Με τη «σφραγίδα» του Διοικητικού Πρωτοδικείου της Αθήνας επικυρώθηκαν τα πρόστιμα που βεβαιώθηκαν σε ιδιοκτήτη αυτοκινήτου με συνολικά 88 κλήσεις για παράνομη στάθμευση στο κέντρο της Αθήνας, από το 2007 έως και 2012.
Το δικαστήριο δεν δέχτηκε τον ισχυρισμό του οδηγού ότι ουδέποτε ενημερώθηκε για τις κλήσεις που του «έκοψε» η Τροχαία, το Αστυνομικό Τμήμα Ομονοίας και η Δημοτική Αστυνομία του Δήμου Αθηναίων. Το δικαστήριο έκρινε πως ο ισχυρισμός του δεν μπορούσε να αποδειχθεί ενώ στην απόφαση μέτρησε και το πλήθος των παραβάσεων καθώς και οι διαφορετικές υπηρεσίες που τις βεβαίωσαν.
Όπως προέκυψε ο οδηγός είχε πάρει κλήσεις για παράνομη στάθμευση σε χώρο όπου υπάρχει πινακίδα απαγόρευσης στάσης, στάθμευσης αλλά και ελεγχόμενης στάθμευσης, σε πεζόδρομο, πεζοδρόμια, σε χώρους στάθμευσης αλλά και ράμπα για άτομα μειωμένης κινητικότητας (ΑΜΕΑ), σε στροφή οδού. Κλήσεις είχαν κοπεί και για στάθμευση σε χώρο αυτοκινήτων με κάρτα καθώς δεν είχε καταβάλει το προβλεπόμενο τέλος.
Το Διοικητικό Πρωτοδικείο έκρινε πως «στις περιπτώσεις βεβαίωσης προστίμου λόγω παράνομης στάθμευσης οχήματος, προβλέπεται ειδική διαδικασία κοινοποίησης της αντίστοιχης πράξης στον παραβάτη και συγκεκριμένα στον οδηγό του παρανόμως σταθμευμένου οχήματος στις περιπτώσεις που ο τελευταίος απουσιάζει και δεν δύναται το όργανο που βεβαίωσε την παράβαση να επιδώσει την πράξη άμεσα στον παραβάτη, με την τοποθέτηση της έκθεσης βεβαίωσης παράβασης στον ανεμοθώρακα του οχήματος, η οποία επέχει θέση επίδοσης αυτής καθώς και κλήσης του παραβάτη προς υποβολή αντιρρήσεων, ενώπιον του αρμοδίου οργάνου, ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου».
Ο ιδιοκτήτης του αυτοκινήτου υποστήριξε πως ενημερώθηκε για τις κλήσεις με καθυστέρηση τεσσάρων ετών, τον Μάιο του 2016, όταν δεσμεύτηκε ο τραπεζικός λογαριασμό του από το Δήμο Αθηναίων. Έτσι, προσέφυγε στη δικαιοσύνη η οποία, όμως, απέρριψε την αίτηση του ως απαράδεκτη ενώ παράλληλα του καταλόγισε τη δικαστική δαπάνη του Δήμου Αθηναίων, η οποία ανέρχεται στα 234 ευρώ.