Ο διασημότερος ίσως κατά συρροή φονιάς των ΗΠΑ, κατά κόσμον Τζέφρι Ντάμερ, βίασε, σκότωσε, έφαγε, ακρωτηρίασε και διατήρησε ταριχευμένα μέλη από τα θύματά του, δεκαέξι άντρες και νεαρά αγόρια, μένοντας στα εγκληματολογικά χρονικά ως Κανίβαλος του Μιλγουόκι. Δεν υπήρχε ανθρώπινη διαστροφή που να μη γεύτηκε ως το μεδούλι του το τέρας των ΗΠΑ, που επιδόθηκε ακόμα και σε νεκροφιλία, διατηρώντας πάντα στην κατάψυξή του κεφάλια και γεννητικά όργανα. Τα φονικά δεν ήταν παρά ένα μικρό τμήμα της ανατριχιαστικής του δράσης, καθώς για 13 ολόκληρα χρόνια ο Ντάμερ κακοποιούσε σεξουαλικά (ακόμα και μετά τον θάνατό τους) νεαρούς άντρες, τους «πιο ωραίους τύπους» που μπορούσε να βρει. «Ήθελα απλώς να έχω κάποιον κάτω από τον απόλυτο έλεγχό μου», είπε κατόπιν, «να μην πρέπει να σκέφτομαι τις επιθυμίες τους. Να μπορώ να τους έχω εκεί για όσο θα ήθελα». Για την ανθρωποφαγία μάλιστα των θυμάτων του, δεν παρέλειπε να σημειώνει με νόημα πως «με έκανε να νιώθω πως έτσι θα γίνονταν μόνιμο κομμάτι μου … Μου έδινε μεγάλη σεξουαλική ικανοποίηση να το κάνω αυτό». Αμετανόητος και όσο πιο προκλητικός έπαιρνε, ο Κανίβαλος του Μιλγουόκι καταδικάστηκε τον Φεβρουάριο του 1992 σε 16 φορές ισόβια και κλείστηκε σε σωφρονιστικό κατάστημα του Ουισκόνσιν. Συνέχισε να μη δείχνει καμιά μεταμέλεια και να σκαρώνει φάρσες στους συγκρατούμενούς του, καθώς το τέρας που έκρυβε μέσα του δεν μπορούσε να δαμαστεί ούτε από τα ισόβια δεσμά. Ένας τρόφιμος όμως, κάποιος Κρίστοφερ Σκάρβερ, δεν άντεχε να τον βλέπει. Τον σιχαινόταν, σιχαινόταν ό,τι εκπροσωπούσε, παρά το γεγονός ότι είχε γευτεί και ο ίδιος τον φόνο και έπασχε, όπως όλα έδειχναν, από σοβαρής μορφής ψυχική νόσο. Ο Ντάμερ συνήθιζε εξάλλου να παίρνει τα κόκαλα των κρεάτων που τους τάιζαν στη φυλακή και να τα πασπαλίζει με κέτσαπ, σκαρώνοντας φάρσες στους άλλους πως ήταν κομμένα ανθρώπινα μέλη! Ο κόμπος έφτασε στο χτένι το 1994, όταν ο Σκάρβερ πήρε τη μεταλλική μπάρα από τα βάρη του γυμναστηρίου και τον ξυλοκόπησε μέχρι θανάτου. Κάπου 20 χρόνια μετά το στυγερό έγκλημα εντός φυλακής, αποκάλυψε για πρώτη φορά γιατί δολοφόνησε τον Ντάμερ. «Είχε περάσει τα όρια με πολλούς ανθρώπους, φυλακισμένους και δεσμοφύλακες», είπε στη «New York Post» το 2015, όντας πια 45άρης. «Κάποιοι φυλακισμένοι δείχνουν μεταμέλεια, εκείνος όμως δεν ήταν ένας από αυτούς». Ο κανίβαλος και νεκρόφιλος serial killer συνοδευόταν πάντα από κάποιον φύλακα όταν προαυλιζόταν ή ακόμα και κάθε φορά που έβγαινε από το κελί του, καθώς πολλοί τον είχαν στο μάτι λόγω της παρανοϊκής προσωπικότητάς του. «Έβλεπα θερμά επεισόδια μεταξύ Ντάμερ και άλλων κρατουμένων από καιρό σε καιρό», εξομολογήθηκε ο άνθρωπος που είχε «φάει» το αφεντικό του σε μια κατά πρόσωπο σύγκρουση που πήγε στραβά. Ο Σκράβερ τον απέφευγε μάλιστα διαρκώς και ποτέ δεν του είχε μιλήσει κατά πρόσωπο. Εκείνο το μοιραίο πρωινό της 28ης Νοεμβρίου 1994 όμως, η μοίρα θα ερχόταν να του χτυπήσει την πόρτα. Ο Ντάμερ παρουσιάστηκε στα λουτρά για να τα καθαρίσει, παρέα με τον Σκάβερ και έναν άλλο κρατούμενο (Τζέσι Άντερσον), χωρίς καμία αστυνομική συνοδεία. Κάποιος από τους δύο τον σκούντηξε στον ώμο με το κοντάρι της σφουγγαρίστρας. Όταν γύρισε στη μεριά τους, τους είδε να γελούν κάτω από τα μουστάκια τους. «Τους κοίταξα στα μάτια και δεν μπορούσα να πω ποιος το είχε κάνει». Το μικρό αυτό γεγονός πήρε τέλος και οι τρεις άντρες χώρισαν. Ο Σκάρβερ ακολούθησε όμως τον Ντάμερ στο αποθηκάκι του γυμναστηρίου και τον στρίμωξε αναζητώντας απαντήσεις. Το ήθελε από καιρό. Έδειξε στον κανίβαλο ένα απόκομμα εφημερίδας που κρατούσε τόσους μήνες στην τσέπη του, στο οποίο περιγράφονταν αναλυτικά τα εγκλήματά του, και τον ρώτησε μία μόνο ερώτηση: «γιατί;». Ο Ντάμερ άρχισε να ψάχνει την πόρτα, διαισθανόμενος προφανώς τον σκοπό της κατ’ ιδίαν συνάντησης. Ο Σκάρβερ του έλιωσε το κεφάλι με τη μεταλλική ράβδο. Κατόπιν έψαξε και τον άλλο που κρυφογελούσε πρωτύτερα πλάι στον serial killer, ξυλοκοπώντας τον επίσης με τον ίδιο τρόπο. Ήταν και πάλι μόνος, λες και οι δεσμοφύλακες είχαν εξαφανιστεί μαγικά από τα πόστα τους. Είκοσι χρόνια αργότερα είπε πως δεν ήταν κατά κανέναν τρόπο ατύχημα ή κακιά στιγμή. Οι δεσμοφύλακες, ισχυρίστηκε, είχαν αφήσει τον serial killer μόνο του, καθώς τον ήθελαν νεκρό και ήξεραν ότι όλο και κάποιος θα τον έβγαζε από τη μέση. Δεν έκαναν λάθος. Η έρευνα που έγινε μέσα στη φυλακή κατέληξε ότι ο Σκάρβερ είχε ενεργήσει μόνος του. Απάλλαξε το σωφρονιστικό κατάστημα από το ανθρωπόμορφο τέρας, είπαν κάποιοι συγκρατούμενοί του, που είπαν πως του χρωστούσαν χάρη. Είπαν ακόμα πως το ίδιο ένιωθαν και οι δεσμοφύλακες, αν και η δουλειά τους στην άλλη πλευρά του νόμου δεν επέτρεπε τέτοιες δηλώσεις ευγνωμοσύνης. Ήταν ένα παράξενο περιστατικό αυτοδικίας που έμελλε να ζήσει τη δική του ζωή. Όσο για τον φονιά, έφαγε άλλες δυο φορές ισόβια…
Πρώτα χρόνια
Ο Κρίστοφερ Σκάρβερ γεννιέται στις 6 Ιουλίου 1969 στο Μιλγουόκι ως το δεύτερο από τα πέντε παιδιά μιας οικογένειας της εργατικής τάξης. Το σχολείο το παράτησε νωρίς νωρίς και κάποια στιγμή η μητέρα του τον έδιωξε από το σπίτι, επειδή είχε μπλέξει. Πριν του κλείσει μάλιστα την πόρτα, τον συμβούλευσε να κοιτάξει το πρόβλημα με τον εθισμό στο αλκοόλ που είχε αναπτύξει. Εκείνος, έφηβος ακόμα, έκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει και κάποια στιγμή άρχισε να εκπαιδεύεται μαραγκός σε ένα κοινωνικό πρόγραμμα της πολιτείας. Ήταν καλός με τα χέρια του και του υποσχέθηκαν μόνιμη δουλειά όταν θα τέλειωνε η μαθητεία. Δεν κράτησαν όμως τον λόγο τους…
Φόνος και καταδίκη
Την 1η Ιουνίου 1990, ο Σκάρβερ πήγε στο κέντρο μαθητείας για να ζητήσει τον λόγο από τον νέο προϊστάμενο. Του ζητούσε λεφτά, γιατί δεν είχε πληρωθεί ακόμα από τον τελευταίο κύκλο του προγράμματος. Όταν ο υπεύθυνος έβγαλε από την τσέπη και του έδωσε 15 δολάρια, ένιωσε πως τον κορόιδευε. Έβγαλε το πιστόλι και τον πυροβόλησε στο κεφάλι. Κατόπιν απείλησε άλλο έναν υπεύθυνο, με τον διευθυντή να κείται αιμόφυρτος στο πάτωμα. «Νομίζεις ότι αστειεύομαι, κύριε Χίτλερ;», τον άκουσαν να του λέει. Για να τον πείσει, πυροβόλησε τον νεκρό διευθυντή άλλες δυο φορές στο κεφάλι πριν πείσει τελικά τον υπεύθυνο να του γράψει μια επιταγή για 3.000 δολάρια και τον αφήσει ελεύθερο. Όπως είπαν οι Αρχές, δεν έκανε καμιά σοβαρή προσπάθεια να διαφύγει. Τον συνέλαβαν, τον καταδίκασαν σε ισόβια κάθειρξη και τον έστειλαν στο Σωφρονιστικό Κατάστημα Κολούμπια του Ουισκόνσιν το 1992. Εκεί άρχισε να λαμβάνει μεσσιανικά μηνύματα και να ακούει φωνές και ο ψυχίατρος της φυλακής τού διέγνωσε σχιζοφρένεια…
Σκάρβερ και Ντάμερ
Ο Σκάρβερ ήταν υποδειγματικός κρατούμενος και το σωφρονιστικό του μητρώο ήταν άμεμπτο. Μέχρι εκείνη τη μέρα που τον έβαλαν να δουλέψει πλάι στους Ντάμερ και Άντερσον και να καθαρίσουν από κοινού την τουαλέτα του γυμναστηρίου. Ο Κανίβαλος του Μιλγουόκι ήταν για πρώτη φορά αφύλακτος εδώ και δύο χρόνια. Όπως είπαμε, ο Σκάρβερ έβγαλε τα βάρη από μια μεταλλική μπάρα μισού μέτρου και του έλιωσε το κεφάλι, όπως έκανε κατόπιν και στον Άντερσον. Όταν επέστρεψε στο κελί του πριν της ώρας του, ένας δεσμοφύλακας τον ρώτησε γιατί δεν ήταν στη δουλειά του. Όταν βρέθηκαν μάλιστα τα πτώματα, ομολόγησε αμέσως το διπλό έγκλημά του και τους είπε την ιστορία με τα «ακρωτηριασμένα μέλη» με την κέτσαπ του Ντάμερ. Την οποία επιβεβαίωσαν οι υπόλοιποι τρόφιμοι και την ήξεραν εξάλλου καλά και οι δεσμοφύλακες. Ο Ντάμερ εξέπνευσε στο ασθενοφόρο που τον μετέφερε στο νοσοκομείο και ο Άντερσον πέθανε δύο μέρες αργότερα. Παρά τη σχιζοφρένεια που του είχε διαγνώσει ο ψυχίατρος της φυλακής, τώρα τον έκρινε σώφρονα ώστε να μπορεί να περάσει από δίκη. «Έφαγε» άλλα δύο ισόβια και επέστρεψε στη φυλακή. Το 2005 έκανε μήνυση κατά των σωφρονιστικών υπαλλήλων για σκληρές και απάνθρωπες τιμωρίες που παραβίαζαν τα συνταγματικά του δικαιώματα. Είπε πως πέρασε όλα τα χρόνια μετά το 1994 στην απομόνωση λόγω του διπλού εγκλήματός του. Οι δεσμοφύλακες δεν το αρνήθηκαν, ο δικαστής έκρινε ωστόσο τις πράξεις τους δικαιολογημένες λόγω του βίαιου ιστορικού του δολοφόνου. Το Εφετείο πάντως δεν υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση και τον έστειλε, μαζί με δεκάδες άλλους ψυχικά ασθενείς τροφίμους, να εκτίσει την ποινή του σε άλλη φυλακή του Ουισκόνσιν. Αργότερα μεταφέρθηκε σε φυλακές του Κολοράντο και το 2012 ένας εκδότης ανακοίνωσε πως ο Σκάρβερ ήταν έτοιμος να γράψει την ιστορία με τη δολοφονία του Κανίβαλου του Μιλγουόκι. Το 2015 μίλησε, όπως είπαμε, στη «New York Post» και επιβεβαίωσε πως δολοφόνησε τον νεκρόφιλο κανίβαλο λόγω της μη μεταμέλειάς του. Τον αποτρόπιαζαν, είπε, τα εγκλήματα του Ντάμερ, γι’ αυτό και κουβαλούσε στην τσέπη του το απόκομμα της εφημερίδας που περιέγραφε τις θηριωδίες του. Πλέον περνά τις μέρες του γράφοντας ποιήματα για ένα blog που διατηρεί μέσα στη φυλακή και έχει εκδώσει με ίδια κονδύλια και μια ποιητική συλλογή που μπορεί να βρει κανείς online… Δείτε όλα τα πρόσωπα που φιλοξενούνται στη στήλη «Πορτραίτα» του newsbeast.gr