Στο όνομά του, πολλοί απόρησαν. Ο Ρέιμαρ Μόργκαν δεν είναι… Κένιον Μάρτιν. Δεν έχει το όνομα του άλλοτε σπουδαίου ΝΒΑερ που πρόβαρε τα πράσινα, ωστόσο κάθε άλλο παρά αμελητέα ποσότητα μοιάζει. Και μπορεί να μην είναι ακριβώς ο τύπος του Τζέιμς Γκιστ, το τεράστιο κενό του οποίου θα κληθεί να καλύψει στον Παναθηναϊκό, αλλά σίγουρα μπορεί να βοηθήσει…

Πρόκειται για έναν παίκτη ύψους 2,03μ., χωρίς τον όγκο του Γκιστ αλλά με πλουσιότατα αθλητικά προσόντα. Είναι ικανός να μαρκάρει παίκτες σε 3-4 θέσεις, αφού έχει γρήγορα πόδια. Είναι ικανός ριμπάουντερ, όχι τόσο μπλοκέρ, ενώ στην επίθεση τελειώνει τις φάσεις κοντά στο καλάθι, έχει καλούτσικο σουτ από μέση απόσταση, αλλά κακό τρίποντο.

Ξεκίνημα ως… τριάρι

Κι όμως, ο άνθρωπος που επελέγη να μπει στα παπούτσια του Τζέιμς Γκιστ άρχισε την καριέρα του σαν τριάρι. Γεννημένος στο Κάντον του Οχάιο (πατρίδα και του Κώστα Κουφού), κατάφερε από σχολιαρόπαιδο να ξεχωρίσει. Ήταν από τους κορυφαίους παίκτες σε όλες τις ΗΠΑ στο λύκειο (24 πόντοι με 69,7% στα σουτ και 9 ριμπάουντ ανά αγώνα την τελευταία του χρονιά) και το κάλεσμα του Μίσιγκαν Στέιτ, που έχει αναδείξει μεταξύ άλλων τον μεγάλο Μάτζικ Τζόνσον, δεν αποτέλεσε έκπληξη.

Σε δύο Final Four

Από την πρώτη του χρονιά με τους «Σπαρτιάτες» ο Ρέιμαρ Μόργκαν έκανε αισθητή την παρουσία του. Είχε 11,3 πόντους, 6,2 ριμπάουντ, 1,8 ασίστ και 1,1 κλεψίματα στην ρούκι του σεζόν στο κολέγιο έχοντας εξ αρχής θέση στην πεντάδα. Ξεχώριζε για το πάθος του, συνεχίζοντας να παίζει ακόμη και με σπασμένα δόντια…

Με συνοδοιπόρο τον Κεϊλίν Λούκας, που τη σεζόν 2011/12 είχε ένα αποτυχημένο πέρασμα από τον Ολυμπιακό, κατάφεραν να οδηγήσουν την ομάδα τους πολύ ψηλά, συμμετέχοντας σε δύο Final Four. Το 2009 έφτασαν μέχρι τον τελικό, αλλά έχασαν με 89-72 από το Νορθ Καρολάινα του Τάι Λόσον. Ο Μόργκαν αντιμετώπισε προβλήματα με φάουλ και περιορίστηκε σε 4 πόντους και 1 ριμπάουντ σε 19 λεπτά συμμετοχής. Ένα χρόνο μετά το Μίσιγκαν επέστρεψε στο Final Four, αλλά εκεί το Μπάτλερ του Γκόρντον Χέιγουορντ έφραξε με 52-50 το δρόμο του. Μια από τα ίδια για τον νεαρό, τότε, Μόργκαν, που είχε 4 πόντους, 5 ριμπάουντ, 1 ασίστ, 1 κλέψιμο και 1 τάπα σε 23 λεπτά, αλλά και πάλι πρόβλημα με τα φάουλ.


Το ΝΒΑ τον αγνόησε

Παρά την πολύ καλή παρουσία του στο NCAA, το ΝΒΑ τού γύρισε την πλάτη. Στο πολύ ανταγωνιστικό ντραφτ του 2010, όπου επελέγησαν πολλοί παίκτες στη θέση του, ο Ρέιμαρ Μόργκαν αγνοήθηκε από όλες τις ομάδες και δεν επελέγη πουθενά. Η απογοήτευση για τον 22χρονο άσο… μεγάλη. Όμως δεν παράτησε το όνειρό του, ούτε στράφηκε σε άλλον επαγγελματικό προσανατολισμό, όπως θα μπορούσε έχοντας πτυχίο στη διαφήμιση.

«Καταφύγιο» στο Ισραήλ

Η Ευρώπη ήταν περίπου μονόδρομος για τον Ρέιμαρ Μόργκαν για να βγάλει χρήματα από το μπάσκετ και να σκαρφαλώσει σταδιακά κυνηγώντας το όνειρό του. Το Ισραήλ αποτέλεσε τη βάση του για τρεις σεζόν, καθώς αγωνίστηκε σε Μακάμπι Ρισόν, Ιρόνι Ασκελόν και Μπαράκ Νετάνια, δίχως να απογοητεύσει, αλλά ούτε και να εντυπωσιάσει. Στην πρώτη του σεζόν στην Ευρώπη είχε 11,6 πόντους και 4,9 ριμπάουντ ανά αγώνα, αριθμοί ικανοί να του δώσουν «προαγωγή» στην Καρσίγιακα, αλλά στην ομάδα της Σμύρνης έπαιξε μόλις δύο ματς το 2011 (10 πόντους, 6 ριμπάουντ, 2 ασίστ κατά μέσο όρο) και αποδεσμεύτηκε. Επέστρεψε στο Ισραήλ, όπου είχε καλό όνομα, και σε επτά ματς με την Ιρόνι Ασκελόν είχε 15,4 πόντους, 7,4 ριμπάουντ και 1,6 ασίστ. Η επόμενη σεζόν τον βρήκε στην Μπαράκ Νετάνια, κοντά στην καρδιά του πολέμου. «Υπήρχαν στιγμές που ανησυχούσα και ήθελα να επιστρέψω σπίτι μου», είχε παραδεχτεί. Πάντως τα νούμερά του ήταν καλά τη σεζόν 2012/13: 11 πόντοι, 5 ριμπάουντ και 1,9 ασίστ ανά αγώνα.

Η χαμένη χρονιά και η σανίδα σωτηρίας

Ένας τραυματισμός τον κράτησε εκτός παρκέ για όλη την περσινή σεζόν. Ο φόβος πως η αγορά θα τον ξεχνούσε άρχισε να δημιουργείται μέσα του, μέχρι όμως να έρθει η Γκέτινγκεν. Στη Γερμανία έκανε την καλύτερη σεζόν της καριέρας του και βοήθησε τους νεοφώτιστους να σωθούν άνετα τερματίζοντας στη δέκατη θέση. Με τον Καλίντ Ελ Αμίν συνέθεσε ένα εξαιρετικό δίδυμο και έκλεισε τη σεζόν με 16,2 πόντους και 6 ριμπάουντ, σουτάροντας με 60% στα δίποντα και 73% στις βολές (αλλά μόλις 16,8% στα τρίποντα, με 3/16 όλη τη σεζόν). Μάλιστα ψηφίστηκε στη δεύτερη καλύτερη πεντάδα της κανονικής περιόδου. Κορυφαία του στιγμή, οι 37 πόντοι απέναντι στην πρώτη της regular season Μπάμπεργκ του Αντρέα Τρινκιέρι.


Ο Παναθηναϊκός τού δίνει στα 26 του την ευκαιρία που τόσα χρόνια περίμενε. Και μένει ο ίδιος να αποδείξει αν την άξιζε…

Πηγή: sport-fm.gr