Ανοικτό άφησε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος το ενδεχόμενο τροποποίησης προς το ευνοϊκότερο των συνταξιοδοτικών ζητημάτων των Επαγγελματιών Οπλιτών (ΕΠΟΠ) απαντώντας σε σχετική κοινοβουλευτική ερώτηση που είχαν καταθέσει βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, προσθέτοντας ότι επ’ αυτού υπάρχει συναρμοδιότητα και με το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
Όπως είπε, «στο πλαίσιο της διαρκούς μέριμνας για το εν ενεργεία και εν αποστρατεία προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, και προκειμένου να συμπληρωθούν τα προβλεπόμενα όρια ετών υπηρεσίας, το υπουργείο Εθνικής Άμυνας έχει διαβιβάσει στο υπουργείο Εργασίας πρόταση για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 11 του ν.4609/2019 (Α’ 67) που αφορούν στη δυνατότητα αναγνώρισης πέντε ετών πραγματικής συντάξιμης υπηρεσίας σε μονάδες εκστρατείας, χωρίς γεωγραφικό περιορισμό, για το σύνολο των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων. Ειδικότερα, προτάθηκε η υπόψη 5ετία να προσμετράται επιπλέον του χρόνου που αναγνωρίζεται στο διπλάσιο ή τριπλάσιο σύμφωνα με την παρ.5 του άρθρου 40 του ΠΔ 169/2007. Το δικαίωμα αναγνώρισης να ανατρέχει σε υπηρεσίες που πραγματοποιήθηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια της στρατιωτικής υπηρεσίας των δικαιούχων και ανεξάρτητα από την ημερομηνία διορισμού τους, ήτοι πριν ή μετά την 30 Σεπ 90. Για την καταβολή των εισφορών αναγνώρισης όπως τυγχάνουν πλήρους εφαρμογής οι σχετικές οδηγίες των εγκυκλίων. Δικαίωμα αναγνώρισης του υπόψη χρόνου να χορηγείται και σε στελέχη που τελούν ήδη σε αποστρατεία».
Θυμίζουμε ότι βάσει της παρ. 4 του άρθρου 20 του ν.3865/2010 (Α’ 120), τα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων που θεμελιώνουν δικαίωμα σύνταξης από την 1η Ιανουαρίου 2015 και μετά «δικαιούνται σύνταξη, εφόσον έχουν συμπληρώσει το εξηκοστό έτος της ηλικίας τους ή σαράντα έτη συντάξιμης υπηρεσίας».
Ο υπουργός σημείωσε πως «με τις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 41 του ως άνω νόμου, θεσπίστηκε κλιμακωτή αύξηση των ετών πραγματικής στρατιωτικής υπηρεσίας που απαιτούνται, προκειμένου να υπολογιστεί στο διπλάσιο ή τριπλάσιο ως συντάξιμος ο χρόνος υπηρεσίας των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, που τελούν σε κατάσταση επικινδυνότητας (πτητικά, καταδυτικά, αλεξιπτωτιστή, κ.λπ.)».
Όσον αφορά το θέμα της ενδεχόμενης παραμονής των ΕΠΟΠ πέραν του 50ού έτους της ηλικίας τους στις Ένοπλες Δυνάμεις, ο επεσήμανε ότι «με σκοπό τη συμπλήρωση πλήρους συντάξιμης υπηρεσίας, αυτό έχει ήδη απασχολήσει την πολιτική και στρατιωτική ηγεσία και το όλο ζήτημα βρίσκεται στο στάδιο της επιτελικής μελέτης. Σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου, οι ΕΠΟΠ αναλαμβάνουν 7ετή υποχρέωση παραμονής στις Ένοπλες Δυνάμεις, εκτός εάν νωρίτερα έχει γίνει δεκτή τυχόν υποβληθείσα αίτηση παραίτησης. Μετά τη συμπλήρωση της 7ετούς υπηρεσίας μονιμοποιούνται κατόπιν αιτήσεως, με τον φέροντα βαθμό, εφόσον επιτύχουν σε γραπτές εξετάσεις και κριθούν βάσει των ατομικών φακέλων τους κατάλληλοι για μονιμοποίηση. Εξελίσσονται βαθμολογικά μέχρι τον βαθμό του αρχιλοχία και αντιστοίχων των λοιπών Κλάδων και μπορούν να προαχθούν σε ανθυπασπιστές μόνο επ’ ανδραγαθία, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις».
Και κατέληξε: «Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.5 (γ) του άρθρου 40 του ΠΔ 169/2007 (Α’ 210), ο υπολογισμός του χρόνου υπηρεσίας στο διπλάσιο δεν ισχύει, εφόσον η έξοδος από την υπηρεσία γίνεται με αίτηση του στελέχους πριν την συμπλήρωση 25ετούς πραγματικής υπηρεσίας. Επομένως, η υπόψη προϋπόθεση δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις αυτεπάγγελτης αποστρατείας στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων. Σκοπός σύστασης του θεσμού των ΕΠΟΠ, όπως απορρέει από το θεσμικό πλαίσιο που τους διέπει σύμφωνα με τον ν. 2936/2001 (Α’ 166), ήταν η κάλυψη συγκεκριμένων υπηρεσιακών αναγκών στελέχωσης των μονάδων των Κλάδων των Ενόπλων Δυνάμεων».