Χρειάστηκαν περισσότερα από 15 χρόνια εξαγγελιών και η σύσταση τεσσάρων νομοπαρασκευαστικών επιτροπών για την κατάρτιση σχεδίου νόμου ως προς την ίδρυση Δικαστικής Αστυνομίας για να διαφανεί πως το φιλόδοξο εγχείρημα σύντομα θα πάρει σάρκα και οστά.
Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου
Εδώ και λίγες ημέρες βρίσκεται στα χέρια του υπουργού Δικαιοσύνης Σταύρου Κοντονή το σχετικό νομοσχέδιο το οποίο αναμένεται να πάρει το δρόμο για τη Βουλή, αμέσως μόλις ολοκληρωθεί η απαραίτητη επεξεργασία. Αν κι ο θεσμός της Δικαστικής Αστυνομίας προβλεπόταν από Βασιλέως Όθωνα, με το Β.Δ. 85/31-12-1836 το οποίο ποτέ δεν εφαρμόστηκε, η «σφραγίδα» για την ίδρυσή της μπήκε το 1993 επί υπουργίας Άννας Ψαρούδα- Μπενάκη, ωστόσο ουδέποτε υπεγράφη το Προεδρικό Διάταγμα που θα άνοιγε το δρόμο για την εφαρμογή της σχετικής διάταξης νόμου.
Είναι κοινό μυστικό πως, παρά το γεγονός ότι η ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας είναι πάγιο αίτημα του δικαστικού κόσμου, δεν… προχώρησε καθώς δεν κατέστη δυνατόν, μέχρι τώρα, να διευκρινιστούν με ακρίβεια οι αρμοδιότητές της οι οποίες, σε πολλές περιπτώσεις, ταυτίζονται με αυτές της ΕΛ.ΑΣ.
Η στόχευση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, η ενίσχυση των εισαγγελικών αρχών με επιστήμονες και πραγματογνώμονες οι οποίοι θα υποβοηθούν το έργο τους, ειδικά σε υποθέσεις που απαιτούν εξειδικευμένο προσωπικό, όπως αυτές των οικονομικών εγκλημάτων. Επιπλέον, οι εργαζόμενοι στην Δικαστική Αστυνομία θα βεβαιώνουν αξιόποινες πράξεις, θα μπορούν να διεξάγουν προκαταρκτικές έρευνες, θα έχουν ρόλο στην προανάκριση, αλλά και τη φύλαξη των δικαστηρίων.
Θα επιδίδουν κλήσεις των δικαστικών αρχών, αλλά και θα εκτελούν τις ποινικές αποφάσεις οι οποίες παραμένουν στα συρτάρια στερώντας έσοδα από τα κρατικά ταμεία. Είναι ενδεικτικό πως οι ανεκτέλεστες αποφάσεις με βάση τα στοιχεία της Εισαγγελίας Πρωτοδικών ξεπερνούν τις 50.000.
Όσοι επιχειρηματολογούν υπέρ της Δικαστικής Αστυνομίας επιμένουν πως η ίδρυσή της είναι επιβεβλημένη καθώς θα συμβάλει αποφασιστικά στην πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση του εγκλήματος και παράλληλα θα αποδεσμεύσει αστυνομικές δυνάμεις από καθήκοντα που θα αναλάβουν οι νέοι υπάλληλοι.
Η στελέχωση της νέας υπηρεσίας αποτελεί πονοκέφαλο λόγω και της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας ενώ σημαντικός ανασταλτικός παράγοντας της δημιουργίας αυτοτελούς υπηρεσίας είναι η έλλειψη οικονομικών πόρων για κτιριακές εγκαταστάσεις, εξοπλισμό εργαστηρίων και άλλων μέσων.
Για το λόγο αυτό μελετάται, σύμφωνα με πληροφορίες, μία μέση λύση και το ενδεχόμενο των μετακινήσεων – αποσπάσεων από τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Ήδη, η Πανελλήνια Ομοσπονδία Υπαλλήλων Εξωτερικής Φρούρησης, από τον περασμένο Σεπτέμβριο με έγγραφό της προς τη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή για τη δημιουργία Δικαστικής Αστυνομίας είχε ενημερώσει πως τα μέλη της, τα οποία διοικητικά υπάγονται στο υπουργείο Δικαιοσύνης, είναι σε θέση να καλύψουν τις ανάγκες που προκύπτουν από την ίδρυση της Δικαστικής Αστυνομίας.
Όπως επισημαίνουν, το «Σώμα είναι ένοπλο και ένστολο, έχει τις αρμοδιότητες και τα καθήκοντα της ΕΛΑΣ και στελεχώνεται από 1.800 Εξωτερικούς Φρουρούς» και μπορεί να συμβάλλει στο έργο της Δικαστικής Αστυνομίας. Συγκεκριμένα, μπορεί να έχει ενεργό ρόλο στην επίδοση δικαστικών εγγράφων, την έρευνα και την εξιχνίαση εγκλημάτων, την προσαγωγή των κατηγορουμένων στις δικαστικές αρχές, τη φρούρηση και επιτήρηση στόχων δικαστικού ενδιαφέροντος, τη φρούρηση των δικαστικών μεγάρων, τις μεταγωγές υποδίκων και εγκλείστων, τη φρούρηση ασθενών κρατουμένων στα δημόσια νοσοκομεία, το γεωεντοπισμό και την επιτήρηση των υφ’ όρων απολυόμενων καταδίκων και την εξωτερική φρούρηση στα Καταστήματα Κράτησης.
Δικαστική Αστυνομία οργανικά αυτοτελής υφίσταται στην Ευρώπη στην Ιταλία και την Πορτογαλία. Στη Γαλλία, τη Γερμανία, την Αυστρία, το Βέλγιο, την Ισπανία και την Ολλανδία το σύστημα είναι παράλληλο με αυτό της Αστυνομίας.