Δεν πίνουν αλκοόλ, καφέ ή τσάι και δεν καπνίζουν, λόγω μιας αποκάλυψης που είχε ο προφήτης τους και αποκαλείται «Ο Λόγος της Σοφίας». Πιστεύουν ότι και στην εποχή μας υπάρχουν ζωντανοί προφήτες, οι οποίοι λαμβάνουν καθημερινά θεϊκή αποκάλυψη και δρουν υπέρ της ανθρωπότητας. Κηρύττουν τη μετάνοια, τη φιλανθρωπία, τη σεξουαλική καθαρότητα εκτός γάμου. Οι Μορμόνοι έχει συνδεθεί στενά και με την πρακτική της πολυγαμίας. Ένας σύζυγος με πολλές συζύγους και όχι το αντίστροφο. Και παρόλο που η Εκκλησία του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών, όπως αποκαλείται επίσημα, κατάργησε την πολυγαμία το 1890, υπήρξαν αρκετοί πιστοί που δεν συμμορφώθηκαν. Και μέχρι σήμερα, οι απόγονοί τους εφαρμόζουν αυτές τις πρακτικές, αποτελώντας ένα ξεχωριστό παρακλάδι της θρησκευτικής αυτής πίστης. Ιδρυτής της ιδιαίτερης αυτής θρησκείας, ο Τζόζεφ Σμιθ, ήταν το παιδί μιας οικογένειας φτωχών αγροτών που αναδείχθηκε σε χαρισματικό προφήτη, υπέρμαχο της πολυγαμίας, δημιουργό μιας πόλης και μιας εκκλησίας και τελικά μάρτυρα για την ίδια την πίστη που εκείνος εγκαθίδρυσε.
NEWSBEAST
Ο νεαρός προφήτης που ίδρυσε μια πολυγαμική Εκκλησία, η οποία επιβιώνει μέχρι σήμερα
Αυτή είναι η ιστορία των Μορμόνων, των πιστών της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών
Ο νεαρός προφήτης που δημιούργησε τους Μορμόνους
Γεννημένος στο Βερμόντ το 1805, οι γονείς του διέθεταν ελάχιστα μέσα για να εξασφαλίσουν την επιβίωση της οικογένειας. Ως αγόρι ακόμη, ο Τζόζεφ προκαλούσε εντύπωση σε όλους εκείνους γύρω του, ειδικά μετά τη μετακόμιση της οικογένειας στη δυτική Νέα Υόρκη. Η μητέρα του θυμόταν το κουράγιο που έδειχνε όταν ήταν μόλις επτά ετών στη διάρκεια μιας επίπονης επέμβασης για να σωθεί το πόδι του αφότου είχε προβληθεί από τυφώδη πυρετό. Το 1825, σε ηλικία μόλις 20 ετών, μια 21χρονη δασκάλα με το όνομα Έμα Χέιλ εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από τον γοητευτικό νεαρό που τον παντρεύτηκε δύο χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1827. Τα οράματα ξεκίνησαν το 1820, όταν ο Σμιθ ήταν 14 ετών και θα καθόριζαν το μέλλον του ίδιου αλλά και των ανθρώπων που θα επέλεγαν να τον ακολουθήσουν τυφλά. Στο πρώτο από τα οράματα αυτά, ο Σμιθ είδε μια στήλη φωτός και εικόνες του Θεού και του Ιησού Χριστού. Στη διάρκεια του οράματος, έλαβε την προειδοποίηση ότι όλες οι χριστιανικές αξίες είχε παρεκκλίνει από την αλήθεια. Το 1823 θα ακολουθούσε μια σειρά από οράματα με έναν άγγελο με το όνομα Μορόνι που του μίλησε για ένα βιβλίο γραμμένο σε χρυσές πλάκες. Το βιβλίο μετέφερε την ιστορία μιας ομάδας Ισραηλιτών που εγκαταστάθηκαν στην Αμερική γύρω στο 600 π.Χ. Έπειτα από μια περίοδο δοκιμασιών, επιτράπηκε στον Σμιθ να αποκτήσει πρόσβαση σε αυτές τις πλάκες, μαζί με μια συσκευή που του επέτρεπε να διαβάσει όσα έγραφαν. Οι Μορμόνοι μετά τον Σμιθ και η πολυγαμία σήμερα
Με τον θάνατο του Σμιθ, η Εκκλησία του Ιησού Χριστού κατακερματίστηκε. Ορισμένοι Μορμόνοι συνειδητοποίησαν ότι με το να ζουν όλοι μαζί σε ένα μόνο μέρος ως «συγκεντρωμένη κοινότητα, προκαλούσε αντιδράσεις. Άλλοι, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν ζήσει στη Ναβού την περίοδο 1839-1844, είχαν την πεποίθηση ότι ενώ το «Βιβλίο των Μορμόνων» αποτελούσε μια «νέα διαθήκη του Ιησού Χριστού, οι προφητικές δυνάμεις του Σμιθ είχαν χρησιμοποιηθεί με δόλιο τρόπο, ειδικά όσον αφορούσε την πολυγαμία. Απορρίπτοντάς την, αποφάσισαν να εγκατασταθούν σε άλλες περιοχές των ΗΠΑ. Η μεγαλύτερη ομάδα των ακολούθων του Σμιθ μετανάστευσε στη Γιούτα το 1847, υπό την ηγεσία του Μπρίγκχαμ Γιανγκ, ο οποίος διαδέχτηκε τον Σμιθ. Υπό τον Γιανγκ, η πολυγαμία έπαψε να αποτελεί απλώς φήμες και το 1852 οι γάμοι ενός άντρα με πολλές γυναίκες υιοθετήθηκαν επίσημα από την εκκλησία των Μορμόνων. Μέχρι το 1880, υπολογίζεται ότι ένα 20-30% των οικογενειών των Μορμόνων ήταν πολυγαμικό. Η πρακτική συνέχισε όμως να προκαλεί αντιδράσεις, με ιερείς και ανθρώπους των γραμμάτων να την αποκαλούν συνώνυμη της δουλείας. Το 1878, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έκρινε ότι η πολυγαμία ήταν μια «απεχθής» πρακτική. Δεν άργησε και η ποινικοποίηση της πολυγαμίας ως ομοσπονδιακό αδίκημα. Ολόκληρες οικογένειες άρχισαν να κρύβονται για να αποφύγουν τη φυλάκιση. Οι άντρες Μορμόνοι παρουσιάζονταν ως φανατικοί που εκμεταλλεύονταν αθώους πιστούς για να ικανοποιήσουν τις σεξουαλικές τους ορέξεις. Υπό την πίεση της κοινής γνώμης και έπειτα από βίαιες επιθέσεις εναντίον Μορμόνων, η εκκλησία τους ανακοίνωσε το 1890 ότι δεν πρόκειται να επικυρώνει αυτούς τους γάμους. Παρόλα αυτά όμως, υπήρχαν οι σκληροπυρηνικοί που επέμειναν να εφαρμόζουν αυτή την πρακτική και αποσπάστηκαν από το κύριο σώμα της εκκλησίας. Άλλοι προσάρμοσαν τις συνήθειές τους για να έρθουν περισσότερο κοντά στον ευρέως αποδεκτό αμερικανικό τρόπο ζωής. Δύο σχεδόν αιώνες αργότερα, είναι ένα ζήτημα υπαρκτό για την αμερικανική κοινωνία. Οι περισσότεροι Μορμόνοι που είναι πολύγαμοι, έχουν παντρευτεί νόμιμα τη μια τους σύζυγο, ενώ τις υπόλοιπες -για καθαρά νομικούς λόγους- τις αποκαλούν απλώς «πνευματικές συντρόφους» τους. Πάντως, στον στενό κύκλο της θρησκείας αυτές είναι ισότιμες σύζυγοι με αυτή που αναγνωρίζει ο αμερικανικός νόμος.