Ήταν μία μέρα του 2001 όταν ο Tong Phuoc Phuc από το Βιετνάμ πήγε με την έγκυο γυναίκα του στο νοσοκομείο, αφού είχε φτάσει η ώρα εκείνη να φέρει στον κόσμο το παιδί τους. Ενώ περίμεναν, παρατήρησε πολλές γυναίκες να περιμένουν υπομονετικά έξω από ένα δωμάτιο, στη συνέχεια να μπαίνουν και λίγα λεπτά αργότερα να βγαίνουν με δάκρυα στα μάτια. Δεν άργησε να συνειδητοποιήσει όλα όσα διαδραματίζοντας σε εκείνο το δωμάτιο. Το γεγονός τον στενοχώρησε, ωστόσο δεν κατέκρινε στιγμή αυτές τις γυναίκες καθώς καταλάβαινε ότι είχαν πάρει αυτήν την απόφαση σε μία απελπιστική για εκείνες στιγμή. Ωστόσο, ο Tong δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται τα μωρά των εκτρώσεων. Έτσι, ζήτησε από τις Αρχές του Βιετνάμ να του επιτρέπουν να θάβει αυτά τα μωρά. Ευτυχώς, το αίτημά του έγινε δεκτό. Τα παιδιά αυτά ήταν καταδικασμένα να μην γεννηθούν, γιατί τουλάχιστον να μην έχουν μία αξιοπρεπή ταφή σκέφτηκε ο 60χρονος σήμερα άνδρας. «Κάνω ό,τι κάνω γιατί πιστεύω ότι αυτά τα παιδιά έχουν δικαίωμα να ζήσουν, να παίξουν, να πάνε σχολείο. Κι όμως το έχουν χάσει αυτό το προνόμιο. Το ελάχιστο που μπορώ να κάνω για αυτά είναι να τους κάνω μία ταφή» δήλωσε ο ίδιος. Ο Tong Phuoc Phuc από το Βιετνάμ, είναι οικοδόμος και η γυναίκα του έχει ένα μικρό μαγαζί. Αγόρασε με τις αποταμιεύσεις του ένα κομμάτι γης και δημιούργησε ένα νεκροταφείο για τα μωρά των εκτρώσεων. Διάλεξε μια τοποθεσία στην κορυφή του βουνού Hon Thom κοντά στην πόλη Nha Trang ως τελευταία κατοικία των αγέννητων μωρών. Σε περισσότερα από 15 χρόνια, ο Tong έχει θάψει πάνω από 10.000 αγέννητα μωρά. Με αυτόν τον τρόπο ο ίδιος αισθάνεται ότι αποτίει έναν φόρο τιμής στην μνήμη τους, στη μνήμη των μωρών που δεν είχαν την τύχη να γεννηθούν. Ο Tong ελπίζει, ότι όσοι επισκέπτονται το νεκροταφείο θα μάθουν να εκτιμούν περισσότερο την ζωή. Η πρωτοβουλία του αυτή έχει όμως έναν ακόμη στόχο: «Επιδιώκω με τις εικόνες που θα βλέπουν οι επίδοξες μητέρες να σταματήσουν να καταφεύγουν στις εκτρώσεις. Οι περισσότερες από αυτές τις γυναίκες είναι απελπισμένες. Ένα νεαρό κορίτσι μου είπε κάποτε ότι οι γονείς της την πίεσαν να κάνει έκτρωση». Εκείνος έτσι όπως την είδε να κλαίει γοερά την συμβούλεψε να κρατήσει το μωρό, να το γεννήσει και θα την βοηθούσε ο ίδιος. Πολλές ταφόπετρες χρηματοδοτήθηκαν από τους γονείς των ίδιων των μωρών. Παίρνουν ένα δοχείο, γράφουν το όνομα και το τοποθετούν μαζί με μια μικρή ταφόπετρα. «Πιστεύω ότι αυτά τα έμβρυα έχουν ψυχή» λέει ο Tong. Ο Tong ήθελε όμως και κάτι ακόμα: Να σταματήσουν οι εκτρώσεις. Έτσι ξεκίνησε να προσεγγίζει τις γυναίκες που ήθελαν να τερματίσουν την κύηση για να τις πείσει να μην το κάνουν. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό λειτούργησε κι έτσι εκείνες αποφάσισαν να κρατήσουν το παιδί τους και να το γεννήσουν παρά το γεγονός ότι οι συνθήκες δεν ήταν οι ιδανικές. Σε πολλές περιπτώσεις οι μπαμπάδες δεν ήταν σύμφωνοι με την απόφαση των συντρόφων τους και τις εγκατέλειψαν ενώ σε άλλες οι μητέρες δεν κατάφεραν να το πουν ούτε στους γονείς τους από φόβο. Για εκείνες όμως υπήρχε ο Tong ο οποίος τους προσέφερε μία στέγη. Τα έξοδα είναι πολλά και για αυτό το λόγο εκτρέφει και ζώα προκειμένου να συμπληρώνει το εισόδημά του από τις οικοδομικές εργασίες. Παράλληλα λαμβάνει και κάποιες δωρεές. Στο σπίτι αυτό έχουν βρει καταφύγιο πολλές απελπισμένες μητέρες οι οποίες μένουν εκεί μέχρι τη γέννηση του μωρού τους. Κύριο μέλημά του είναι να μεγαλώνουν τα παιδιά με τις μητέρες τους. Εάν όμως αυτό δεν είναι εφικτό, ο Tang υιοθετεί τα παιδιά και αναλαμβάνει τη φροντίδα τους μαζί με την σύζυγό του μέχρι που οι μητέρες θα είναι σε θέση να τα φροντίσουν οι ίδιες. Ο αρχές δεν αναγνωρίζουν το ίδρυμα του σαν ορφανοτροφείο και για αυτόν τον λόγο δεν έχει την δυνατότητα να δώσει παιδιά για υιοθεσία. Πολλοί εθελοντές έρχονται και βοηθάνε στο έργο του Tong, ακόμα διδάσκουν μαθήματα στα παιδιά ενώ τα μεγαλύτερα πηγαίνουν σχολείο. Ο Tong και η σύζυγός του φροντίζουν με πολύ αγάπη σαν να είναι δικά τους. Μαζί τους μένουν περισσότερα από 100 παιδιά. Πολλά από τα παιδιά σήμερα ζουν με τις φυσικές μητέρες τους, ενώ άλλα πήγαν σε κρατικά ορφανοτροφεία για να μπορούν νομικά να υιοθετηθούν. Η φροντίδα τόσων πολλών παιδιών δεν είναι εύκολη υπόθεση, αλλά ο Tong το κάνει με πολλή αγάπη: «Θα συνεχίσω το έργο αυτό μέχρι την τελευταία μου πνοή. Ελπίζω ότι τα παιδιά μου θα συνεχίσουν το έργο μου, και δεν θα αφήσουν αυτές τις ψυχές να χαθούν άδικα».