.
Εύλογα θα αναρωτηθεί κάποιος «μα, καλά, αλλάζει η ιστορία από μια φωτογραφία»; Μια γρήγορη απάντηση σε αυτό το ερώτημα κρύβει παγίδες. Ένα «ναι» ή ένα «όχι» είναι το ίδιο λάθος. Η σωστή απάντηση είναι πως μια τέτοια φωτογραφία θα μπορούσε να αλλάξει όχι την ιστορία αλλά τη ροή των πραγμάτων. Να αποτελέσει θρυαλλίδα εξελίξεων. Να επισπεύσει τα γεγονότα.
Σε κάθε περίπτωση είναι από τις φορές που η δύναμη της εικόνας δρα καταλυτικά. Συγκλονίζει. Η ωμότητα είναι πρωτοφανής. Και δεν περιμένεις τα βραβεία, τις διακρίσεις και όλα τα υπόλοιπα για να συνειδητοποιήσεις πως τέτοιου είδους φωτογραφίες δεν περνάνε στην ιστορία. Είναι η ιστορία. Μια ιστορία αιματοβαμμένη.
Ο σκληρός στρατηγός, Νγκουγιέν Νγκοκ Λόαν. Ο βιετκόνγκ, Νκουγιέν Βαν Λεμ. Ο φωτογράφος του Associated Press, Έντι Άνταμς. Τρία τραγικά πρόσωπα της ίδιας ιστορίας.
Ένας σκληρός και δίχως έλεος πολυετής εμφύλιος πόλεμος
Πολλοί ιστορικοί συμφωνούν στο ότι το 1963 είναι η χρονιά που ουσιαστικά ξεκινάει αυτό που σήμερα γνωρίζουμε ως πόλεμος του Βιετνάμ. Η διαιρεμένη σε νότο και βορά χώρα μπαίνει σε μια εμπόλεμη κατάσταση. Κομμουνιστές και αντικομμουνιστές (με τη βοήθεια των αμερικανών) αφήνουν στην άκρη τις μικρο-συμπλοκές και τα προσχήματα και ξεκινούν μια φονική μάχη.
Οι χρονιές που ακολουθούν είναι ολοένα και χειρότερες. Το 1964 οι ΗΠΑ εμπλέκονται αποφασιστικά και σκληρά στη μάχη. Το 1965 η βία κλιμακώνεται επικίνδυνα. Το 1966 η κατάσταση χειροτερεύει και ο ερχομός του 1967 δείχνει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο πως οι δυνάμεις του Κομμουνιστή ηγέτη Χο Τσι Μιν αρχίζουν να αποκτούν το πάνω χέρι, ενώ ο στρατός των ΗΠΑ φαίνεται εγκλωβισμένος σε μια αιματηρή κατάσταση από την οποία δύσκολα μπορεί να βγει κερδισμένος.
Το 1968, ωστόσο, η χρονιά (και ιδιαίτερα η αρχή της) είναι καθοριστική. Για πολλούς, τότε κρίθηκαν όλα. Ο Χο Τσι Μιν οργανώνει το τέλειο σχέδιο. Ένα σχέδιο που έπιασε τους αντιπάλους του στον ύπνο και τους θέρισε.
Οι βιετκόνγκ εκμεταλλευόμενοι την ανακωχή που συνόδευε τις γιορτές του Τετ (νέο σεληνιακό έτος) οργανώνονται και άοπλοι (με λεωφορεία, φορτηγά, ταξί ή ακόμα και με τα πόδια) μπαίνουν στη Σαϊγκόν και άλλες μεγάλες πόλεις του Νότου καταλαμβάνοντας επίκαιρα σημεία. Αργότερα έρχονται και τα όπλα τους κρυμμένα μέσα σε φορτηγά, σε κοντέινερ ακόμα και νεκροφόρες.
Οι αντίπαλοι τους δεν έχουν καταλάβει τίποτα και έτσι το ξημέρωμα της 31ης Ιανουαρίου εξαπολύουν τη μεγαλύτερη επιχείρηση από την έναρξη του πολέμου που περιελάμβανε επιθέσεις σε 36 από τις 44 πρωτεύουσες επαρχιών του Νοτίου Βιετνάμ, σε 23 αεροδρόμια, σε τουλάχιστον 100 στρατιωτικές βάσεις ακόμα και την πρεσβεία των ΗΠΑ που είχε μετατραπεί σε οχυρό. Ο αιφνιδιασμός είναι απόλυτος. Μπορεί με στρατιωτικούς όρους οι βιετκόνγκ να μην πέτυχαν τη συντριπτική νίκη που περίμεναν άλλα έδειξαν πως έχουν το πάνω χέρι.
Το «κλικ» που άλλαξε τη ροή ενός πολέμου
Οι Νοτιοβιετναμέζοι και οι αμερικανοί σύμμαχοί τους δέχονται τεράστιο πλήγμα κυρίως επικοινωνιακό και ψυχολογικό. Προκειμένου να αντιστρέψουν το κλίμα επιδίδονται σε σπασμωδικές κινήσεις. Η κακή ψυχολογία οδήγησε τον Μάρτιο εκείνης της χρονιάς στο πρωτοφανές και άγριο μακελειό του χωριού Μι Λάι όπου Αμερικανοί στρατιώτες επιδόθηκαν σε μια άνευ προηγουμένου σφαγή αμάχων που έστρεψε σε βάρους τους την παγκόσμια κοινή γνώμη. Νωρίτερα, ωστόσο, και συγκεκριμένα την 1η Φεβρουαρίου είχε γίνει ένα ακόμα περιστατικό που φούντωσε το παγκόσμιο αντιπολεμικό κίνημα.
Εκείνο το πρωινό και κάπου ανάμεσα σε φονικές μάχες, οι στρατιώτες του Νότιου Βιετνάμ καταφέρνουν να συλλάβουν έναν αδύνατο και ταλαιπωρημένο άνδρα, που φορούσε ένα καρό πουκάμισο και ένα σορτσάκι. Ο άνδρας είχε τα χέρια του δεμένα πίσω από τη πλάτη του και έδειχνε χαμένος ανάμεσα στους πάνοπλούς στρατιώτες οι οποίοι τον περιφέρουν μέσα στους δρόμους της Σαϊγκόν.
Ξαφνικά και ενώ η μικρή ομάδα των στρατιωτών στο μέσο της οποίας βρίσκεται ο αιχμάλωτος, προχωράει στο δρόμο, εμφανίζεται ένας αξιωματικός του στρατού. Με μια νευρική κίνηση του δεξιού χεριού του διώχνει δίπλα από τον αιχμάλωτο τους στρατιώτες.
Πριν ο αιχμάλωτος καταλάβει τι ακριβώς γίνεται ο αξιωματικός τεντώνει το χέρι του, το φέρνει δίπλα στον κρόταφο του άνδρα και χωρίς να πει το παραμικρό τον εκτελεί με μια σφαίρα στο κεφάλι. Όλοι παγώνουν. Ο αιχμάλωτος σωριάζεται στο έδαφος και το αίμα που αναβλύζει με δύναμη από το κεφάλι του βάφει το οδόστρωμα.
Ανάμεσα στους στρατιώτες βρίσκονται διάφοροι δημοσιογράφοι, καμεραμάν και ένας φωτογράφος που καταγράφουν καρέ-καρέ το ιδιαίτερης σκληρότητας περιστατικό. Είναι η στιγμή που γράφεται η ιστορία.
Η μοίρα των πρωταγωνιστών
«Αυτοί οι τύποι έχουν σκοτώσει πολλούς δικούς μας. Νομίζω ότι ο Βούδας θα με συγχωρήσει για την πράξη μου», είπε ο Νγκουγιέν Νγκοκ Λόαν λίγο μετά την αποτρόπαια πράξη του. Ο στρατηγός Loan είχε τη φήμη ενός σκληρού ανθρώπου. Και ο πόλεμος σε κάνει ακόμα πιο σκληρό. Το έδειξε αυτό, άλλωστε, με τον τρόπο που εκτέλεσε τον αιχμάλωτο.
Για τον ίδιο, ωστόσο, η μοίρα στάθηκε πιο σκληρή. Περίπου τρείς μήνες μετά το περιστατικό, τραυματίστηκε σοβαρά σε μια μάχη, έχασε το πόδι του και αργότερα αποστρατεύτηκε. Αναγκάστηκε να φύγει για τις ΗΠΑ μετά την άτακτη υποχώρησή του αμερικανικού στρατού από το Βιετνάμ το 1975. Εκεί, όμως, ήρθε αντιμέτωπος με όσους ήταν αντίθετοι με τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Ο στρατηγός Loan ήταν εύκολα αναγνωρίσιμος και αυτό του έκανε τη ζωή δύσκολη. Κάποια στιγμή κατάφερε και άνοιξε μια πιτσαρία στη Βιρτζίνια κυκλοφορώντας με άλλη ταυτότητα. Σε όσους τον αναγνώριζαν έλεγε απλά πως μοιάζει με τον στρατηγό αλλά δεν είναι αυτός. Πέθανε το 1998 από καρκίνο στη Βιρτζίνια, σε ηλικία 67 ετών.
Μέχρι που πέθανε έλεγε για τον 35χρονο Νκουγιέν Βαν Λεμ που εκτέλεσε εν ψυχρώ, πως ήταν ένας φονιάς. Υποστήριζε πως το θύμα ήταν επικεφαλής ενός τάγματος θανάτου που δολοφονούσε στρατιώτες, αστυνομικούς και αμάχους χωρίς διακρίσεις. Λέγεται, μάλιστα, πως ο στρατηγός είχε πει πως ο Νκουγιέν Βαν Λεμ είχε συλληφθεί πάνω από έναν ομαδικό τάφο μέσα στον οποίο υπήρχαν πολλά πτώματα αστυνομικών αλλά και συγγενών τους. Οι κατηγορίες αυτές ουδέποτε αποδείχθηκαν και φυσικά ο 35χρονος βιετκόνγκ δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι σε αυτές τις κατηγορίες.
Τέλος, ο φωτογράφος του Associated Press, Έντι Άνταμς μπορεί να βραβεύτηκε με το βραβείο πούλιτζερ για την επιτυχία του να τραβήξει μια από τις πλέον ιστορικές, πολεμικές φωτογραφίες αλλά εκείνο το «κλικ» τον στοίχειωσε για την υπόλοιπη ζωή του.
Χρόνια αργότερα, σε μια επιστολή του στο περιοδικό TIME έγραφε: «Ο στρατηγός σκότωσε ένα Βιετκόνγκ κι εγώ σκότωσα τον στρατηγό με τη φωτογραφική μου μηχανή. Οι φωτογραφίες είναι το πιο ισχυρό όπλο στον κόσμο. Οι άνθρωποι τις πιστεύουν, αλλά οι φωτογράφοι συχνά ψεύδονται, έστω και χωρίς δόλο. Οι φωτογραφίες λένε συχνά τη μισή αλήθεια, όπως και στην περίπτωση του Λόαν».
«Εσείς τι θα κάνατε, αν ήσασταν στη θέση του αντισυνταγματάρχη; Εκείνη την εποχή σ’ εκείνο το σημείο, εκείνη τη ζεστή μέρα; Κι αν είχατε στα χέρια σας έναν άνθρωπο που πριν από λίγο είχε σκοτώσει δυο-τρεις Αμερικανούς;» Το ερώτημα τον βασάνιζε μέχρι το θάνατό του, το 2004.