«Είμαστε συγγενείς ενός κατηγορούμενου για ληστεία, που αυτήν τη στιγμή βρίσκεται στα κρατητήρια της ΓΑΔΑ. Θέλουμε να αναλάβετε την υπόθεση του ανθρώπου μας».
Τα λόγια αυτά είπε ο ένας από τους δύο δράστες της δολοφονίας του ποινικολόγου Μιχάλη Ζαφειρόπουλου, ανοίγοντας την κουβέντα στο δικηγορικό γραφείο της οδού Ασκληπιού, το απόγευμα της Πέμπτης, σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελευθερία του Τύπου».
Τα ερωτήματα για τις Αρχές άρχισαν από τη στιγμή που διαπίστωσαν ότι ποτέ δεν υπήρξε η ληστεία που περιέγραψαν οι δύο «πελάτες» και ποτέ δεν ήταν κρατούμενος κάποιος συγγενής τους. Γιατί να πουν ένα «παραμύθι» στον Μιχάλη Ζαφειρόπουλο τη στιγμή που ήταν παρών στο ραντεβού και ο συνεργάτης του; Μήπως έτσι κέρδιζαν χρόνο για να βρεθούν μόνοι τους με τον δικηγόρο και τον σκοτώσουν με σφαίρα στο στήθος, από απόσταση 1-1,5 μέτρου, όταν ο 32χρονος συνεργάτης βγήκε για λίγο από το γραφείο;
Σε αυτά τα ερωτήματα προσπαθούν να δώσουν απάντηση οι Αρχές, ώστε να βρουν την ταυτότητα των δραστών, καθώς το 20λεπτο που πέρασαν οι κακοποιοί συζητώντας με τον γνωστό δικηγόρο και τον συνεργάτη του για τη «ληστεία» έχει δώσει άλλη διάσταση την υπόθεση της ανθρωποκτονίας.
Γεγονός είναι ότι, ενώ οι δολοφόνοι επικαλέστηκαν μια ψεύτικη υπόθεση για να κλείσουν το ραντεβού, κατά την παραμονή τους στο γραφείο αναφέρθηκαν και σε άλλες υποθέσεις, αναφέροντας ονόματα υπαρκτών προσώπων. Αυτά τα (επίσης σημαντικά) στοιχεία περιλαμβάνονται στις χειρόγραφες σημειώσεις του δικηγόρου.
Οι αστυνομικοί στέκονται στα «λάθη» των δολοφόνων σε δύο κομβικά σημεία: Το πρώτο ότι οι δράστες ήρθαν πρόσωπο με πρόσωπο με τον ποινικολόγο και τον συνεργάτη του (έχουν πλήρη περιγραφή του προσώπου και του σωματότυπού τους) και το δεύτερο ότι συζητούσαν για ώρα μαζί του.
Παράλληλα, γενετικό υλικό τους έχει ήδη βρεθεί στο γραφείο, που σημαίνει ότι οι έρευνες αποκτούν νέα διάσταση, στην περίπτωση που το έγκλημα δεν ήταν προσχεδιασμένο με πληρωμένους δολοφόνους, οι οποίοι έσπευσαν να «εξαφανιστούν» από προσώπου γης.