Μια 20χρονη μητέρα νεκρή κοντά στο λίγων μηνών μωρό της και ο σύζυγος της λίγο πιο δίπλα δεμένος να ικετεύει για βοήθεια. Το έγκλημα στα Γλυκά Νερά έχει σοκάρει τη χώρα μας με τους ειδικούς να καταβάλλουν προσπάθειες ώστε να αναλύσουν το προφίλ των δραστών, να «ερμηνεύσουν» τις κινήσεις τους και να καταφέρουν να τους συλλάβουν.
Γράφει η Σταυρούλα Πεταλιού
«Πρόκειται για ένα έγκλημα ειδεχθές που προβληματίζει την επιστημονική κοινότητα» αναφέρει στο newsbeast.gr η Αγγελική Καρδαρά, διδάκτωρ του τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ ΕΚΠΑ, φιλόλογος, τακτική επιστημονική συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.) και επιστημονικά υπεύθυνη του Crime & Media Lab του ΚΕ.Μ.Ε.
«Ασκήθηκε υπέρμετρη βία, ενώ το έγκλημα της ανθρωποκτονίας με θύμα την νεαρή γυναίκα διαπράχθηκε μπροστά στα μάτια του ανήλικου τέκνου, του 11μηνου μωρού της. Τόσο ο τρόπος εγκληματικής δράσης, όσο τα στοιχεία που συνιστούν τη χαρακτηριζόμενη στην εγκληματολογική έρευνα ”υπογραφή”, δηλαδή η χρήση υπέρμετρης βίας, η αναλγησία, η απάθεια στον ανθρώπινο πόνο, η θανάτωση και το κρέμασμα του σκύλου, σαν να ήταν ”τρόπαιο”, ”λάφυρο”, ”σφραγίδα τιμωρίας”, σκιαγραφούν ένα σκληρό εγκληματικό προφίλ» επισημαίνει.
«Είναι αξιοσημείωτο μάλιστα ότι τα ίδια τα άτομα που βρίσκονται στις φυλακές διαχωρίζουν τους ”παράνομους” από τους ”κακοποιούς” και στη συγκεκριμένη περίπτωση έχουμε το προφίλ του κακοποιού, όπως ακριβώς ορίζεται στον δικό τους γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας, όπου ως παράνομος ορίζεται ο ”εκτός νόμου”, ενώ ως κακοποιός αυτός που θα κάνει κακό στην ακραία του μορφή, που δεν θα διστάσει για παράδειγμα να μπει σε ένα σπίτι και να σκορπίσει τον τρόμο, να κλέψει, να βιάσει, να χτυπήσει άγρια, να βασανίσει, να σκοτώσει» αναφέρει η Αγγελική Καρδαρά.
Ο τρόπος δράσης και η «υπογραφή» δείχνουν σχεδιασμό του εγκλήματος
Η επιστημονική συνεργάτιδα του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος αναλύοντας τον τρόπο που έδρασαν οι δράστες και την «υπογραφή» τους εξηγεί πως δείχνουν έναν σχεδιασμό του εγκλήματος.
«Ενδεχομένως υπήρχαν πληροφορίες για το σπίτι και την οικογένεια. Ωστόσο αυτό που πρέπει να επισημάνουμε σε αυτό το αρχικό στάδιο διερεύνησης είναι ότι ασφαλή συμπεράσματα μπορούν να εξαχθούν και σε επιστημονικό επίπεδο μόνο όταν διαλευκανθεί πλήρως η υπόθεση, επομένως οφείλουμε να αναμένουμε τις έρευνες» εξηγεί.
«Η δημόσια συζήτηση πρέπει να εστιάσει, κατά την άποψή μου, σε δύο κεντρικούς άξονες: πρώτον, στις σοβαρές ποιοτικές διαφοροποιήσεις στο έγκλημα και στο εγκληματικό φαινόμενο που έχουν καταγραφεί από την εγκληματολογική έρευνα εδώ και αρκετά χρόνια, στο γεγονός δηλαδή ότι το έγκλημα αποκτά ένα πιο σκληρό και βίαιο πρόσωπο, με κλιμάκωση θα έλεγα της βίας με την πάροδο των ετών και δεύτερον, στην ενίσχυση της πρόληψης, η οποία πρέπει να επικεντρωθεί και στον χώρο των καταστημάτων κράτησης ώστε να μη λειτουργούν σαν ”κολλέγια του εγκλήματος”, όπως αποκαλούνται στον ιδιαίτερο γλωσσικό κώδικα επικοινωνίας του έγκλειστου πληθυσμού, αλλά μέσα από εξειδικευμένα επιστημονικά προγράμματα, βάσει ηλικίας, διαπραττόμενου αδικήματος, βαρύτητας (ποινικής και κοινωνίας απαξίας) της εγκληματικής ή των εγκληματικών πράξεων, να γίνει μία ουσιαστική προσπάθεια ώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος της βίας και να υλοποιηθεί, στην πράξη, η έννοια της κοινωνικής ενσωμάτωσης/επανένταξης» τονίζει η Αγγελική Καρδαρά.
«Στο πλαίσιο της πρόληψης πολύ σημαντική κρίνω την επένδυση στην παιδεία, ώστε να αντιμετωπίσουμε την κρίση αξιών που διαδραματίζει τον δικό της αρνητικό ρόλο, οδηγώντας σε φαινόμενα ακραίας βίας και πλήρους απαξίωσης της ανθρώπινης ζωής ή/και εντείνοντάς τα και την προστασία των πολιτών, κυρίως των χαρακτηριζόμενων ”ευάλωτων στόχων”, όπως μπορεί να είναι ανήλικοι, νεαρές γυναίκες, άτομα τρίτης ηλικίας, με μέτρα όπως ενδεικτικά αναφέρω: επαρκής φωτισμός και αστυνόμευση σε απομονωμένες περιοχές, ενημερωτικά μηνύματα σε τακτική βάση για την προστασία εντός της οικίας μας κλπ» συμπληρώνει.
Φωτογραφίες: Γιάννης Κέμμος