«Ο Γιώργος ήταν το πιο γελαστό αγόρι των Τρικάλων. Είχε όνειρα για τη ζωή. Εμείς είχαμε όνειρα για το παιδί μας αλλά τα όνειρα έμειναν μόνο όνειρα» λέει αποκλειστικά στο newsbeast.gr ο πατέρας του 22χρονου αστυνομικού της ομάδας ΔΙ.ΑΣ., Γιώργου Σκυλογιάννη, που δολοφονήθηκε άνανδρα στου Ρέντη από τις σφαίρες κακοποιών.
Ο κ. Χρήστος Σκυλογιάννης που εργάζεται στο δήμο Τρικκαίων δεν μπορεί ακόμη να πιστέψει ότι το παιδί του χάθηκε, όμως, όπως λέει στο newsbeast.gr, προσπαθεί να βρει το κουράγιο μαζί με τη σύζυγό του, Λεμονιά, να μεγαλώσουν τα τέσσερα μικρότερα παιδιά τους.
«Προσπαθούμε να μεγαλώσουμε τα μικρότερα παιδιά. Δε θέλουμε να πάθουν τίποτα τα υπόλοιπα παιδιά μας. Κουράγιο κάνουμε. Δεν μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά. Εάν μας βλέπουν να κλαίμε συνέχεια, τι θα κάνουν; Ένα παιδάκι 4 ετών και 9 ετών τι θα έκανε, αν έβλεπε τους γονείς του να κλαίνε διαρκώς;
Πρέπει να κάνουμε κουράγιο. Τον καραγκιόζη βέβαια κάνουμε για να μην δημιουργήσουμε ψυχολογικά προβλήματα στα υπόλοιπα παιδιά μας», αναφέρει με τρεμάμενη φωνή.
Και θέλει όσο τίποτα άλλο να βρεθούν οι δολοφόνοι του παιδιού του. «Δεν γίνεται διαφορετικά. Δεν μπορούμε να ζούμε έτσι. Έχει πονέσει όλη η Ελλάδα αλλά ο πόνος του σπιτιού είναι μεγαλύτερος», λέει.
Ο κ. Σκυλογιάννης περιγράφει τα δραματικά λεπτά του μακελειού στου Ρέντη. Τον τρόπο με τον οποίο μάθαινε ότι ο 22χρονος Γιώργος του, δεν βρισκόταν στη ζωή.
«Μας πήρε τηλέφωνο η αστυνομική διεύθυνση των Τρικάλων. Πού να ξέραμε τι είχε συμβεί; Τι γίνεται; Εμείς παίρναμε τηλέφωνο το γιο μας όπως συνήθως. Όταν είχε εργασία, τα παιδιά είχαν κλειστά τα τηλέφωνα. Εμείς υπολογίζαμε, όπως συνήθως, ότι έτσι θα ήταν κι εκείνη τη φορά», τονίζει.
Και λέει ότι κανένας μέχρι σήμερα δεν είχε πει κακιά κουβέντα για το παιδί του.
«Δεν υπάρχει άνθρωπος στα Τρίκαλα, νομίζω, που να πει μια κακιά κουβέντα για το παιδί μου. Είχε όνειρα ο γιος μου. Τα όνειρά του ήταν πολλά. Ήταν όμως ένα μικρό παιδί. Τώρα ξεκινούσαν τα όνειρά του. Εμείς σαν γονείς είχαμε όνειρο να τον δούμε να μεγαλώνει, αλλά τα όνειρά μας και τα όνειρά του έμειναν όνειρα»…
Ο Γιώργος Σκυλογιάννης από πολύ μικρός λάτρευε το ποδόσφαιρο. Έπαιζε και στην τοπική ομάδα, την οποία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει για να μπει στην Αστυνομία. Ήταν ένα παιδί βιοπαλαιστών και όπως λένε οι πληροφορίες, όταν έμενε στην Αθήνα και δούλευε, είχε πει στην οικογένειά του να μην του στέλνουν λεφτά. Ήθελε να τα βγάζει πέρα μόνος του με τον πενιχρό μισθό του.
«Ο Γιώργος ασχολούνταν πολύ με τη μπάλα και γενικά με τον αθλητισμό. Ο αθλητισμός του άρεσε πάρα πολύ. Ότι και να πω, δεν λέγεται με λόγια. Έγινε ένα ατυχές γεγονός και το παιδί μας δολοφονήθηκε. Τι να κάνουμε; Τι μπορούμε να κάνουμε; Ο Γιώργος δεν γυρίζει πίσω», αναφέρει ο πατέρας του.
Και επισημαίνει ότι από το μοιραίο βράδυ της περασμένης Τρίτης, στο πλευρό της οικογένειάς του υπάρχουν άνθρωποι που τους στηρίζουν.
«Υπάρχουν δίπλα μας κάποιοι άνθρωποι που μας στηρίζουν ψυχικά. Ο πόνος όμως δεν περνάει τόσο εύκολα. Δεν είμαστε μικρά παιδάκια. Προσπαθούμε να μεγαλώσουμε τα παιδιά μας για να μην τους δημιουργήσουμε κάποιο ιδιαίτερο πρόβλημα».
Πάντως, παρά τον πόνο του, ο κ. Χρήστος Σκυλογιάννης, στέλνει ένα μήνυμα στους υπευθύνους.
«Η Πολιτεία όμως δεν πρέπει να ξεχάσει τα παιδιά αυτά. Όχι μόνο αυτά αλλά και τα προηγούμενα που χάθηκαν εν ώρα καθήκοντος. Να πάρουν το μάθημά τους κάποιοι από το κακό που έγινε στου Ρέντη. Αυτά τα πράγματα όμως ξέρουμε ότι δεν γίνονται από τη μία ημέρα στην άλλη. Μπορεί να περάσει κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά πρέπει να συνειδητοποιήσουν τι συμβαίνει, αυτοί που τους στέλνουν στο θάνατο. Γιατί αν δεν γίνει αυτό, δεν θα είναι ούτε η πρώτη φορά που το κάνουν αλλά ούτε και η τελευταία».
Και εύχεται στους γονείς των αστυνομικών αλλά και σε όλο τον κόσμο τα παρακάτω. «Εύχομαι σε όλο τον κόσμο τουλάχιστον τα παιδιά μας να είναι τα τελευταία θύματα. Θα πρέπει να σταματήσει αυτό το πράγμα εδώ. Τι μπορώ να πω εγώ και τι μπορώ να αλλάξω… Δεν μπορώ να αλλάξω τίποτα. Δυστυχώς».
Για να κλείσει λέγοντας: «Πάντα θα τον θυμόμαστε. Εμείς, τουλάχιστον σα γονείς, δεν πρόκειται να τον ξεχάσουμε. Ήδη, αυτό έχει στιγματίσει τη ζωή μας. Από δω και πέρα, θα προσπαθήσουμε να μην πονέσουν τα μικρότερα παιδιά μας».