«Αυτοί οι άνθρωποι, όποια ποινή και να τους επιβληθεί, θα βλέπουν, ο γιος μου όμως δεν θα βλέπει», λέει στο newsbeast.gr ο Χρήστος Σκυλογιάννης, πατέρας του ενός εκ των δύο αστυνομικών που δολοφονήθηκαν στου Ρέντη κατά τη διάρκεια καταδίωξης στυγνών κακοποιών.
Σήμερα συμπληρώνονται δύο χρόνια από την στυγνή δολοφονία των αστυνομικών Ιωάννη Ευαγγελινέλη και Γιώργου Σκυλογιάννη και οι μνήμες ξυπνούν όχι μόνο στις οικογένειες των δύο αδικοχαμένων αλλά και σε όλους τους συναδέλφους τους, που πολλές φορές καλούνται να τα βάλουν με τους κακοποιούς, ρισκάροντας με κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή.
Ο πατέρας του Γιώργου Σκυλογιάννη μιλάει στο newsbeast.gr με αφορμή τη συμπλήρωση των δύο ετών από τη στυγνή δολοφονία του γιου του. «Αυτά τα παιδιά βγαίνουν έξω στην κοινωνία για να προστατεύσουν εσάς, εμένα, τους γέροντες και γενικά τους πολίτες που κινδυνεύουν. Τώρα, αν υπάρχουν καθίκια που βγάζουν αυτόματα όπλα, αν υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι, πιστεύω ότι η Πολιτεία θα πρέπει να κάνει το καθήκον της και να τους στείλει το λιγότερο στη φυλακή. Αλλά, ξέρετε, όσο κι αν καταδικαστούν αυτοί οι άνθρωποι, θα βλέπουν, ενώ τα δύο παιδιά, εκεί που μπήκαν, δεν θα βγουν ποτέ. Αυτοί οι άνθρωποι θα βλέπουν ενώ το παιδί μου όχι. Πιστεύω δε ότι η ελληνική Δικαιοσύνη και το κράτος θα κάνουν τη δουλειά τους και θα τους δικάσουν. Εγώ δεν έχω να χάσω τίποτα πια. Τα έχασα όλα όταν έχασα το γιο μου», αναφέρει, χωρίς να θέλει να επεκταθεί στη δίκη των δολοφόνων των δύο αστυνομικών που εκδικάζεται αυτή την περίοδο.
Το μήνυμά του στέλνει και ο πρόεδρος των ειδικών φρουρών, Βασίλης Ντούμας, μέσω του newsbeast.gr. «Η ψυχή μας και το μυαλό μας σήμερα που είναι η επέτειος της στυγνής δολοφονίας των συναδέλφων είναι σε εκείνους. Το μυαλό μας είναι στη δίκη που εκδικάζεται συγκυριακά μαζί με την θλιβερή αυτή επέτειο και το μόνο που επιθυμούμε είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη και να τιμωρηθούν οι ένοχοι», αναφέρει χαρακτηριστικά…
Το χρονικό του μακελειού στου Ρέντη
Όλα άρχισαν μετά από μια καταγγελία στην Αστυνομία για ληστεία σε περίπτερο στο Μενίδι. Στην καταγγελία αναφερόταν ότι τρεις δράστες, οπλισμένοι με καλάσνικοφ, διέφυγαν με ένα κλεμμένο αυτοκίνητο, του οποίου οι πινακίδες είχαν κλαπεί.
Οι αστυνομικοί που επέβαιναν σε δύο μοτοσικλέτες, εντόπισαν το ύποπτο αυτοκίνητο κοντά στη λεωφόρο Κηφισού και το ακολούθησαν.
Το αυτοκίνητο μπήκε στον παράδρομο της λεωφόρου, στο ύψος της Λαχαναγοράς στο Ρέντη, στο ρεύμα προς Πειραιά. Στο σημείο αυτό το αυτοκίνητο σταμάτησε ξαφνικά σε σκοτεινό σημείο του δρόμου και κάποιοι από τους επιβαίνοντες βγήκαν έξω και γάζωσαν τους τέσσερις αστυνομικούς με καλάσνικοφ και πιστόλι. Στην συνέχεια ξαναμπήκαν στο όχημα, ανέπτυξαν ταχύτητα και εξαφανίστηκαν.
Κάτοικος της περιοχής, σε ερώτηση αν είδε το γεγονός απάντησε ότι εκείνη την ώρα βρισκόταν μέσα στο σπίτι του και έπεσε στο πάτωμα ακούγοντας τους πυροβολισμούς.
«Δεν σταμάτησαν να ρίχνουν. Έριξαν πάρα πολλές φορές, σχεδόν επί 10 δευτερόλεπτα πυροβολούσαν συνεχώς», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Οι δύο αστυνομικοί κατέληξαν και κάποιοι, συνάδελφοί τους, μεταφέρθηκαν για τις πρώτες βοήθειες στο Γενικό Νοσοκομείο Νίκαιας.
Δυνάμεις της αστυνομίας εντόπισαν λίγο μετά τις 20:00 το κλεμμένο Volvo στο Μοσχάτο, στην οδό Κωνσταντινουπόλεως και Παλαιολόγου.
Η περιοχή αποκλείστηκε από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις ενώ γίνονταν παντού έρευνες για τον εντοπισμό των κακοποιών. Τις επόμενες μέρες ακολούθησαν δημοσιεύματα για τον μηδενικό εξοπλισμό των αστυνομικών που υπηρετούν στις ομάδες ΔΙ.ΑΣ. και ΔΕΛΤΑ καθώς και σε άλλες μάχιμες υπηρεσίες. Υπήρξαν ακόμη δημοσιεύματα που ανέφεραν ότι οι αστυνομικοί πληρώνουν από την τσέπη τους για να κάνουν πιο ασφαλείς υπηρεσίες και τότε δόθηκαν υποσχέσεις για καλύτερη μεταχείρισή τους.
Όμως, δύο χρόνια μετά το μακελειό στου Ρέντη που συγκλόνισε το πανελλήνιο, οι συνάδελφοί του καλούνται να υπηρετούν το καθήκον… ουσιαστικά άοπλοι απέναντι στους κινδύνους της καθημερινότητας.