Κανονίσαμε τη συνέντευξη με μία από τις συνεργάτες του. Αρχικά πίστεψα πως θα είχα απέναντί μου έναν ακριβοθώρητο επιχειρηματία με ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή του. Εγκλωβισμένο σε συσκέψεις, πίσω από την κλειστή πόρτα κάποιου γραφείου. Έκανα λάθος… Συνέντευξη στον Γιώργο Λαμπίρη Δύο ημέρες αργότερα, έλαβα mail από τα κεντρικά γραφεία της Cocomat. Ανοίγοντάς το είδα τα στοιχεία επικοινωνίας μαζί του. Ο Πολ Ευμορφίδης, βρισκόταν σε επαγγελματικό ταξίδι στην Κολωνία. Γι’ αυτό και η συνέντευξη θα γινόταν μέσω Skype. Του έστειλα αίτημα επικοινωνίας κι εκείνος το αποδέχτηκε μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Στιγμές μετά λάμβανα δική του κλήση μέσω Skype. «Καλησπέρα σας!», ήταν οι πρώτες μου κουβέντες. «Γεια σου Τζορτζ άρχοντα!», ήταν το καλωσόρισμα από την άλλη πλευρά. «Και άσε τον πληθυντικό!» «Τώρα που μιλάμε είμαι στην Κολωνία και μαθαίνω στα παιδιά της Cocomat πώς να χορεύουν ζεϊμπέκικο», συνέχισε εκείνος. Η άνεσή του με ξένισε αρχικά. Δεν το έκρυψα και του το είπα. Εκείνος αντί να απαντήσει, στην παρατήρησή μου, συνέχισε: «Κυριολεκτικά τους μαθαίνω να χορεύουν ζεϊμπέκικο στους πελάτες. Άλλωστε είναι γερασμένη η ιδέα ενός μαγαζιού που ο πελάτης δίνει λεφτά και ο καταστηματάρχης τα παίρνει προσφέροντας ένα προϊόν». Πριν απ’ όλα όμως ας έρθουμε στο προκείμενο… Την Cocomat ως εταιρεία τη γνωρίζετε. Οι περισσότεροι τουλάχιστον… Λίγοι λιγότεροι ίσως γνωρίζετε τον ιδρυτή της. Γεννημένος στην Σπάρτη, στη Χαρακιά, έφυγε στα 15 μακριά από το πατρικό του. Σπούδασε στη γυμναστική ακαδημία και στην ανωτάτη εμπορική. Μετά δούλεψε στη Σιβιτανίδειο ως καθηγητής και στο Μοναστηράκι ως πωλητής σε κατάστημα με τουριστικά. Και το 1989 ξεκίνησε την Cocomat. «Όλα ήταν μία σύμπτωση. Είχα τότε μία γκόμενα. Την έφερα στην Ελλάδα και την πήγα στη μάνα μου. Ωστόσο εκείνη δεν ήθελε να τη βάλει στο σπίτι. Εγώ ήμουν ήδη παντρεμένος και φοβόταν τι θα πει ο κόσμος. Μη μπορώντας να κάνω αλλιώς, πήγαμε στην παραλία της Χαρακιάς και το πρώτο πράγμα που είδα ήταν ένα στρώμα από φύκια, που είχε σχηματίσει το κύμα στην ακτή. Αφού κοιμηθήκαμε το βράδυ εκεί, ξύπνησα την επόμενη ημέρα και διαπίστωσα ότι είχα κάνει τον καλύτερο ύπνο της ζωής μου. Σκέφτηκα αμέσως να φτιάξω ένα ίδιο και να κοιμάμαι στην ταράτσα του πατρικού μου. Θυμάμαι τότε τη μάνα μου να λέει: “Σιγά το στρώμα που έφτιαξες! Ο παππούς σου έφτιαχνε το ίδιο 40 χρόνια πριν από εσένα”. Εγώ όμως δεν επηρεάστηκα. Έφτιαξα το πρώτο και αργότερα ένα δεύτερο. Όλα αυτά από έρωτα στη φύση και στο να ακούω αυτό που προστάζει η καρδιά μου».
Η… κατάβαση της Κηφισιάς με ένα ξύλινο ποδήλατο
Κάποια στιγμή ανηφόριζα την Κηφισίας, κοίταξα από το παράθυρο του οδηγού. Πρέπει να ήταν 3 μήνες νωρίτερα. Είδα έναν τύπο να κατηφορίζει με ξύλινο ποδήλατο στο αντίθετο ρεύμα. Έχοντας ήδη εντυπώσει στο μυαλό μου την εικόνα ενός ξύλινου ποδηλάτου Cocomat, αμέσως προσπάθησα να αποκρυπτογραφήσω τα χαρακτηριστικά του αναβάτη. Τότε διαπίστωσα ότι ήταν ο Ευμορφίδης. Αυτός ίσως ήταν ένας ακόμα λόγος για τον οποίο ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας κίνησε το ενδιαφέρον… «Κυκλοφορώ με το ποδήλατο. Δεν έχω γραβάτα. Ούτε μία. Μόνο δύο ρούχα, τα οποία φοράω ολόκληρο το χειμώνα. Τα πλένω και τα ξαναφοράω. Η γραβάτα δεν μου λέει τίποτα. Είμαι αυτός που βλέπεις. Το μόνο που με ενδιαφέρει, να λέω ό,τι θέλω να πω με τα μάτια. Τα ρούχα άλλωστε δεν μπορούν να μιλήσουν», λέει ο Πολ Ευμορφίδης.
Μαθήματα ζεϊμπέκικου και… εξωστρέφειας
Στην αρχή ξεκίνησα να σας λέω ότι μαθαίνει τους συνεργάτες του -δεν τους λέει ποτέ υπαλλήλους- να χορεύουν ζεϊμπέκικο. Εκείνος δεν υπερβάλει ούτε στο ελάχιστο. «Αυτό είναι το χαρακτηριστικό που πρέπει να διαθέτουν όλοι οι Έλληνες. Την εξωστρέφεια. Κι αυτήν εφαρμόζω και στις επιχειρήσεις μου. Οι Ελβετοί για παράδειγμα διακρίνονται για την προσήλωσή τους στη συνέπεια. Οι Έλληνες είναι έξω καρδιά».
Delivery στη Νέα Υόρκη με ένα ποδήλατο
Κάποια στιγμή σκέφτηκε να μεταφέρει τα στρώματά του με ένα τρίκυκλο ποδήλατο. Η εικόνα του να περιδιαβαίνει τους δρόμους στη Νέα Υόρκη προκάλεσε το ενδιαφέρον και την περιέργεια των περαστικών. Εκείνος όμως είχε πετύχει να συζητούν για εκείνον. Χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια, παρά μόνο με την υλοποίηση μιας ιδέας απλής στην εφαρμογή της. «Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να πλησιάσω αυτόν που είχα απέναντί μου, πηγαίνοντας στη Νέα Υόρκη. Έπρεπε να του μιλήσω. Να καταλάβει τι κάνω. Όλοι θα αναρωτιούνται τι τρέλα κουβαλάω, βλέποντάς με το ποδήλατο και το στρώμα! Έτσι, την πρώτη φορά που βγήκα στο δρόμο με πλησίασε ένας αστυνομικός. Έπρεπε θυμάμαι να παραδώσω το στρώμα στη βαθύπλουτη ιδιοκτήτρια του πολυκαταστήματος ABC, η οποία το είχε παραγγείλει. Ο αστυνομικός ήρθε δίπλα μου και με κοίταζε με ύφος. “Θα μου δώσεις πρόστιμο;” τον ρώτησα. Με τα πολλά όμως κατάφερα να τον οδηγήσω στο μαγαζί μου στο Soho. Κι εκείνος αγόρασε ένα μαξιλάρι. Με την απλή και ανεπιτήδευτη συμπεριφορά, σπάει ο πάγος. Όταν συμπεριφέρεσαι παιδιάστικα γίνεσαι οικείος και φιλόξενος. Κι αυτό προσπαθούμε να κάνουμε σε όλα τα μαγαζιά μας και στο εξωτερικό. Στη Γερμανία έχουμε ήδη 8 μαγαζιά. Και δεκάδες ακόμα σε 16 χώρες του πλανήτη». Όπως ο ίδιος υποστηρίζει, στα περιουσιακά του στοιχεία δεν θα εντοπίσετε ακίνητο ή ακίνητα. Ούτε συσσωρευμένα περιουσιακά στοιχεία. «Δεν θεωρώ τίποτα δικό μου. Και τίποτα ιδιόκτητο. Ούτε καν αυτοκίνητο. Κυκλοφορώ με το ποδήλατο και αν με παρατηρήσεις θα δεις ότι η κοιλιά μου -σε αντίθεση με κάποιων άλλων- είναι επίπεδη. Δεν μπορεί να μου πάρει κανείς τίποτα, ενώ η μοναδική μου περιουσία είναι η δημιουργικότητα», εξηγεί ο Πολ Ευμορφίδης. Μπορεί ακούγοντάς τον να πιστέψετε ότι δεν πατάει στη γη. Αντιθέτως όμως. Εκτός από ρεαλιστής και απολύτως προσγειωμένος, αρκείται και ξέρει να περνάει καλά με τα αυστηρώς απαραίτητα. «Δεν πρόκειται να ζήσω πλουσιοπάροχα. Όπως τουλάχιστον φαντάζεται για ‘μένα, τον επιχειρηματία, ένας φτωχός άνθρωπος. Θέλω να ζω όπως όταν ήμουν φοιτητής και να είμαι για πάντα 18 χρονών. Στο μυαλό. Απόδειξη είναι ότι εάν πέσω κάτω τώρα, μπορώ να κάνω 100 κάμψεις. Εσύ μπορείς;» με ρωτάει με νόημα. Παντρεμένος και πατέρας 4 παιδιών ο Ευμορφίδης δεν φοράει βέρα. «Η βέρα είναι χρήσιμη μόνο για όσους θέλουν να δείξουν ότι είναι παντρεμένοι. Κι εγώ δεν χρειάζεται να δείξω κάτι». Μποέμ και πολιταξιδεμένος, μιλάει 7 ξένες γλώσσες, τις οποίες έμαθε στα ταξίδια του στο εξωτερικό. Αυτοδημιούργητος και αυτοδίδακτος. «Αφεντικό, κύριε Ευμορφίδη ή Παύλο σε φωνάζουν οι υπάλληλοί σου;» ρωτάω εγώ. Κάποιος από τους ανθρώπους που έτυχε να συνεργαστούν μαζί με είχε ήδη πληροφορήσει ότι δούλευαν σε αντικριστά γραφεία. Χωρίς παραβάν, τζαμαρία, περίφραξη ή οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε να οριοθετεί την κυριαρχία του αφεντικού έναντι του εργαζόμενου. «Πρέπει να έρχομαι εδώ και να το παίζω αφεντικό; Δεν το κάνω. Όλοι με φωνάζουν Παύλο», απαντάει εκείνος. Η κουβέντα μαζί του ακροβατεί. Στα όρια, στα οποία κι εκείνος κινείται. Αερικό. Προσπαθώ να συγκρατήσω τη συζήτηση στα δικά μου μέτρα. Ωστόσο η σκέψη του είναι καταιγιστική.
«Κοιμήθηκα στο πάτωμα»
«Όταν κάνει κρύο όλοι φοράνε μπουφάν. Ωστόσο εγώ που κυκλοφορώ με το ποδήλατο είμαι χειμώνα – καλοκαίρι με το κοντομάνικο. Βρίσκομαι συνέχεια σε κίνηση και δεν χρειάζομαι τα πολλά ρούχα. Νιώθω σαν πουλί, τρώω σαν πουλί, δεν έχω ανάγκη από αντικείμενα. Τα αντικείμενα είναι απαραίτητα σε όσους βρίσκονται σε άμυνα. Κι εγώ δεν αμύνομαι. Θα σου πω αυτό: Μία από αυτές τις ημέρες που βρίσκομαι στην Κολωνία κοιμήθηκα στο πάτωμα του αφεντικού της Cocomat στη Γερμανία, ο οποίος έχει το franchise. Με φιλοξένησε στο σπίτι του, επειδή όμως δεν είχε κρεβάτι και έπρεπε να κοιμηθώ κι εγώ εκεί, ξάπλωσα στο πάτωμα. Δεν λέω ότι συμβαίνει πάντοτε αυτό. Προχθές για παράδειγμα στο Αμβούργο κοιμήθηκα σε κανονικό ξενοδοχείο, στο ίδιο δωμάτιο με ένα από τα παιδιά που δουλεύουν στην Cocomat».
«Δεν μας λείπουν οι ποδηλατόδρομοι, αλλά οι ποδηλάτες»
Ως ποδηλάτης μιλάει για το ποδήλατο. Και αντικρούει το επιχείρημα όλων εκείνων, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι μας λείπουν οι ποδηλατόδρομοι από την Αθήνα. «Στην πραγματικότητα λείπουν οι ποδηλάτες. Ο κόσμος δεν κάνει ποδήλατο στην πόλη. Όλοι φοβούνται να εκθέσουν τον εαυτό τους. Και το ποδήλατο σημαίνει έκθεση. Θα σου δώσω ένα παράδειγμα: Τις προάλλες συζητούσα με ένα συνεργάτη μου στην εταιρεία. Όταν τον ρώτησα γιατί δεν κυκλοφορεί με το ποδήλατο, μου απάντησε ότι θα νομίζει η γκόμενα πως είναι άνεργος και άφραγκος. Ή ότι θα τον κοροϊδεύει επειδή φαίνεται η κάλτσα, το πόδι του και οτιδήποτε άλλο τον εκθέτει στα μάτια της! Βλέπεις ότι το πρόβλημα δεν είναι οι ποδηλατόδρομοι» Για τους πολιτικούς και την πολιτική, δηλώνει πως θα στήριζε μόνο εκείνον, ο οποίος έχει ξανασχοληθεί με κάποιο αντικείμενο και ξέρει πώς να τον καθοδηγήσει. «Το μόνο που δεν θέλω είναι να μου πει ένας πολιτικός, είναι πώς να κάνω μια δουλειά από τη στιγμή που δεν την έχει κάνει ο ίδιος. Και οι άνθρωποι που κυβερνάνε, αυτό κάνουν δυστυχώς. Αντιθέτως σέβομαι αυτούς που έχουν κάνει και όχι αυτούς που φαντάζονται πώς να κάνουν κάτι». Μιλάει για το πρώτο του μαγαζί. Βρισκόταν σε μία αποθήκη στα Πατήσια και το εγκατέλειψε οριστικά πριν από 15 χρόνια καθότι ήταν πολύ μικρό για τις ανάγκες της εταιρείας του. «Κι ακόμα είναι ξενοίκιαστο. Μόνο μια φορά νοικιάστηκε κι αυτό όχι για πολύ», προσθέτει. Όσο για το αγαπημένο του μέρος στην Ελλάδα είναι η Χαρακιά. Το χωριό του. «Εκεί πάω, πιάνω πάτο, παίρνω οξυγόνο και ξαναφεύγω. Ξεκινάω από την Αθήνα με το ποδήλατο, και σε δύο μέρες είμαι εκεί».
Σηκώνοντας τις μπάρες των διοδίων
Κάποια στιγμή έγινε γνωστό ότι σήκωσε τις μπάρες των διοδίων όταν παρέα με τον δημοσιογράφο των New York Times, Ράσελ Σόρτο, ξεκίνησε από την Αθήνα με προορισμό το Βόλο. «Ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος που ζήτησε να πάμε στο Βόλο με το αυτοκίνητο. Στα διόδια των Αφιδνών συναντήσαμε μια επιτροπή κατοίκων, η οποία διαμαρτυρόταν ότι οι ντόπιοι περνούν καθημερινά και δεν μπορούσαν να πληρώνουν διαρκώς το ποσό που τους ζητούσε η κοινοπραξία. Αυτό που είπα απευθυνόμενος στο δημοσιογράφο ότι πρέπει όλοι οι κάτοικοι να έχουν μία κάρτα με μειωμένο αντίτιμο. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας, στηρίζοντας τους κατοίκους σήκωσα κι εγώ τη μπάρα».
Δωρεάν ύπνος στα στρώματα της Cocomat
Το πιο… εξωφρενικό όμως το φύλαξα για το τέλος. Ο Ευμορφίδης αποφάσισε πριν από 19 χρόνια να ξεκινήσει το test sleep. Εάν κάποιος επιθυμεί μπορεί να δοκιμάσει τα στρώματα της Cocomat. Να κοιμηθεί σε κάποιο από τα ξενοδοχεία ή τα καταστήματα της εταιρείας για ένα βράδυ, αναζητώντας το κατάλληλο στρώμα για εκείνον. «Εάν δηλαδή έρθω εγώ στο ξενοδοχείο που έχετε στο Κολωνάκι και ζητήσω να μείνω για ένα βράδυ, θα μου επιτρέψετε;», ρωτάω. «Αν πας στο Κολωνάκι φυσικά και θα σε φιλοξενήσουν αμέσως», απαντάει. «Κι αν κάποιος προσποιηθεί ότι ενδιαφέρεται για κάποιο στρώμα και σας εξαπατήσει, απλά και μόνο για να δοκιμάσει εάν τα δωμάτιά σας είναι ωραία;» συνεχίζω. «Τότε μου αρκεί που θα λέει ότι μας έπιασε στον ύπνο, αλλά κοιμήθηκε σε ένα στρώμα Cocomat. Και μόνο που θα πει το όνομα εγώ είμαι ευχαριστημένος. Μην ξεχνάς: η χαρά όταν την προσφέρεις θα επιστρέψει πάντα με κάποιο τρόπο…». Δείτε όλα τα θέματα του Weekend