Στον τελικό του Μουντιάλ 1970, στο Μεξικό, η Βραζιλία συνέτριβε με 4-1 την Ιταλία, κατακτούσε το τρόπαιο για 3η φορά στην ιστορία της και έπιανε το τέλειο στην απόδοσή της, με το 90λεπτο να καταγράφεται ως το καλύτερο της ιστορίας της. Μοιάζει δίκαιο, επομένως, το γεγονός ότι 12 χρόνια μετά, στο Μουντιάλ 1982, στην Ισπανία, η Σκουάντρα Ατζούρα ξεκινούσε την πορεία της για την δική της 3η κατάκτηση του τροπαίου… ανταποδίδοντας τη χάρη στη Σελεσάο, την οποία νίκησε και απέκλεισε με 3-2, με το 90λεπτο να καταγράφεται ως αυτό που έβαλε τέλος στο «βραζιλιάνικο στυλ ποδοσφαίρου»…
Σόκρατες, Ζίκο, Φαλκάο, Έντερ, Σερέζο, Ζούνιορ, Σερζίνιο… Οποιοσδήποτε προπονητής είχε έστω έναν εξ αυτών στην ομάδα του θα ήταν ευτυχισμένος. Ο Τελέ Σαντάνα, ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Βραζιλίας, τούς είχε όλους, συν τους υπόλοιπους, στην εθνική ομάδα της χώρας που θεωρείτο το μεγάλο φαβορί για την κατάκτηση του Παγκοσμίου Κυπέλλου της Ισπανίας. Ήταν η καλύτερη ομάδα των Βραζιλιάνων μετά το 1970 και ήταν, παράλληλα, μια ομάδα που όλοι, ανεξάρτητα από την εθνικότητα, λάτρευαν να βλέπουν στο γήπεδο. Το «γιατί», αυτονόητο: Έκρυβαν τη μπάλα.
Αυτό, οι «καριόκας» θα το έδειχναν και στα γήπεδα της Ισπανίας, όπου θα άρχιζαν με δύσκολη νίκη επί της Σοβιετικής Ένωσης και στη συνέχεια θα ισοπέδωναν Σκωτία και Νέα Ζηλανδία, προχωρώντας ακάθεκτοι προς τον τελικό. Αυτός ήταν ο μεγάλος στόχος, ο οποίος, λίγο-πολύ, ήταν στο μυαλό όλων σαν κάτι… εύκολο. Ειδικά όταν ήρθε και το 3-1 επί της Αργεντινής στον δεύτερο όμιλο, από τον οποίο θα προέκυπτε η ομάδα που θα πήγαινε στους «4», όλοι το είχαν σίγουρο. Ακόμη και οι ίδιοι, αφού είχαν αρχίσει ήδη, όπως έχει πει ο Φαλκάο, να μελετούν την Πολωνία, την ομάδα που θα αντιμετώπιζαν στον ημιτελικό.
Το χατ-τρικ του Ρόσι που άλλαξε τα πάντα…
Πριν φτάσουν εκεί, όμως, οι Βραζιλιάνοι έπρεπε να παίξουν ένα ματς. Αντίπαλος; Η Ιταλία. Ζητούμενο; Η ισοπαλία. Έχοντας καλύτερη διαφορά τερμάτων από τη Σκουάντρα Ατζούρα, η οποία επίσης είχε νικήσει την Αργεντινή, η Σελεσάο περνούσε και με ισοπαλία. Αυτό, όμως, ήταν πρόβλημα για την ίδια και όχι για την αντίπαλό της… Ο Ρόσι έκανε το 1-0 στο 5′, ο Σόκρατες το 1-1 στο 12′, ο Ρόσι το 2-1 στο 25′ και ο Φαλκάο το 2-2 στο 68′. Εκείνη τη στιγμή, οποιαδήποτε ομάδα, με βάση το ποδόσφαιρο όπως το ξέρουμε σήμερα, θα έπαιζε άμυνα. Θα γυρνούσε πιο πίσω. Θα κοιτούσε να κρατήσει το σκορ. Όχι εκείνη η Βραζιλία όμως…
«Πριν την έναρξη του ματς, στα αποδυτήρια, είπαμε ότι μπαίνουμε για να νικήσουμε. Δεν σκεφτόμασταν καν την ισοπαλία. Και δεν την σκεφτόμασταν ούτε μετά το 2-2. Λάθος; Λάθος. Αυτό ήταν το ποδόσφαιρό μας όμως, παίζαμε πάντα για τη νίκη, πάντα επιθετικά, πάντα μπροστά», θα πει χρόνια μετά ο Ζίκο, προσπαθώντας να εξηγήσει το πώς η Βραζιλία δέχθηκε και τρίτο γκολ από τον Ρόσι, στο 74′, με συνέπεια να αποκλειστεί. Ένας αποκλεισμός που η χώρα δεν τον υποδέχθηκε ως αποτυχία αλλά ως τραγωδία. Ως ένα δράμα που θα τους στιγμάτιζε για πάντα. Και έτσι έγινε.
«Εκείνη την ημέρα πέθανε το ποδόσφαιρο»
Στα επόμενα χρόνια, στα επόμενα Μουντιάλ, η Σελεσάο άρχισε να μεταλλάσσεται από μια ομάδα που σκεφτόταν μόνο το θέαμα σε μια ομάδα που έβαλε τον πραγματισμό στο παιχνίδι της, στη σκέψη της, τη νοοτροπία της. Έτσι ήρθε, άλλωστε, για αυτούς και η λύτρωση του 1994, όταν και επανήλθαν, 24 χρόνια μετά τον θρίαμβο του 1970, στην κορυφή του κόσμου. Μια επιτυχία, όμως, που όσο μεγάλη κι αν ήταν ή όση χαρά κι αν έδωσε, δεν ήταν… made by Brazil. Όπως δεν ήταν τίποτα ξανά έτσι μετά τις 5 Ιουλίου 1982, μετά από εκείνο το 90λεπτο που άλλαξε τα πάντα.
«Είναι το μόνο παιχνίδι που δεν είδα ποτέ ξανά, δεν ήθελα και δεν θέλω. Είχαμε ομαδάρα και παίζαμε με χαρά, το απολαμβάναμε. Το ποδόσφαιρο όπως το ξέραμε πέθανε εκείνη την ημέρα», ήταν τα λόγια του Σόκρατες χρόνια μετά…