Μεμονωμένο γεγονός χαρακτηρίζει η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) την οριστική απόλυση που έγινε κατά την τελευταία Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου (14.4.22), Εισαγγελέως Πρωτοδικών η οποία όταν υπηρετούσε στην Κέρκυρα είχε 3.010 εκκρεμείς δικογραφίες εκ των οποίων τις 950 τις είχε σε δύο φιλικά της σπίτια, ενώ 153 αγνοούνται ακόμα. Παράλληλα, η ΕΕΕ επισημαίνει ότι οι οποιεσδήποτε άλλες γενικεύσεις επί του θέματος αυτού, «πλήττουν την αξιοπιστία της Δικαιοσύνης».
Όπως είναι γνωστό, κατά την τελευταία, 3η κατά σειρά, Πειθαρχική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου εκτός από την εν λόγω εισαγγελέα Πρωτοδικών με τις 3.020 καθυστερήσεις, η οποία απολύθηκε και δεν της παρασχέθηκε το δικαίωμα να απασχοληθεί στον δημόσιο τομέα, επιβλήθηκε ακόμη προσωρινή παύσης 6 μηνών σε εισαγγελέα Πρωτοδικών η οποία όταν υπηρετούσε σε νησί του Αιγαίου απουσίασε αυθαίρετα και κατά επανάληψη, όπως αναβλήθηκε -παρά την εισήγηση για οριστική παύση- ο πειθαρχικές έλεγχος αντεισαγγελέα Πρωτοδικών για ανεπάρκεια, λόγω των μεγάλων καθυστερήσεων.
Ακόμη, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, η ΕΕΕ σε ανακοίνωσή της χαρακτηρίζει αξιόπιστο το σύστημα επιθεώρησης των δικαστών και εισαγγελέων και ότι για «την αντικειμενική και αμερόληπτη αξιολόγηση των δικαστικών λειτουργών» είναι η ίδια η Δικαιοσύνη και «όχι όσοι, εξωθεσμικά και για λόγους εντυπωσιασμού, «αγκομαχούν» να υποδείξουν και επιβάλουν άλλους τρόπους αξιολόγησης και απόδοσης ευθυνών».
Αναλυτικότερα, η ανακοίνωσης της ΕΕΕ, έχεις ως εξής:
«Με αφορμή την επιβολή ποινής οριστικής παύσης σε εισαγγελικό λειτουργό με απόφαση της ολομέλειας του Αρείου Πάγου και τα σχετικά δημοσιεύματα, η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος υπογραμμίζει ότι οι εισαγγελικοί λειτουργοί ασκούν το λειτούργημά τους με υψηλό αίσθημα ευθύνης, αναλώνουν καθημερινά τις δυνάμεις τους, πολλές φορές στα όρια της αντοχής τους, για να ανταποκριθούν στο δύσκολο και ευθυνοφόρο έργο τους και υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο από τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα και το θεσμό της επιθεώρησης.
Η διαδικασία της αυτοκάθαρσης, αποτελεί σημαντικό παράγοντα της εσωτερικής λειτουργίας της δικαιοσύνης, γι’ αυτό και το εφαρμοζόμενο μέχρι σήμερα αξιόπιστο σύστημα επιθεώρησης και επιβολής πειθαρχικών ποινών ήταν και είναι σε θέση να αποβάλει τους ανεπαρκείς και όσους παραβαίνουν τα καθήκοντά τους.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, εισαγγελικοί λειτουργοί επωμίστηκαν το βάρος και τις συνέπειες των πράξεων και παραλείψεων τέως πλέον συναδέλφου, διεξήγαγαν σημαντικές και σε βάθος έρευνες για την αποκάλυψη αξιόποινων πράξεων και πειθαρχικών παραβάσεων, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα, με σκοπό τη διαφύλαξη του κύρους της δικαιοσύνης των διαδίκων.
Επομένως η συναγωγή αβάσιμων συμπερασμάτων και οι οποιεσδήποτε γενικεύσεις, με αφορμή το μεμονωμένο αυτό γεγονός που αποτελεί εξαίρεση, πλήττουν την αξιοπιστία της δικαιοσύνης και αμαυρώνουν την προσπάθεια του συνόλου των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών που ασκούν ευσυνείδητα το καθήκον τους.
Τονίζουμε δε ότι η ίδια η δικαιοσύνη είναι η μόνη αρμόδια για την αντικειμενική και αμερόληπτη αξιολόγηση των δικαστικών λειτουργών και διαθέτει, όπως διαχρονικά αποδεικνύει, τον εσωτερικό μηχανισμό ελέγχου και απόδοσης ευθυνών για τυχόν υπαίτιες πράξεις ή παραλείψεις των λειτουργών της και όχι όσοι, εξωθεσμικά και για λόγους εντυπωσιασμού, «αγκομαχούν» να υποδείξουν και επιβάλουν άλλους τρόπους αξιολόγησης και απόδοσης ευθυνών».