Η μελέτη που διενεργήθηκε για το στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης «Αστυπάλαια 4.0» φιλοδοξεί να αποδείξει ότι ένα ακριτικό νησί του Αιγαίου μπορεί να αναδειχθεί ως ένα νησί «πρότυπο» παγκοσμίως, επισημαίνει ο διευθύνων σύμβουλος της Deloitte Ελλάδος Δημήτρης Κουτσόπουλος, με αφορμή την πρόσφατη παρουσίαση από την Deloitte Ελλάδος, σε συνεργασία με τον Δήμο Αστυπάλαιας, της μελέτης «Αστυπάλαια 4.0» που επιχειρεί να προσδιορίσει το μοντέλο και τη στρατηγική ανάπτυξης που θα πρέπει να ακολουθήσει σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα το νησί.
Ο διευθύνων σύμβουλος της Deloitte Ελλάδος Δημήτρης Κουτσόπουλος αναφέρει στο ΑΠΕ/ΜΠΕ ότι «η μελέτη «Αστυπάλαια 4.0» αποτελεί το μεγαλύτερο έργο Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης της Deloitte, ένα μεγάλο έργο που πραγματοποιήθηκε αφιλοκερδώς, από μία εξειδικευμένη ομάδα της εταιρίας από διάφορους τομείς εργασιών προκειμένου να καλύπτονται πλήρως οι προτεινόμενοι στρατηγικοί άξονες του πλάνου. Είναι μία πρωτοβουλία ΕΚΕ που αναλαμβάνουμε για πρώτη φορά, με πολύ σημαντικό αντίκτυπο για την τοπική κοινωνία που θα έχει πολυεπίπεδα οικονομικά οφέλη σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο».
Όπως αναφέρει ο κ. Κουτσόπουλος «η ιδέα για τη μελέτη και το στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης «Αστυπάλαια 4.0» προέκυψε μέσα από την προσπάθειά της Deloitte να προσφέρει στη χώρα μας με τις δικές της δυνάμεις, ώστε να δημιουργηθεί το πλαίσιο και οι προοπτικές, για ένα ακριτικό νησί όπως η Αστυπάλαια, να επιτύχει ένα βιώσιμο μέλλον, να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο και να αυξήσει τον πληθυσμό του. Μέσω της συνεργασίας μας με την Axion Hellas και των δράσεων που αναλαμβάνει για τις κοινωνίες ακριτικών νησιών, εκπονήθηκε μαζί με τον Δήμο του νησιού η μελέτη και το στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης «Αστυπάλαια 4.0.» βασισμένο σε τέσσερεις άξονες: βελτίωση και ανάπτυξη υποδομών, ενίσχυση τοπικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας, προστασία του περιβάλλοντος και αειφορία καθώς και ψηφιακή αναβάθμιση & εκσυγχρονισμός. Προτείνεται ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της Αστυπάλαιας για τα επόμενα χρόνια και οι προδιαγραφές για την υποστήριξη της ανάπτυξης αυτής, καθώς και μια σειρά εξειδικευμένων δράσεων για κάθε έναν από τους παραπάνω άξονες, που θα πρέπει να γίνουν τόσο από το κράτος όσο και μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με στόχο την ανάδειξη της Αστυπάλαιας ως ένα νησί «πρότυπο».
Η επιλογή της Αστυπάλαιας, αναφέρει ο διευθύνων σύμβουλος της Delloite, βασίστηκε στο γεγονός ότι «το νησί αυτό είναι ένας προορισμός ακριτικός και μη εδραιωμένος τουριστικά που διαθέτει, ωστόσο, σημαντική δυναμική και ισχυρά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, όπως αυξανόμενη διεθνής ζήτηση για «εναλλακτικά» και αυθεντικά τουριστικά προϊόντα και εμπειρίες που δεν εντάσσονται μέσα στα πλαίσιο του παραδοσιακού μαζικού τουρισμού».
Ο κ. Κουτσόπουλος αναφέρει, επίσης, ότι «η επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού και των ψηφιακών τεχνολογιών (π.χ. augmented reality, IoT, Blockchain, 5G) αποτελεί αναπόσπαστο μέρος για ένα «νησί-πρότυπο» καθώς μπορεί να ενισχύσει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα του νησιού, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες ανάπτυξης, όπως στόχευση και προσέγγιση συγκεκριμένων τμημάτων πελατείας/ αγορών, δυνατότητα εργασίας εξ αποστάσεως από ψηφιακούς νομάδες που συνδυάζουν την εργασία με το ταξίδι, συμβάλλοντας στην τοπική τουριστική ανάπτυξη και οικονομία.
«Το νέο μοντέλο ανάπτυξης της Αστυπάλαιας μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο και οδικός χάρτης και για άλλες περιοχές της χώρας. Για να πραγματοποιηθεί η εργασία αυτή και για άλλες περιοχές, κρίνεται αναγκαία η ανάλυση και καταγραφή των ιδιαιτεροτήτων τους. Για παράδειγμα μπορεί να αναπτυχθεί ένα στρατηγικό πλάνο ανάπτυξης εστιασμένο στον ψηφιακό μετασχηματισμό μίας περιοχής ώστε να αναδειχθεί σε hub καινοτομίας και νέων τεχνολογιών. Ακόμα πρέπει να λάβουμε υπόψιν, πως η αξιοποίηση των πόρων, που θα διατεθούν τα επόμενα χρόνια από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ, θα συμβάλλουν καταλυτικά στην ενίσχυση καινοτόμων επιχειρηματικών σχεδίων και δράσεων βιώσιμης ανάπτυξης. Το συγκεκριμένο έργο και η υλοποίησή του, που αναδεικνύουν την αξία της σύμπραξης του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, αποτελούν για εμάς την αρχή μίας προσπάθειας και ενός οράματος να μετατρέψουμε και άλλους ακριτικούς προορισμούς της Ελλάδας βιώσιμους κοινωνικά, οικονομικά και περιβαλλοντικά, ώστε να αποτελέσουν κομμάτι των αναπτυξιακών εξελίξεων για τη χώρα μας και σημεία ενδιαφέροντος για επενδύσεις διεθνών εταιρειών και οργανισμών», αναφέρει επίσης.