Έναν μήνα μετά το στυγερό έγκλημα στην Κύμη που συντάραξε τη χώρα, η προφυλακισμένη κόρη του θύματος, που κατηγορείται ότι μαζί με τον αδελφό και τον σύζυγό της σκότωσε τον ίδιο της τον πατέρα, μίλησε μέσα από τις φυλακές στο «Live Νews»:
«Δε ξέρω πότε θα έρθει η στιγμή που θα μπορέσω να συνειδητοποιήσω ότι βρίσκομαι στη φυλακή. Ζω μηχανικά, δηλαδή, όλο αυτό που βιώνω, εξαιτίας του ανθρώπου που αγάπησα τόσο πολύ και με πρόδωσε και έκανε κάτι τόσο κακό, δεν θα βγει ποτέ από μέσα μου».
Η 26χρονη ισχυρίζεται πως εκείνη και ο αδελφός της δεν είχαν καμία ανάμειξη στη δολοφονία και πως όλα τα έκανε ο κολομβιανός σύντροφός της, ο οποίος επίσης έχει προφυλακιστεί.
«Μας είπε ότι απλά χρησιμοποίησε το μαξιλάρι, γιατί και καλά δεν θα άφηνε τα ίχνη του. Κάτι τέτοιο, κάπως έτσι. Όταν κατέβηκα κάτω, με διαφορά δευτερολέπτων, δηλαδή, πρώτα κατέβαινε ο αδελφός μου και ακριβώς από πίσω του εγώ, το θέαμα που αντικρίσαμε ήταν ήδη ο άνθρωπος στις σκάλες πεσμένος».
Παρότι στην πρώτη τους κατάθεση τα δύο αδέλφια είχαν ομολογήσει την πατροκτονία, σήμερα υποστηρίζουν πως δεν βρίσκονταν καν στον χώρο του εγκλήματος και πως ξύπνησαν από τις φωνές του 29χρονου Κολομβιανού.
«Ήμασταν πάνω στο δωμάτιο και κοιμόμασταν. Και ξυπνήσαμε από τις φωνές του συζύγου μου, ο οποίος μας είπε “ελάτε κάτω γρήγορα”. Αντικρίζοντας λοιπόν το θέαμα στη σκάλα, εγώ από τότε μέχρι και τώρα νιώθω ότι δεν έχω συνειδητοποιήσει τι έχει συμβεί.
Είπα ό,τι είπα στην πρώτη μου κατάθεση, γιατί ο άνθρωπος αυτός ήταν ακόμα απ’ έξω. Μέχρι και την τελευταία στιγμή, πριν μπω στην ανακρίτρια, καθόταν δίπλα μου και μου κρατούσε το χέρι. Και εγώ σαν υπνωτισμένη πραγματικά τον άκουσα. Να μην πω την αληθινή εκδοχή. Να πω την εκδοχή τη δική του».
Το Airbnb και τα 15.000 ευρώ
Τα παιδιά του θύματος υποστηρίζουν ότι ο σχεδιασμός και η εκτέλεση της δολοφονίας έγιναν αποκλειστικά από τον σύζυγο της κόρης, η οποία τον κατηγορεί ότι είχε ως κίνητρο τα χρήματα του πατέρα της, τα οποία μάλιστα της ζήτησε να πάρει από την τράπεζα.
«Εγώ είχα ζητήσει από τον μπαμπά μου την κάρτα για να πληρώσω κάτι λογαριασμούς. Στην πορεία, μου λέει (ο σύζυγός μου) καλύτερα να αδειάσουμε την κάρτα για να τα έχουμε και καλά φυλαγμένα. Αυτός επέμενε, επέμενε. Εντέλει, τα βγάλαμε όλα τα χρήματα. Συνολικά η κάρτα είχε 14-15.000 ευρώ.
Ο (σύζυγος) επέμενε πάρα πολύ, ήθελε να αξιοποιήσουμε το σπίτι και να το κάνουμε ενοικιαζόμενο Airbnb. Ο μπαμπάς μου όταν το άκουσε είπε «εε, καλά θα δούμε, θα το σκεφτούμε» αλλά δεν ήθελε. Ήταν κάθετος. Είπε “παιδιά, όχι”. Κι εκεί άρχισε ο σύζυγός μου να τρελαίνεται. Φώναζε. Τα μάτια του, το ένα έφευγε δεξιά, το άλλο αριστερά».
Η μαύρη μαγεία και οι… μεταφυσικές ικανότητες
Ο 29χρονος, σύμφωνα με τη σύντροφό του, καυχιόταν πως ήξερε από μαύρη μαγεία και πως έχει μεταφυσικές ικανότητες.
«Μου είχε μιλήσει για τη γιαγιά του από την Κολομβία, η οποία ασχολείτο με μαύρη μαγεία και μπορεί να της δώσει φωτογραφίες και να κάνει ό,τι θέλει. Μου έλεγε κάτι περί βουντού, ότι έχει δύναμη, αλλά περισσότερο επικεντρωνόταν στον εαυτό του. Δήλωνε ότι έχει ξεχωριστές δυνάμεις, ότι μπορεί να προβλέψει τι μπορεί να γίνει».
Η κατηγορούμενη ισχυρίζεται πως δεν ξέρει την πραγματική επαγγελματική ιδιότητα του 29χρονου, ο οποίος είχε παρουσιαστεί ως σπουδαίος μπασκετμπολίστας με θητεία σε μεγάλες ομάδες της Ευρώπης.
«Πάντα έλεγε ότι έχει κάνει κάποια πράγματα με το μπάσκετ, που έχει κάνει τόσες δουλειές, τώρα έμαθα στην τελευταία ανάκριση ότι δεν έχουν βρει στοιχεία ότι δούλευε πουθενά αυτός ο άνθρωπος».
-Είχες πει ότι έριξες αγιασμό στον πατέρα σου όταν τον σκοτώσατε κι έφυγε έτσι το κακό πνεύμα…
Ήταν κάτι που το έκανε ο ίδιος και μου είπε «αυτό θα το πεις εσύ γιατί είναι καλύτερο». Δεν θυμάμαι ακριβώς. Ότι είναι καλύτερο να το πω εγώ, επειδή είμαι γυναίκα. Κάπως έτσι το είχε αναφέρει.
-Άρα λοιπόν τον αγιασμό τον έριξε ο άντρας σου;
Ναι και απλά μου το είπε στην πορεία ότι μην ανησυχείς, το έκανα αυτό για να φύγει η κακή ενέργεια. (Ζητάω) δικαιοσύνη για τον μπαμπά μου, αν και όπως και να έρθουν τα πράγματα, ο μπαμπάς μου πίσω δεν θα γυρίσει και αυτό είναι κάτι που δεν θα μου βγει ποτέ από την ψυχή, αυτό το τραύμα. Απλά τουλάχιστον ο υπεύθυνος να τιμωρηθεί.
Ο 29χρονος Κολομβιανός μετά την απολογία του οδηγήθηκε στη φυλακή, υποστηρίζοντας ότι παρ’ όλο που ήταν παρών στο έγκλημα, δεν είχε καμία συμμετοχή σε αυτό. Ωστόσο, κανείς από τους τρεις κατηγορουμένους δεν έπεισε τον ανακριτή, ο οποίος διέταξε την προφυλάκισή τους μέχρι τη δίκη.