Τον Ιανουάριο του 1931 το σώμα του εργολάβου από τη Μεγαλόπολη, Δημήτρη Αθανασόπουλου, εντοπίζεται τεμαχισμένο στις όχθες του Κηφισού. Το έγκλημα που σχεδίασαν η γυναίκα του, Φούλα, και η πεθερά του, Άρτεμις Κάστρου, μαζί με την υπηρέτριά τους έμεινε στην ιστορία και γράφτηκε με μεγάλα γράμματα σε όλα τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής. Γράφει ο Γιώργος Λαμπίρης Το «έγκλημα στου Χαροκόπου» έγινε τραγούδι στα χείλη των ρεμπέτηδων της εποχής: «Καημένε Αθανασόπουλε τι σου’ μελλε να πάθεις. Από κακούργα πεθερά τα νιάτα σου να χάσεις». Ακουγόταν στα καπηλειά, για να θυμίζει το στυγερό έγκλημα με ηθικές αυτουργούς τρεις γυναίκες και εκτελεστή τον 18χρονο ξάδελφο της Φούλας, Δημήτρη Μοσκιό. Η διάσημη αυτή ιστορία στα χρονικά του εγκλήματος είναι μία από τις πολλές που φιλοξενούνται στο κατά τ’ άλλα άγνωστο στον πολύ κόσμο, εγκληματολογικό μουσείο, της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Το έγκλημα ήταν από αυτά που κλήθηκε να ερευνήσει η ιατροδικαστική υπηρεσία κατά τη δεκαετία του 1930, ενώ κάποιες φωτογραφίες από τη διαδικασία της νεκροψίας βρίσκονται στο μουσείο. Θα αναρωτιέστε ίσως γιατί το μουσείο δεν είναι επισκέψιμο από το κοινό. Η απάντηση είναι ότι τα εκθέματα χρησιμοποιούνται για την εκπαίδευση των φοιτητών της ιατρικής, φαρμακοποιών, βιολόγων, νοσηλευτών ή άλλων ειδικοτήτων και λόγω της ιδιομορφίας που παρουσιάζουν δεν εκτίθενται ευρέως. Ιδρυτής του μουσείου ήταν ο καθηγητής Ιατροδικαστικής και ολυμπιονίκης της ξιφασκίας, Ιωάννης Γεωργιάδης, ο οποίος συνέλεγε με μανία και μεθοδικότητα τα πειστήρια εγκλημάτων. Με την ίδρυση του μουσείου όλα τα αντικείμενα του Γεωργιάδη εντάχθηκαν στη συλλογή του. Στεγάστηκε προπολεμικά σε ένα δωματιάκι κοντά στην Ομόνοια, επί της οδού Σωκράτους, για να μεταφερθεί το 1974 στις καινούργιες εγκαταστάσεις της Ιατρικής Σχολής στο Γουδί. Το χώρο σήμερα συντηρούν οι ίδιοι οι καθηγητές της σχολής με επικεφαλής τη διευθύντριά του, αναπληρώτρια καθηγήτρια τοξικολογίας, Μαρία Στεφανίδου – Λουτσίδου, και ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι η έλλειψη κρατικής χρηματοδότησης. Μπαίνοντας κανείς στο μουσείο συναντά ότι μπορεί να δημιουργήσει ο ανθρώπινος νους στο βωμό της εγκληματικής του διάθεσης. Δηλητηριώδη μανιτάρια, διάφορα είδη ναρκωτικών ακόμα και αυτοσχέδιες πίπες ή ναργιλέδες που φτιάχτηκαν αρκετά χρόνια πριν από φυλακισμένους για να καπνίζουν στο κελί τους. Τις περισσότερες από τις φωτογραφίες που ακολουθουν μας τις έστειλε αναγνώστης στο newsbeast.gr, ενώ κάποιες προέρχονται από την επίσημη ιστοσελίδα του μουσείου όπου πολλά από τα εκθέματα έχουν ψηφιοποιηθεί.
Τα… χαραγμένα μαχαίρια
Στις προθήκες του βρίσκονται όπλα μεγάλης ιστορικής αξίας. Το κάθε ένα από αυτά φέρει τη δική του μοναδική ιστορία. Συνδέονται με κάποιον ζηλόφθονα σύζυγο ή εραστή που σκότωσε τη σύντροφό του. Με βεντέτες, δολοφονίες, αποδράσεις κρατουμένων αλλά και πολεμικές αναμετρήσεις. Ανάμεσα τους η περίφημη «παρδάλα». Το μαχαίρι του λήσταρχου Γιαγκούλα, με το οποίο σκότωσε 54 άτομα. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει ότι το κράτος δεν μπορούσε να αποδώσει δικαιοσύνη, γι’ αυτό και τη δικαιοσύνη θα την απέδιδε ο ίδιος με την «παρδάλα» του. «Προς τους πάντας. Μη δηνάμενος να εύρο ίδινος δικαίου παρά της δυκαιοσήνης των Ελλήνων, ηναγγάσθην να τονίσο το δίκαιον της Παρδάλας ή Μαχαίρας. Οθεον η ύψηστος αυτή λειτουργός της ανάνδρου Δικαιοσύνης ονόματι Παρδάλα έχη τον λόγον από σήμερον εις πάντας τους αιωθούντας και απίστους. Η λειτουργία αυτής έσετε πάντοτε ειλικρινής και ουδέποτε θέλη λησμονήση τα Ιερά καθήκοντά της προς αναμονή του δικαίου… Μαρτίου 1917», χάραξε ο ίδιος πάνω στο μαχαίρι του ενώ βρισκόταν στη φυλακή. Αρκετά από τα δεκάδες μαχαίρια που συναντά κανείς στο εγκληματολογικό μουσείο, είναι χαραγμένα με μηνύματα ψυχής των κατόχων τους. «Αχ, βαχ, ψυχή μου…», έγραφε κάποιος το 1889. «Αγάπη μου για ‘σένα με φάγανε τα ξένα», έγραφε άλλος. Χαρακτηριστικό είναι ότι πολλοί από τους κατόχους τους περνούσαν το χρόνο τους στη φυλακή, σκαλίζοντας στη μία ή και στις δύο επιφάνειες της λεπίδας ή της λαβής του μαχαιριού τους.
Τα όπλα
Σε άλλο σημείο βρίσκεται ένα καριοφίλι της ελληνικής επανάστασης, προερχόμενο από τους βενετούς οπλοποιούς Carlo e Figli (Kάρολος και υιοί) εξ ου και το όνομα του δημοφιλούς μακρύκαννου όπλου της εποχής. Πολεμικό υλικό από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οβίδες, είδη πυρίτιδας και σφαίρες της δεκαετίας του ’20 και του ’30, οι οποίες αφαιρέθηκαν από πτώματα, είναι επίσης μερικά από τα εκθέματα. Οι σφαίρες μάλιστα παρουσιάζουν ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον, καθώς οι φοιτητές της Ιατρικής Σχολής μπορούν να παρατηρήσουν την παραμόρφωση που έχουν υποστεί, προσκρούοντας στα οστά. Αλλού θα δει κανείς γερμανικά και ιταλικά κράνη από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, καθώς και φωτογραφικό υλικό από διάφορα γνωστά εγκλήματα. Μεταξύ αυτών η δολοφονία του βασιλιά Γεωργίου του Α’ και φωτογραφίες του βασιλοκτόνου, Αλέξανδρου Σχινά, καθώς και του τεμαχισμένου πτώματος του Αθανασόπουλου από το περιλάλητο «έγκλημα στου Χαροκόπου».
Ο δράκος της Καλογρέζας
Μεταξύ των φωτογραφηθέντων βρίσκεται ο περίφημος δράκος της Καλογρέζας, Δαμιανός Μαυρομάτης. Ο πρώτος δράκος της Αθήνας βίασε και σκότωσε δύο παιδιά και συνελήφθη το 1936 για το φόνο ενός ακόμα 5χρονου κοριτσιού στο άλσος Βεΐκου. Αργότερα αποκαλύφθηκε ότι είχε σκοτώσει ένα ακόμα 7χρονο παιδί. Η δίκη του έγινε στις 5 και 6 Οκτώβρη του 1936, ο Μαυρομάτης καταδικάστηκε σε ισόβια, και λίγα χρόνια αργότερα πέθανε στη φυλακή.
Αντικείμενα μαύρης μαγείας που ξεκλείδωναν… καρδιές
Αντικείμενα μαύρης μαγείας, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για διάφορες μαγγανείες από όσους ήθελαν να ξορκίσουν τα μάγια ή να κάνουν μάγια σε κάποιον. Σκεύη αλλά και δεκάδες κλειδιά που προορίζονταν να ξεκλειδώνουν μυστικά αλλά και καρδιές, όπως πίστευαν τότε. Φυλακτά, πεντάλφα και φυλακτά, τα οποία χρησιμοποιούσαν οι επιτήδειοι για να αποσπάσουν χρήματα από τους ανυποψίαστους πολίτες.
Η γκιλοτίνα του Όθωνα
Στο μουσείο φιλοξενείται η μοναδική γκιλοτίνα που διέθετε η Ελλάδα. Λειτούργησε ως εργαλείο επιβολής της τάξης από τον πατέρα του Όθωνα, Λουδοβίκο τον Α’, ο οποίος το 1830 την έφερε στην Ελλάδα θέλοντας να εκφοβίσει όσους σκέφτονταν να αμφισβητήσουν τα κυριαρχικά δικαιώματα της βαυαρικής αυλής. Χρησιμοποιήθηκε για την εκτέλεση των θανατοποινιτών και αρχικά εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο για να μεταφερθεί αργότερα στην Αθήνα. Η χρήση της απαγορεύτηκε το 1913. Ιδιαίτερη αίσθηση προκαλούν τα κεφάλια αποκεφαλισμένων θυμάτων της εποχής, αλλά και μωρά τα οποία γεννήθηκαν με διάφορες συγγενείς ανωμαλίες, όπως τερατογενέσεις. Τα βρέφη αυτά πέθαιναν λίγο μετά τη γέννα ή λίγους μήνες αργότερα, και διατηρούνται έως και σήμερα στη φορμόλη.
Τα κεφάλια των αρχιληστών
Η μακρά ιστορία της λησταρχίας στην Ελλάδα φιλοξενείται επίσης στο μουσείο. Εποχές κατά τις οποίες οι συμμορίες των αρχιληστών έπαιρναν το νόμο στα χέρια τους και απένειμαν δικαιοσύνη, συμμετείχαν σε μάχες, τιμωρούσαν και δολοφονούσαν τοκογλύφους ή καταχραστές προσφέροντας τα χρήματα στους φτωχούς. Ένα μέρος αυτής της ιστορίας συνδέεται με τα μουμιοποιημένα κεφάλια των διάσημων επικηρυγμένων αρχιληστών της εποχής, όπως ο Γιαγκούλας, ο Τσαμήτρας, ο Καραπάνος, ο Τζατζάς ή άλλοι. Σύμφωνα με τις ιστορικές καταγραφές ο Γιαγκούλας και ο Τσαμήτρας σκοτώθηκαν το 1925 σε συμπλοκή που διήρκεσε 8 ώρες, ενώ τα κεφάλια τους εκτέθηκαν σε κοινή θέα με σκοπό τον εκφοβισμό του πλήθους. Αφού τους εκτέλεσαν οι χωροφύλακες, έκοψαν τα κεφάλια τους και στη συνέχεια τα έστειλαν για ταυτοποίηση στην ιατροδικαστική υπηρεσία. Ο τότε ιατροδικαστής Βασίλης Κωνσταντέλος, αφαιρούσε τον εγκέφαλο και τα γέμιζε με άχυρο κατά τη συνήθη διαδικασία. Στη συνέχεια τα τοποθετούσε σε φορμόλη για να διατηρούνται.
Η μούμια της σπηλιάς του Νταβέλη
Μία φυσική μούμια, η οποία ανακαλύφθηκε παλαιότερα στη σπηλιά του Νταβέλη αναπαύεται σήμερα σε κάποια από τις προθήκες. Διατηρήθηκε ανέπαφη λόγω της φυσικής μουμιοποίησης και των ευνοϊκών καιρικών συνθηκών που εμπόδισαν τη σήψη του νεκρού.
Κομμάτια δέρματος με τα τατουάζ εγκληματιών
Μοναδικά δείγματα δερματοστιξίας αποτελούν τα κομμάτια ανθρώπινου δέρματος, τα οποία αφαιρέθηκαν από βαρυποινίτες. Σώματα γεμάτα τατουάζ, τα οποία σε αντίθεση με σήμερα «χτυπούσαν» οι εγκληματίες, οι ναυτικοί, αλλά και οι χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Ωστόσο η διαδικασία αφαίρεσης του δέρματος, το οποίο στέγνωναν στον αέρα για να διατηρείται, μετά το 1950 απαγορεύτηκε οριστικά.
Κέρινα ομοιώματα
Στη συλλογή του εγκληματολογικού μουσείου ανήκουν επίσης όπλα, αγορασμένα για τη συλλογή του εργαστηρίου ιατροδικαστικής. Χρησιμοποιούνται για τη διενέργεια βαλλιστικών εξετάσεων, ενώ ιδιαίτερα χρήσιμα για την ιατροδικαστική έρευνα είναι τα κέρινα ομοιώματα του γλύπτη Μητρόπουλου, τα οποία εμφανίζουν τις κακώσεις που έχουν προκληθεί από πυροβολισμούς εξ’ επαφής, από μαχαίρι ή από πτώση ατόμων από κάποιο ύψος. Επίσης, όπλα από αυτοκτονίες ή εγκλήματα, αλλά και πολεμικά όπλα μεγάλης αξίας, τα περισσότερα χειροποίητα. Ακόμα και ένα γνήσιο καριοφίλι του 1821 βρίσκεται σήμερα στις βιτρίνες του μουσείου.
«Περιμένουμε την ανάσταση των νεκρών»
Προσπαθώντας να διαβάσει κανείς μερικές από τις επιστολές ψυχασθενών που υπάρχουν στο μουσείο, ίσως να δυσκολευτεί αρκετά. Γράμματα, τα περισσότερα κακογραμμένα και πυκνογραμμένα, σημάδι ότι προήλθαν από χέρια ψυχικά διαταραγμένων ατόμων. Μηνύματα όπως «περιμένουμε τη συντέλεια του κόσμου», «περιμένουμε την ανάσταση των νεκρών» ή «προσδοκώ τη ζωή την αιώνα» είναι μόνο μερικά από αυτά που εμπεριέχονται στα δεκάδες γράμματα. Στα 83 χρόνια της διαδρομής του, το εγκληματολογικό μουσείο συγκέντρωσε πολλά από τα πειστήρια των πιο γνωστών εγκλημάτων. Η άοκνη προσπάθεια των στελεχών της ιατροδικαστικής υπηρεσίας του Πανεπιστημίου Αθηνών συνέβαλε καθοριστικά στη διατήρηση των εκθεμάτων κυρίως για ερευνητικούς σκοπούς. Εκατοντάδες στοιχεία που βρίσκονται τοποθετημένα αρμονικά στις ξύλινες προθήκες, σε μία από τις αίθουσες τις Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Καταγράφουν εκτός από την ερευνητική δυναμική της Σχολής και ένα τμήμα της σύγχρονης εγκληματολογικής ιστορίας. Συνδεδεμένη με αιματοβαμμένα περιστατικά ή άλλα εγκλήματα, στα οποία η αστυνομία αφιέρωσε πολλές ώρες αστυνομικών ερευνών και απασχόλησαν την κοινή γνώμη της εποχής τους. Δείτε όλα τα θέματα του Weekend