Το πρωθυπουργικό πρόσωπο ενός ώριμου Αλέξη Τσίπρα είδαν οι Έλληνες μέσα από τη συνέντευξή του. Ο Αλέξης Τσίπρας δε δίστασε να εμφανιστεί μπροστά σε κοινό, να απαντήσει σε ερωτήσεις και να κάνει αποκαλύψεις για τη διαπραγμάτευση, το δημοψήφισμα, τις επιτυχίες αλλά και τις αποτυχίες της κυβέρνησης του.

Μιλώντας στο Star ο πρωθυπουργός περιέγραψε την ιδιότυπη διαπραγμάτευση που βρίσκεται σε εξέλιξη που μοιάζει με «ανταρτοπόλεμο», έδειξε ότι ενδιαφέρεται για τα νούμερα, αλλά λιγότερο από τους δανειστές που τα χρησιμοποιούν ως μοχλό πίεσης και έβαλε στο συρτάρι το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Η γραμμή του ήταν ξεκάθαρη: Όποιος φοβάται δεν μπορεί να διαπραγματευτεί…

Το δημοψήφισμα και η παραπλάνηση

Ο Αλέξης Τσίπρας είναι φανερό ότι θέλει μια καλή συμφωνία και δεν επιθυμεί ούτε δημοψήφισμα, ούτε εκλογές. Αν τελικά κριθεί να επιλέξει, αυτό όλα δείχνουν ότι θα είναι το δημοψήφισμα, αν και αυτή τη στιγμή χρησιμοποιείται ως «όπλο» στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές. Το δημοψήφισμα, το πιθανότερο είναι πως δε θα χρειαστεί να το κάνει, μια και είναι πεπεισμένος ότι οι Εταίροι δε θα ρισκάρουν να τορπιλίσουν τη διαπραγμάτευση.

Σε περίπτωση όμως που οι κόκκινες γραμμές της κυβέρνησης ξεθωριάσουν πλήρως μέσα από τη συμφωνία, τότε αυτή θα πάει σε δημοψήφισμα, καθώς όπως είπε δεν πρέπει να φοβόμαστε την κρίση του λαού.

Το χαρτί άλλωστε του δημοψηφίσματος είναι κάτι που παίζει τόσο για τη διαπραγμάτευση στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ.

Άλλωστε το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι τι στάση θα κρατήσει μερίδα βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ όποτε έλθει κάποια συμφωνία προς ψήφιση στη Βουλή.

Μπορεί ο πρωθυπουργός για την ώρα να μην ανησυχεί για τις συνιστώσες και να δέχεται κάθε άποψη από τα άκρα του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο στόχος του Μαξίμου είναι μέτρα που θα προκαλέσουν τυχόν εσωτερικές τριβές στα κόμματα της συγκυβέρνησης να πάνε μετά την τελική συμφωνία του Ιουλίου.

Αυτό που προκάλεσε εντύπωση είναι το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός αν και εμφανίστηκε άνετος -στο μέτρο του δυνατού- στο μεγαλύτερο μέρος της συνέντευξης, έπαιξε με ανοιχτά χαρτιά απαντώντας σε όλες τις ερωτήσεις χωρίς υπεκφυγές. Δε δίστασε να αναγνωρίσει που απέτυχε η κυβέρνηση και πού παραπλανήθηκε. Μάλιστα σε ορισμένα σημεία έδειχνε ότι ήταν ένας -«φοβισμένος»- ρεαλιστής, στο μέτρο όμως που έχει να κάνει με την ευθύνη που κουβαλάει στις πλάτες του για το μέλλον της χώρας.

Ο πρωθυπουργός δε δίστασε να κάνει αποκαλύψεις για αθέτηση συμφωνίας από πλευράς των εταίρων λέγοντας ότι η ΕΚΤ κρατά διαφορετική στάση στην Ελλάδα από αυτήν που είχε υποσχεθεί στο παρελθόν, ειδικά στο θέμα της αγοράς κρατικών ομολόγων από τις τράπεζες, ενώ υπογράμμισε ότι τόσο ο ίδιος τηλεφωνικά όσο και ο Γιάννης Bαρουφάκης κατ’ ιδίαν είχαν τη δέσμευση του Γερούν Ντάισελμπλουμ ότι θα αποκατασταθεί αυτή η δυνατότητα των ελληνικών τραπεζών.

Ωστόσο και οι δύο παραπλανήθηκαν…

«Ήταν λάθος μας που ήταν προφορική η συμφωνία. Θεωρήσαμε καλόπιστα ότι θα εφαρμοστεί, όπως καλόπιστα θεωρήσαμε ότι θα εφαρμοστεί και η 20ή Φεβρουαρίου» είπε χαρακτηριστικά ο κ. Τσίπρας.

Η κάλυψη και τα λάθη Βαρουφάκη

Ο πρωθυπουργός κάλυψε σε γενικές γραμμές τον υπουργό Οικονομικών, λίγες ώρες μετά την υποβάθμισή του τη διαπραγμάτευση και απαντώντας στο γιατί ο κ. Βαρουφάκης έλεγε στα τέλη Φεβρουαρίου ότι δε χρειαζόμαστε χρήματα αφού ήταν άδεια τα ταμεία, ο πρωθυπουργός έκανε λόγο για λάθος του υπουργού Οικονομικών: «Και τα λάθη και οι παραλείψεις είναι στοιχεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Και οι πολιτικοί μαθαίνουμε από τα λάθη μας. Υπάρχουν, όμως, λάθη εγκληματικά, λάθη που γίνονται υπό την πίεση των γεγονότων και λάθη που γίνονται επειδή σε παραπλανούν. Αυτό εντάσσεται στο τρίτο».

Συνεχίζοντας, ο κ. Τσίπρας ξεκαθάρισε ότι στηρίζει τον Γιάννη Βαρουφάκη: «Είναι σημαντικό asset για την κυβέρνηση. Έχει ενοχλήσει γιατί μιλάει τη γλώσσα τους καλύτερα και από αυτούς, δεν κάνει πίσω εύκολα και έχει ριζοσπαστικές ιδέες».

Για την απουσία του κ. Βαρουφάκη από το δείπνο των Ευρωπαίων ΥΠΟΙΚ μετά το Eurogroup της Ρίγας, ο πρωθυπουργός κάλυψε πλήρως τον υπουργό και ξεκαθάρισε ότι όλες οι κινήσεις που γίνονται στη διαπραγματευτική σκακιέρα περνούσαν και περνούν από τον ίδιο. Ήταν μια ξεκάθαρη τοποθέτηση…



«Οι πολιτικοί δεν έχουν συναισθήματα όταν βρίσκονται σε μια θέση ευθύνης; Εσείς θα περνάγατε καλά εάν οι ομόλογοι σας υπουργοί δεν λέγανε τίποτα μπροστά σας και μετά τη συνεδρίαση ένας-ένας λέγανε διάφορα; Το δείπνο αυτό δεν ήταν δείπνο εργασίας. Η διαπραγματευτική θέση της χώρας διαμορφώνεται από τις θέσεις που παρουσιάζει κανείς τη δύσκολη ώρα και η διαπραγμάτευση δεν ανήκει σε έναν άνθρωπο. Την συνολική εποπτεία και ευθύνη την έχει ο πρωθυπουργός», είπε με νόημα.

Ο ίδιος, πάντως, αναγνώρισε ότι υπάρχει αρνητικό κλίμα για την Ελλάδα αλλά επεσήμανε ότι είναι μέρος του διαπραγματευτικού παιχνιδιού «όταν θέλεις να αποδομήσεις αυτόν που έχεις απέναντί σου».

«Θα προτιμούσαν να έχουν έναν που όταν του λένε “forget it” να το ξεχνάει και όταν του λένε να πάει στην Ελβετία να φέρει κανένα ευρώ να μην πηγαίνει γιατί έχει βγάλει χρήματα και αυτός. Πάντως τον Βαρουφάκη δεν θα τον ήθελαν» πρόσθεσε ο πρωθυπουργός.

Όπως αποκάλυψε ο πρωθυπουργός ο Μάριο Ντράγκι, σε συνεννόηση με κέντρα συντηρητικά που δεν επιθυμούσαν την εφαρμογή της συμφωνίας της 20ης Φλεβάρη, παραπλάνησαν τον πρωθυπουργό και τον υπουργό διαβεβαιώνοντάς τους ότι η ΕΚΤ θα επαναφέρει το όριο για τα ελληνικά ομόλογα στο 15% με τη υπογραφή της συμφωνίας αλλά δεν το έπραξαν, στήνοντας παγίδα στην Κυβέρνηση.

Μάλιστα, παρά τις τεράστιες τους διαφορές, ο κ. Τσίπρας, είπε ότι γνωρίζοντάς την Α. Μέρκελ κατάλαβε γιατί έχει μείνει καγκελάριος τόσα χρόνια. Ωστόσο κατά τον ίδιο εμφανίζεται εγκλωβισμένη στην αδυναμία της να παραδεχθεί ότι επί πέντε χρόνια στην Ελλάδα εφαρμόστηκε λανθασμένη πολιτική. Ενδεχόμενη ρήξη πάντως θα κοστίσει, όπως εκτίμησε ο κ. Τσίπρας και στην ίδια πολιτικά, διότι θα είναι έμμεση ομολογία αποτυχίας, αλλά το ίδιο θα είναι και για τη δική του κυβέρνηση.

Στο μεταξύ, το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, μπαίνει  στο συρτάρι, αφού όπως είπε ο πρωθυπουργός σχεδιάστηκε με βάση άλλα δεδομένα και συναρτάται άμεσα με την τύχη της διαπραγμάτευσης και την εικόνα της Οικονομίας. Εάν το πλεόνασμα συμφωνηθεί να μείνει στο 1,2% και υπάρξει ανάπτυξη 1,4%, τότε θα επανεξεταστεί ο ΕΝΦΙΑ και το αφορολόγητο των 12.000 άμεσα. Σε άλλη περίπτωση θα το ξαναδεί η Κυβέρνηση, από το 2016…