Μια καλοκαιρινή ημέρα του 1638, κάποιοι ψαράδες στη Θάλασσα του Μαρμαρά αντίκρισαν ένα πτώμα να επιπλέει στο νερό. Κοιτώντας προσεκτικότερα, διαπίστωσαν με φρίκη ότι η στραγγαλισμένη σορός ανήκε στον οικουμενικό πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, την κεφαλή της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτό έμελλε να είναι το τραγικό τέλος του Κύριλλου Λούκαρι, μιας εξέχουσας θρησκευτικής και πνευματικής φυσιογνωμίας του 17ου αιώνα που έμοιαζε θύμα μιας σκοτεινής εποχής ζυμώσεων και φανατισμένης μισαλλοδοξίας. Ο μεγάλος ιεράρχης δεν έζησε αρκετά για να δει το όνειρο της ζωής του, την έκδοση της μετάφρασης της Αγίας Γραφής στην καθομιλουμένη ελληνική, να γίνεται πραγματικότητα. Ούτε το δεύτερο μεγάλο όνειρό του, την επιστροφή της Εκκλησίας στην «απλότητα του Ευαγγελίου», θα πραγματοποιούνταν ποτέ. Σε πείσμα μάλιστα των τόσων αγώνων και των επίμονων προσπαθειών του. Ο Κύριλλος ο Κρης δυστύχησε να ζήσει σε μια από τις σκοτεινότερες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, την οποία φώτισε ωστόσο με το ποιμαντικό και πνευματικό του έργο όταν ανέβηκε στον οικουμενικό πατριαρχικό θρόνο. «Ουδέποτε ίσως», εξομολογείται ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος στην «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», «το αξίωμα του οικουμενικού πατριάρχη ανεδείχθη λαμπρότερο ή επί Κυρίλλου Α’ του Λουκάρεως επί δώδεκα περίπου έτη εκ διαλειμμάτων πατριαρχήσαντος». Ως μια από τις κορυφαίες μορφές της νεοελληνικής ιστορίας, ο πρώτος οικουμενικός πατριάρχης με πανεπιστημιακή μόρφωση και προοδευτικές ιδέες φρόντισε ιδιαίτερα για την πνευματική αναβάθμιση λαού και κλήρου, ιδρύοντας σχολεία και τυπογραφεία. Με τη δική του πρωτοβουλία, άρχισε να μεταφράζεται για πρώτη φορά η Καινή Διαθήκη στην απλή γλώσσα του λαού, γεγονός τολμηρότατο για τα χρόνια εκείνα. Μέσα σε δεκάξι χρόνια, πέντε φορές κατέβηκε από τον πατριαρχικό θρόνο και άλλες τόσες ξανανέβηκε, έπειτα από απαίτηση λαού και κλήρου, καθώς αμφότεροι αναγνώριζαν στο πρόσωπό του τον γνήσιο ποιμένα, τον φωτισμένο άνθρωπο και τον λόγιο συγγραφέα. Οι εχθροί του πολλοί και ισχυροί και ο Λούκαρις έφτασε κάποια στιγμή να μοιάζει προδότης της Ορθοδοξίας, παραδεχόμενος στην «Ομολογία Πίστεως» κάποιες θέσεις επικινδύνως κοντά στο δόγμα των διαμαρτυρόμενων. Τον κατηγορούσαν τώρα πως ήταν κρυφο-προτεστάντης! Ο θεοσεβούμενος αυτός ορθόδοξος διαβαλλόταν ως αιρετικός, παρά την ευλάβειά του για την ορθόδοξη πίστη και τους τόσους αγώνες για τη διατήρησή της! Οι έντονες ζυμώσεις και έριδες καθολικών και διαμαρτυρομένων στη Δυτική Ευρώπη και η προπαγάνδα αμφότερων στην Ανατολή προκάλεσαν ένα κλίμα ποικιλότροπων αντιδράσεων και επιδράσεων στα πνεύματα των ορθόδοξων θεολόγων 16ου και ιδίως 17ου αιώνα. Την ώρα που η Ορθόδοξη Εκκλησία συγκλονίζεται από τη σφοδρότητα των νέων κυμάτων και εκτίθεται στην ξενόφερτη θύελλα, κληρικοί και θεολόγοι οφείλουν όχι μόνο να πάρουν θέση, αλλά και να αγωνιστούν τις αντίπαλες δόξες. Μέσα σε ένα τέτοιο ολότελα εχθρικό κλίμα έδρασε ο ευφυής και μορφωμένος Κύριλλος Λούκαρις, μελετώντας τις νέες θρησκευτικές ιδέες και διαμορφώνοντας το πλαίσιο μιας Ορθοδοξίας πιο κοντά στην απλότητα του πνεύματος της Αγίας Γραφής. Η μαχητική ορμή του θα αποτελέσει μια από τις πιο λαμπρές ποιμαντικές και πνευματικές εκδηλώσεις της Ορθοδοξίας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, λειτουργώντας ως προδρομικό μήνυμα της εποχής του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Η προσφορά του στα πράγματα τόσο της Εκκλησίας όσο και του ελληνικού έθνους ήταν αναντίρρητη…
Πρώτα χρόνια
Ο Κωνσταντίνος Λούκαρις που θα έμενε γνωστός με το θρησκευτικό του Κύριλλος ο Κρης γεννιέται στις 13 Νοεμβρίου 1572 στον ενετοκρατούμενο Χάνδακα (Ηράκλειο) της Κρήτης «ἐκ γονέων περιφανῶν ἐλευθέρων, ἔν τε τῇ Πολιτείᾳ καὶ τῇ Ἐκκλησίᾳ περιβλέπτων». Ο πατέρας του ήταν ιερέας και φρόντισε να λάβει ο γιος του καλή εκκλησιαστική παιδεία, στέλνοντάς τον να μαθητεύσει στο σχολείο του Μοναστηριού της Αγίας Αικατερίνης, δίπλα στον φωτισμένο ιερομόναχο Μελέτιο Βλαστό. Ολοκληρώνοντας την εγκύκλια εκπαίδευση, ο μελετηρός και γερός στα γράμματα νεαρός μεταβαίνει το 1584 στη Βενετία για να ανοίξει τους ορίζοντές του. Εκεί θα τον πάρει υπό την προστασία του ο επίσκοπος Κυθήρων, Μάξιμος ο Μαργούνιος, ο οποίος χρημάτισε και δάσκαλός του. Το 1588 αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κρήτη λόγω των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπισε η οικογένειά του, έναν χρόνο μετά επέστρεψε ωστόσο στην Ιταλία και γράφτηκε στο περίφημο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, όπου διδάχθηκε φιλοσοφία και θεολογία. Τελειώνοντας τις σπουδές του στο σπουδαίο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ιταλίας, περιπλανήθηκε σε Ελβετία, Ολλανδία και Γερμανία, επέστρεψε όμως το 1592 στην Κρήτη και χειροτονήθηκε μοναχός στη Μονή Αγκαράθου. Την επόμενη χρονιά τον κάλεσε στην Αίγυπτο ο συγγενής και μέντοράς του Άγιος Μελέτιος Πηγάς, πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος τον χειροτόνησε διάκονο και πρεσβύτερο και τον ονόμασε πρωτοσύγκελλό του. Έχοντας αποβάλει, σύμφωνα με το εθιμικό εκκλησιαστικό δίκαιο, το λαϊκό του όνομα Κωνσταντίνος, και αλλάζοντάς το στο εκκλησιαστικό Κύριλλος, στέλνεται από τον Μελέτιο το 1596 στην Πολωνία για να φροντίσει το δοκιμαζόμενο ορθόδοξο ποίμνιο. Ο Λούκαρις, ως έξαρχος του πατριάρχη της Αλεξάνδρειας, και ο Νικηφόρος Καντακουζηνός, ως έξαρχος του οικουμενικού πατριάρχη, στρατοπέδευσαν στο Μπρεστ της Πολωνίας για πέντε χρόνια προσπαθώντας να ανακόψουν την ιησουιτική εξάπλωση στη χώρα. Μέσα στο εχθρικό κλίμα για την Ορθοδοξία, εργάστηκε πυρετωδώς για τα συμφέροντα των ορθοδόξων, κινδύνευε όμως να συλληφθεί και να θανατωθεί κατά τον διωγμό που εξαπέλυσε ο βασιλιάς Σιγισμούνδος Γ’ εναντίον της Ανατολικής Εκκλησίας. Παρά τον αναγκαστικά περιορισμένο ρόλο του, κατέληξε σε μια σημαντική διαπίστωση: το βασικό μειονέκτημα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, έλεγε, ήταν το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο τόσο των λαϊκών όσο και της πλειονότητας των κληρικών, που τους έκανε να υστερούν απέναντι στον ρωμαιοκαθολικό κλήρο. Για να ισχυροποιήσει την επιρροή της Ορθοδοξίας στην Εκκλησία της Πολωνίας, πέρασε τα χρόνια του στο Μπρεστ αυξάνοντας τα σχολεία των ορθοδόξων κοινοτήτων και ιδρύοντας τυπογραφεία για να μορφώνεται ο λαός. Ο «Μέγας Αρχιμανδρίτης και Έξαρχος», όπως ήταν επισήμως ο τίτλος του, πέρασε επίσης από Κρήτη και Χίο για να αντιπαρατεθεί με την προπαγάνδα των Ιησουιτών. Από την Πολωνία μετέβη το 1601 στις παραδουνάβιες χώρες για να στηρίξει και την εκεί Ορθοδοξία. Κι ενώ βρισκόταν στο Ιάσιο, έλαβε την επιστολή του Μελετίου που τον καλούσε να επανέλθει επειγόντως στην Αλεξάνδρεια για να του αφήσει τις τελευταίες υποθήκες και να του παραδώσει τον πατριαρχικό θρόνο…
Ο πατριάρχης Αλεξανδρείας Κύριλλος Λούκαρις
Ο Κύριλλος έφτασε στην Αλεξάνδρεια στις 11 Σεπτεμβρίου 1601 και δύο μέρες αργότερα πέθανε ο θείος του Μελέτιος Πηγάς. Ο Κύριλλος εξελέγη πατριάρχης Αλεξανδρείας σε ηλικία μόλις 29 ετών και το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να συγκαλέσει Σύνοδο στο Κάιρο καταδικάζοντας τη δράση των καθολικών. Οι οποίοι είχαν προσεταιριστεί εντωμεταξύ τους Κόπτες θέλοντας να ξεθεμελιώσουν το Ορθόδοξο Πατριαρχείο. Σε μια χώρα όπως η Αίγυπτος όπου λιγόστευε σταθερά ο ορθόδοξος πληθυσμός, ο Λούκαρις στράφηκε στο κήρυγμα. Παρά τα είκοσι χρόνια που θα περάσει στον πατριαρχικό θρόνο της Αιγύπτου, οι πληροφορίες μας για τη δράση του είναι μάλλον πενιχρές. Διαπίστωσε για άλλη μια φορά, όπως εξομολογείται στις επιστολές της περιόδου, πως ο μεγαλύτερος εχθρός του ήταν η άγνοια του περιεχομένου των Ευαγγελίων από το σύνολο του ποιμνίου του, γι’ αυτό και αφιερώθηκε ολόψυχα στην κατήχηση, λες και ήταν απλώς ιεροκήρυκας! Από την αλληλογραφία του μάλιστα κατά τη διάρκεια της ποιμαντικής διακονίας του στην Εκκλησία της Αιγύπτου φαίνεται πως ο Κύριλλος είχε επηρεαστεί από τις θεμελιακές θρησκευτικές αρχές της Μεταρρύθμισης. Στις επιστολές που ανταλλάσσει με μεγάλους ευρωπαίους θεολόγους που διατηρούσαν μεταρρυθμιστικές τάσεις, εξομολογείται πως η Ορθόδοξη Εκκλησία διατηρούσε πολλές εσφαλμένες συνήθειες, ενώ αλλού τονίζει πως η Εκκλησία έπρεπε να αντικαταστήσει τις δεισιδαιμονίες με την «απλότητα του Ευαγγελίου» και να βασιστεί στην αυθεντία των Γραφών και μόνο. Ο Λούκαρις ανησυχούσε σοβαρά για το γεγονός ότι η πνευματική εξουσία των πατέρων της Εκκλησίας θεωρούνταν ισοδύναμη με τα λόγια του Ιησού και των αποστόλων. Παρά ταύτα, κατέφτασε στην Κύπρο στις αρχές του 1605 για να φέρει την ειρήνη στις εσωτερικές έριδες της τοπικής Εκκλησίας και το 1608 πήγε στην Ιερουσαλήμ και από κει στη Δαμασκό. Κάποια στιγμή μετέφερε την έδρα του Πατριαρχείου στο Κάιρο και ξεκίνησε αγώνα κατά της Καθολικής Εκκλησίας. Όταν δεν συντηρούσε τα πατριαρχικά κτίρια και οικοδομούσε νέους ναούς στην Αίγυπτο, επιδιδόταν στο κήρυγμα του θείου λόγου. Ιδιαίτερη μέριμνα έλαβε και για να απαλλάξει το Πατριαρχείο από τα δυσβάσταχτα χρέη του, προσυπογράφοντας την επιβίωσή του…
Ο τραγικός πατριάρχης Κωνσταντινούπολης
Ο Λούκαρις εξελέγη επιτηρητής του οικουμενικού θρόνου τον Φεβρουάριο του 1612, ενώ βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, παραιτήθηκε όμως για να γλιτώσει από τις συνωμοσίες των αρχιερέων. Τα επόμενα 4 χρόνια θα τα περάσει στο Άγιο Όρος και τη Βλαχία, διαφωτίζοντας τον ορθόδοξο λαό και κλήρο και αμυνόμενος κατά των επιθέσεων του καθολικισμού της Ουνίας. Για να το κάνει αυτό, έγραψε σε απλή γλώσσα δύο πραγματείες, μία κατά της Αρχής, του Πάπα της Ρώμης δηλαδή, και μία σε διαλογική μορφή («Ζηλωτής και Φιλαλήθης») όπου εξέθεσε τις σατανικές μεθόδους που χρησιμοποιούσαν οι Ιησουίτες για να προσηλυτίσουν τους ορθοδόξους. Τον Οκτώβριο του 1615 επέστρεψε στην Αίγυπτο, όπου θα παραμείνει μέχρι την εκλογή του στον οικουμενικό θρόνο, ασχολούμενος κυρίως με την κατήχηση του λαού. Ήταν σε αυτόν τον αγώνα του κατά των Ιησουιτών που αναζήτησε στήριξη στους προοδευτικούς προτεσταντικούς κύκλους με τους οποίους διατηρούσε επαφή. Αυτή του η σχέση με τους διαμαρτυρόμενους ήταν η αιτία να κατηγορηθεί ως οπαδός του Λουθήρου ή του Καλβίνου, ανάλογα με το κέντρο αποφάσεων της εκάστοτε επίθεσης! Ο Κύριλλος επιδίωκε απλώς να συνάψει στενότερους δεσμούς με τους προτεστάντες ως ανάχωμα στην εξάπλωση και τις επιθέσεις των καθολικών. Αμέσως μετά τον θάνατο του πατριάρχη Τιμόθεου Β’, η Σύνοδος του Πατριαρχείου τον εξέλεξε οικουμενικό πατριάρχη. Το ημερολόγιο έγραφε 4 Νοεμβρίου 1620 και από την πρώτη στιγμή οι καθολικοί κύκλοι θα τον πολεμήσουν με λύσσα. Διαδίδουν τη φήμη ότι με δική του εντολή είχε δηλητηριαστεί ο λατινόφρονας Τιμόθεος Β’ και τον κατηγορούν, αυτόν, τον ορθόδοξο πατριάρχη, ως καλβινιστή! Ιησουίτες και παπικοί έκαναν τα πάντα για να τον διαβάλουν. Εκείνος παρατηρεί σε επιστολή του: «Για να πετύχουν το στόχο τους, οι Ιησουίτες επιστράτευσαν κάθε μέσο, δόλο, συκοφαντία, κολακεία και, πάνω από όλα, δωροδοκία, η οποία ήταν το πιο αποτελεσματικό όπλο για την εξασφάλιση της εύνοιας των [Οθωμανών] μεγιστάνων». Δυόμιση χρόνια αργότερα (Απρίλιος 1623) απομακρύνθηκε από τον πατριαρχικό θρόνο κατηγορούμενος ότι προετοίμαζε επανάσταση των ελληνικών νησιών. Εξορίζεται σιδηροδέσμιος στη Ρόδο και ο νέος πατριάρχης Άνθιμος της Αδριανούπολης στέλνει τους ιερείς τους με σκοπό να τον πείσουν να υποβάλει κανονική παραίτηση. Ο Κύριλλος αρνείται και λίγο αργότερα, τον Σεπτέμβριο του 1623, με διαταγή μάλιστα του Μεγάλου Βεζύρη, επιστρέφει στη Βασιλεύουσα, όπου έγινε θριαμβευτικά δεκτός από τους χριστιανούς. Με τη λαϊκή και κληρική απαίτηση, επιστρέφει στον πατριαρχικό θρόνο και οι πιστοί πανηγυρίζουν. Ο Λούκαρις ήταν αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει αυτή την καινούρια ευκαιρία για να μορφώσει τους ορθόδοξους κληρικούς και λαϊκούς εκδίδοντας μια μετάφραση της Αγίας Γραφής, καθώς και θεολογικά φυλλάδια. Φρόντισε να μεταφερθεί ένα πιεστήριο στην Κωνσταντινούπολη και το έθεσε μάλιστα στη δικαιοδοσία του βρετανού πρεσβευτή, για να το προστατεύσει. Το πατριαρχικό πιεστήριο κατέφτασε στη Βασιλεύουσα τον Ιούνιο του 1627, οι καθολικοί εχθροί του Λούκαρι τον κατηγόρησαν όμως ότι θα το χρησιμοποιούσε για πολιτικούς σκοπούς και τελικά οι οθωμανικές αρχές το κατάσχεσαν. Ο πατριάρχης έπρεπε τώρα να χρησιμοποιήσει τα πιεστήρια της Γενεύης. Μέσα σε μια Ευρώπη που μαίνονταν οι θρησκευτικοί πόλεμοι και τόσο οι καθολικοί όσο και οι προτεστάντες προσπαθούσαν να προσεταιριστούν την Ορθόδοξη Εκκλησία και ειδικά τον πατριάρχη, ο Λούκαρις έγινε βορά στις διαθέσεις των ξένων χωρών. Τον ανεβοκατεβάζουν συνεχώς από τον θρόνο κατηγορώντας τον ως καλβινιστή για τη φιλική του στάση προς τους διαμαρτυρόμενους. Όταν μάλιστα ο Λούκαρις εκδίδει το 1631 την περιβόητη «Ομολογία» του, όλοι είναι σίγουροι πως είναι κρυφό-μεταρρυθμιστής, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος έχει αποδείξει με πράξεις και λόγους την πίστη του στην Ορθοδοξία. Όπως ο βαθύτατος σεβασμός που έτρεφε στην Αγία Γραφή και την παιδαγωγική της δύναμη για τον απλό χριστιανό. Το πρώτο βιβλίο που παρήγγειλε ποτέ ήταν η μετάφραση των Ελληνικών Γραφών στην καθομιλουμένη ελληνική. Το ανέθεσε στον πολυμαθή μοναχό Μάξιμο Καλλιπολίτη τον Μάρτιο του 1629. Ακόμα και οι ορθόδοξοι κύκλοι θεωρούσαν απαράδεκτη τη μετάφραση των Γραφών, ο Λούκαρις όμως επέμενε. Ο Καλλιπολίτης πέθανε μάλιστα λίγο καιρό πριν παραδώσει το τελικό χειρόγραφο και ο ίδιος ο πατριάρχης επιμελήθηκε τη διόρθωση του κειμένου. Το έργο της ζωής του έμελλε να τυπωθεί αμέσως μετά τον θάνατό του το 1638. Ήταν το σύγγραμμά του «Ομολογία Πίστεως» που εκδόθηκε στη Γενεύη που θα προσυπέγραφε την ηχηρή του πτώση. Το κείμενο είναι μια προσωπική δήλωση πεποιθήσεων, στην οποία αποδοκιμάζει τη λατρεία των εικόνων και την ύπαρξη αγίων ταγμάτων και ήθελε ο Κύριλλος να υιοθετήσει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Αμέσως μετά την κυκλοφορία της «Ομολογίας», ξεσπά ένα πρωτόγνωρο σε αγριότητα κύμα εναντίωσης κατά του πατριάρχη. Πολλοί μητροπολίτες και προσωπικοί εχθροί του Λούκαρι προσπάθησαν να διαπραγματευτούν με τους Οθωμανούς τον πατριαρχικό θρόνο, πληρώνοντας το κατιτίς τους, αν και κανείς δεν μπόρεσε να βρει το παχυλό ποσό που χρειαζόταν. Ο Αθανάσιος Θεσσαλονίκης βρήκε τα χρήματα το 1634 και ο Λούκαρις εξέπεσε του αξιώματός του, αλλά σε έναν μήνα αποκαταστάθηκε στη θέση του. Μετά ήρθε ο μητροπολίτης Βέροιας (σημερινό Χαλέπι), Κύριλλος Κονταρής, να τον εκθρονίσει εκ νέου, καταβάλλοντας το αλμυρό πατριαρχικό τίμημα στην Υψηλή Πύλη. Ο Λούκαρις εξορίζεται ξανά στη Ρόδο, έξι μήνες μετά επανέρχεται ωστόσο στα αξιώματά του! Κι ενώ αυτό ήταν το μοτίβο της πατριαρχικής του διακονίας, το 1638 οι Ιησουίτες, οι καθολικοί κύκλοι της Κωνσταντινούπολης και οι ορθόδοξοι συνεργάτες τους κατηγόρησαν τον Λούκαρι για εσχάτη προδοσία εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας! Ο ισχυρός προστάτης του Λούκαρι, ο βρετανός πρεσβευτής, είχε ήδη αναχωρήσει για το Λονδίνο και ο πατριάρχης έμεινε χωρίς ουσιαστική στήριξη απέναντι στα πανίσχυρα συμφέροντα των καθολικών. Πιστεύεται ότι ο Λούκαρις έδωσε ως δώρο στον βασιλιά Κάρολο Α’ τον περίφημο «Αλεξανδρινό Κώδικα», κτήμα τώρα του Βρετανικού Μουσείου, στον οποίο βασίστηκε η πρώτη μετάφραση της Βίβλου στα αγγλικά. Ο σουλτάνος Μουράτ Δ’ δεν θα έπαιρνε αψήφιστα τις φήμες κατά του Λούκαρι και διέταξε τον θάνατό του. Τον συνέλαβαν στις 22 Ιουνίου 1638 και τον έκλεισαν σε ένα κάστρο του Βοσπόρου. Στις 27 Ιουνίου τον έβαλαν σε μια βάρκα προσποιούμενοι πως ήθελαν να τον εξορίσουν και πάλι στη Ρόδο. Τον στραγγάλισαν μέσα στο νερό και τον έθαψαν πρόχειρα στην άμμο των ακτών, αν και τρεις μέρες μετά οι άνθρωποι του Κονταρή τον ξέθαψαν και πέταξαν τη σορό του στη θάλασσα για να μη βρεθεί από τους πιστούς οπαδούς του! Το πτώμα του το βρήκαν κάποιοι ψαράδες και το παρέδωσαν σε κύκλο φίλων του, οι οποίοι το μετέφεραν κρυφά και το ενταφίασαν στη Μονή του Αγίου Ανδρέα, στην ομώνυμη βραχονησίδα του Κόλπου της Νικομήδειας. Ο Κύριλλος Κονταρής είχε πρωτοστατήσει πράγματι στη συνωμοσία κατά του φωτισμένου ιεράρχη, διαδίδοντας στην Υψηλή Πύλη ότι ο Λούκαρις είχε συμμαχήσει με τους Ρώσους και προετοίμαζε επανάσταση κατά των Οθωμανών τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και την υπόλοιπη υπόδουλη Ελλάδα. Η πραγματική επανάσταση όμως του Λούκαρι ήταν η διαπαιδαγώγηση του ελληνικού γένους και των ιεραρχών του, προλειαίνοντας το έδαφος για τη μεγάλη εθνεγερσία που κυοφορούνταν… Τρία χρόνια αργότερα, το 1641, ο οικουμενικός πατριάρχης Παρθένιος Α’ μερίμνησε για τη μεταφορά των λειψάνων του Λούκαρι στο Πατριαρχικό Σκευοφυλάκιο. Το 1975 τα οστά του αποδόθηκαν στη Μονή Αγκαράθου, όπου φυλάσσονται μέχρι σήμερα. Η επίσημη αγιοκατάταξη του Κύριλλου Λούκαρι έγινε από την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας τον Οκτώβριο του 2009… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr