Μιλώντας για εφευρέσεις και ιδέες που δεν άλλαξαν ακριβώς τον κόσμο, δεν μπορείς να μην αναγνωρίσεις το ευφάνταστο του νου και την ακραία λογική που κρυβόταν πίσω από τις προσπάθειες κάποιων να κάνουν ασφαλέστερη και πιο πετυχημένη την απόδραση από φλεγόμενα περιβάλλοντα.
Ένα θέμα που απασχόλησε την ανθρωπότητα από πολύ νωρίς και συνεχίζει να το κάνει με την ίδια αμείλικτη επιμονή μέχρι και τις μέρες μας.
Ένα κτίριο που έχει τυλιχθεί άλλωστε στις φλόγες και οι δίοδοι διαφυγής δεν είναι πια ανοιχτές, ισοδυναμεί με εφιάλτη βγαλμένο από την ίδια την Κόλαση!
Κι έτσι μοιραία εφευρέτες και οραματιστές προσπάθησαν να διευκολύνουν την πρόσβαση του ανθρώπου στην ασφάλεια με μεγαλύτερη ή μικρότερη επιτυχία κάθε φορά.
Το πρωινό λοιπόν της 10ης Μαρτίου 1860, μερικές εκατοντάδες Νεοϋορκέζοι δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα μάτια τους. Κοιτώντας με τη γνώριμη περιέργεια, είδαν κάτι μακριές υφασμάτινες τσουλήθρες να κρέμονται από την κορυφή του Δημαρχιακού Μεγάρου!
Η παράξενη αυτή τσουλήθρα υποστηριζόταν με σχοινιά κατά μήκος των πλευρών της και η μια της άκρη είχε δεθεί στην κορυφή του κτιρίου. Όσο για την άλλη, την κρατούσαν με τα χέρια τους άνθρωποι στο έδαφος. «Μέσα από αυτό το απύθμενο σακί περιμένουν κάποιοι να γλιστρήσουν οι άνθρωποι που βρίσκονται σε κίνδυνο», σχολίασε πικρόχολα το «Scientific American» στο τεύχος του Μαρτίου.
Κι όμως, ένα σωστό πλήθος από περιπετειώδεις άντρες και αγόρια γλίστρησαν με θάρρος μέσα στο υφασμάτινο αυλάκι και όλοι ξεσπούσαν σε χειροκροτήματα αγαλλίασης κάθε φορά που κάποιος έφτανε στο έδαφος. Σώος και αβλαβής, πάντα! Ήταν ο βρετανός εφευρέτης W.W. Van Loan που επιδείκνυε με καμάρι την πειραματική του συσκευή στο Δημαρχείο της πόλης, όντας φυσικά μία μόνο από τις τόσες και τόσες ιδέες που σχεδιάστηκαν ή/και κατασκευάστηκαν κατά τον 18ο και 19ο αιώνα για να σώζουν ανθρώπινες ζωές από την πύρινη μανία. Στη φωτογραφία το σχέδιο του Lewis Anidhah από το 1890 με έναν πυρίμαχο καμβά πάνω στον οποίο γλιστρά ένα καλαθάκι!
Όσο οι καινοτόμες οικιακές τεχνολογίες, όπως οι λάμπες πετρελαίου και οι στόφες της κουζίνας, εγκαθιδρύονταν στα σπιτικά της Δύσης, τόσο πιο κοινές γίνονταν και οι πυρκαγιές. Κι έτσι οι εφευρέτες έπρεπε τώρα να επιστρατεύσουν τη φαντασία και την οξύνοιά τους για να αναπτύξουν δημιουργικούς μηχανισμούς που θα έβγαζαν τους ανθρώπους από τις πύρινες παγίδες.
Κι ενώ οι περισσότερες πατέντες δείχνουν ότι η τάση ήταν φορητές συσκευές, ιδέες που στηρίζονταν δηλαδή σε σχοινιά, αλεξίπτωτα και σκάλες με ρόδες, υπήρξαν και μερικές ακραία δημιουργικές προτάσεις, όπως τα φτερωτά αλεξίπτωτα, που καταντούσαν σκανδαλωδώς γελοίες! Το φτερωτό αλεξίπτωτο του Pasquale Nigro γεννήθηκε το 1909 και λοιδορήθηκε όσο δεν έπαιρνε…
«Υπάρχουν πολλά σχέδια για διαφυγή από φωτιά», διαβάζουμε στον κατάλογο των Εθνικών Αρχείων της Αμερικής, «κανένα όμως από αυτά δεν ενέπνεε σιγουριά». Από κακοφτιαγμένες «παγίδες» που υπόσχονταν να σε πιάσουν αν πηδούσες από το παράθυρο μέχρι και εξωφρενικά καλάθια που προσαρμόζονταν σε σχοινιά και τροχαλίες για να σε κατεβάσουν υποτίθεται με ασφάλεια στη γη.
Κι ενώ ελάχιστα από αυτά ήταν πρακτικά, αυτό που κάνουν είναι να απεικονίζουν με τον γλαφυρότερο τρόπο τον φόβο που είχε ενσταλάξει στην κοινωνία η φωτιά. Η φωτιά που πλέον ήταν κοινός τόπος. Μέχρι τη στροφή του 19ου αιώνα, ο κίνδυνος της πυρκαγιάς είχε αυξηθεί με εκθετικούς ρυθμούς στα σπίτια και τις φάμπρικες. Οι δυσλειτουργίες στις πρώιμες αυτές οικιακές συσκευές, όπως οι στόφες και εκείνος ο βραστήρας νερού για το λουτρό που έσκαγε διαρκώς, αλλά και τα τζάκια «φούντωναν» τα σπίτια σε χρόνο-αστραπή, μετατρέποντάς τα σε πύρινες κολάσεις.
Αλλά και η βικτοριανή μόδα δεν ήταν ακριβώς το καλύτερο υλικό για τις πηγές της θερμότητας, αφού με το που ακουμπούσε το κρινολίνο πάνω στη στόφα είχε την κακιά συνήθεια να τυλίγεται αμέσως στις φλόγες. Η μακριά, φαρδιά και κωδωνοειδής αυτή φούστα που ήταν η τελευταία λέξη της μόδας στα μέσα του 19ου αιώνα είχε προκαλέσει πάμπολλους θανάτους και ακόμα περισσότερο φόβο στις κυρίες.
Ακόμα και το τζάκι, σύμβολο της οικογενειακής θαλπωρής κατά τα βικτοριανά χρόνια, δεν ήταν παρά πηγή ολέθρου. Μιλάμε εξάλλου για την εποχή που πρωτόγιναν ήρωες οι πυροσβέστες και ο κόσμος τους έβλεπε τώρα σαν σωτήρες με φωτοστέφανα. Οι πυρκαγιές γίνονταν μάλιστα φαντασμαγορικό θέαμα, καθώς εκατοντάδες άνθρωποι έβγαιναν για να δουν τις απόκοσμες γλώσσες να τυλίγουν κοτζάμ κτίρια. Η Μητροπολιτική Πυροσβεστική έδινε εξάλλου επιδείξεις κατάσβεσης φωτιάς ήδη από το 1865!
Κι έτσι, την ώρα που οι λαίλαπες κατάπιναν βιος και ανθρώπινες ζωές, ολοένα και περισσότερες εφευρέσεις έψαχναν να θεραπεύσουν το πρόβλημα του πώς να γλιτώνει ο κοσμάκης. Οι περισσότερες μάλιστα είχαν και κοινωνικό πρόσημο, μιας και προορίζονταν για τα μεσαία εισοδήματα, τους ανθρώπους που ζούσαν δηλαδή στοιβαγμένοι στα ολοένα και ψηλότερα κτίρια.
Τα Εθνικά Αρχεία των ΗΠΑ μάς λένε πως «οι πατέντες για απόδραση από τη φωτιά αυξήθηκαν από μερικές μόνο πριν το 1860 σε ντουζίνες κάθε χρόνο μετά τη δεκαετία του 1860». Ο νομοθέτης δεν καθόριζε εξάλλου περιορισμούς ασφαλείας και δικλείδες καταλληλότητας για τη χρήση τέτοιων εφευρέσεων, κι έτσι ήταν στη διακριτική ευχέρεια τόσο του καταναλωτή όσο και των πυροσβεστικών αρχών να υιοθετήσουν ό,τι τους φαινόταν πιο ενδιαφέρον. Ή πιο τρελό, αναλόγως!
Ήταν τέτοια η ανάγκη για συσκευές απόδρασης και τόσο μεγάλη η δίψα του κοινού που ένα καλό ποσοστό των εφευρετών έστρεψαν το ενδιαφέρον τους εκεί που μύριζε χρήμα. Ήταν αυτή η απήχηση που «ενέπνευσε τους δημιουργούς να στραφούν σε μια πληθώρα μη πρακτικών πραγμάτων που αποκαλούσαν ‘‘εφευρέσεις για απόδραση από τη φωτιά’’».
Τα περισσότερα κτίρια ήταν άλλωστε μικρά και στενά, κι έτσι δεν υπήρχε χώρος για να φτιαχτούν εναλλακτικές έξοδοι κινδύνου. Αυτή η σκαλίτσα στο εξωτερικό ήταν η μόνη δίοδος διαφυγής. Κι έτσι από το 1862 και μετά, η πολεοδομία της Νέας Υόρκης αποδεχόταν τις φορητές συσκευές διαφυγής στην ασφάλεια πυρκαγιάς ενός οικήματος, φτάνει να υπήρχαν κάπου αποθηκευμένες μέσα στο κτίριο. Όσο ο ένοικος μπορούσε λοιπόν να φορέσει το φτερωτό του αλεξίπτωτο και να πηδήξει από το παράθυρο, η οικοδομή έπαιρνε πιστοποιητικό καταλληλότητας και όλα καλά. Ή το φοβερό κράνος-αλεξίπτωτο!
Ιδέα του B.B. Oppenheimer από το 1879, δεν ήταν παρά ένα κερωμένο ύφασμα που προσαρμοζόταν με «κατάλληλο τρόπο»(!), όπως μας λέει το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, στο κεφάλι. «Ο άνθρωπος μπορεί να πηδήξει με ασφάλεια έξω από το παράθυρο ενός φλεγόμενου κτιρίου από οποιοδήποτε ύψος και να προσγειωθεί στο έδαφος χωρίς να τραυματιστεί ο ίδιος και χωρίς να σημειωθεί η παραμικρή ζημιά στη γη», μας λέει ο εφευρέτης στην πατέντα του!
Ο οποίος δεν είχε δοκιμάσει προφανώς ποτέ την εφεύρεσή του για να ζει ακόμα και να την κατοχυρώνει εμπορικά. Το κράνος-αλεξίπτωτο πήγαινε πακέτο και με ζευγάρι παπούτσια με ελαστικές σόλες για να μετριάζεται η πρόσκρουση.
Με παρόμοιο τρόπο, ο Pasquale Nigro δεν κρατήθηκε και πρότεινε ένα ζεύγος φτερών με το οποίο θα πετούσες στην ασφάλεια. Αυτός γράφει χαρακτηριστικά στην πατέντα του: «Ο αέρας που φυλακίζεται κάτω από το υλικό κατασκευής λειτουργεί για να κρατά πάνω τον άνθρωπο και να μετριάζει τη δύναμη της πτώσης του». Ο Nigro ζήτησε το 1909 κάπου 33.000 δολάρια για να κατασκευάσει την εφεύρεσή του, μόνο που κανένας επενδυτής δεν ενδιαφέρθηκε. Αφήνοντας τον οραματιστή να ξύνει το κεφάλι του γιατί.
Άλλες πάλι εφευρέσεις χρειάζονταν δίπλωμα μηχανικού για να στηθούν! Όπως η πατέντα με σχοινιά, τροχαλίες, ιμάντες και καλάθια του Bradford Flanders, «ανελκυστήρα απόδρασης» τον έλεγε, που ήταν τόσο περίπλοκος στο να στηθεί επιτόπου που μέσα στον πανικό της φωτιάς ποιος να έχει την ψυχραιμία να τον συναρμολογήσει;
Άλλες πάλι ήταν τόσο απλές που έπιαναν εμπορικά, μιας και η απλότητα είναι κάποιες φορές αυτό ακριβώς που χρειάζεται ο άνθρωπος. Η ιδέα του R.H. Houghton από το 1877 δεν ήταν παρά μια πάναπλη ανεμόσκαλα με την οποία θα μπορούσες πράγματι να κατέβεις, φτάνει να τη σταθεροποιούσες κάπως μέσα στο χάος που προκαλεί η πύρινη λαίλαπα.
Υπήρξαν πάντως και επίσημες κρατικές προσπάθειες να καθιερωθούν πρότυπα για τέτοιες επιχειρήσεις, μόνο που τίποτα δεν προκρίθηκε τελικά. Ορόσημο είναι εδώ η ιδέα του απόστρατου αξιωματικού του αμερικανικού στρατού Montgomery Meigs, ο οποίος πρότεινε να προσαρμοστούν κάτι πελώρια τόξα στο εξωτερικό όλων των δημόσιων κτιρίων που να εξαπολύουν δεμένα βέλη στο έδαφος για να κάνουν τσουλήθρα οι εγκλωβισμένοι πάνω στα σχοινιά. Ομολογουμένως παράξενο, αλλά η πρόταση δεν έγινε τελικά δεκτή! Το κράτος πρόκρινε τελικά την απλή ιδέα να προσαρμόζονται μακριά σχοινιά στα παράθυρα των ξενοδοχείων, που είχαν τον δεύτερο υψηλότερο δείκτη θνησιμότητας από φωτιά μετά τα θέατρα.
Δεν έλαβαν προφανώς υπόψη τους πως ελάχιστοι ήταν διατεθειμένοι να βγουν από το παράθυρο και να κρεμαστούν σε ένα σχοινί από τον δέκατο όροφο! «Αστείο» και «γελοίο» χαρακτήρισαν οι αμερικανικές εφημερίδες τον νόμο που υιοθέτησαν αρκετές πολιτείες. Μέσα στον παραλογισμό των εφευρέσεων, η υφασμάτινη τσουλήθρα φάνταζε ως η πιο λογική λύση.
Κι έτσι φτιάχτηκαν πάμπολλες εκδοχές της, μέχρι και σχετικά αυτοματοποιημένα συστήματα για το ξεδίπλωμά τους. Τα υλικά ήταν πάντα πυρίμαχα, κι έτσι αρκετά σχολικά συγκροτήματα, θέατρα και νοσοκομεία υιοθέτησαν το μέτρο της μεταλλικής τσουλήθρας που ήταν μόνιμα προσαρμοσμένη στο κτίριο. Μια αχτύπητη ιδέα που έχει μάλιστα επιβιώσει ως τις μέρες μας.
Η γιγαντιαία πυρκαγιά του Λονδίνου το 1861 ωστόσο που προκάλεσε την καταστροφή ολόκληρων συνοικιών έπεισε με τραγικό τρόπο τους νομοθέτες να ασχοληθούν με το θέμα απείρως πιο σοβαρά. Οι κυβερνήσεις ψήφιζαν τώρα κανονισμούς πυρασφάλειας και έκαναν αυστηρότερους τους διωκτικούς μηχανισμούς τους, την ίδια ώρα που στελέχωναν καλύτερα τις πυροσβεστικές υπηρεσίες.
Στις ΗΠΑ, μια αντίστοιχη πυρκαγιά στη Νέα Υόρκη το 1911, που διεκδίκησε τη ζωή 145 εργατών, ανάγκασε τους πολεοδόμους να απαιτούν από τους μηχανικούς να φτιάχνουν περισσότερες εξόδους κινδύνου, πυροσβεστικούς πύργους στις ταράτσες, εξωτερικές σκάλες και πολλά ακόμα.
Οι εποχές που οι συσκευές για τη διαφυγή από τη φωτιά προκαλούσαν τόσους κινδύνους όσο και… η έλλειψή τους είχαν περάσει πια ανεπιστρεπτί.