Κομβικό ρόλο στη δράση της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» επιφυλάσσουν στους βουλευτές που εξελέγησαν με τα ψηφοδέλτια της Χρυσής Αυγής το 2012 οι δικαστές του Συμβουλίου Εφετών. Θεωρούν ότι είναι οι «επίσημοι εκφραστές των θέσεων» της οργάνωσης που φέρει τον μανδύα πολιτικού κόμματος και λειτουργεί σε ναζιστικά πρότυπα, με ένοπλο τμήμα, στρατιωτικού τύπου οργάνωση, τυφλή υποταγή στον αρχηγό και στόχο να επιβάλει με βίαια και έκνομα μέσα τις θέσεις της σε αντιπάλους και αλλοδαπούς.
Οι 18νυν και πρώην βουλευτές της Χρυσής Αυγής που θα καθίσουν στο εδώλιο, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, έχουν νευραλγικό ρόλο δίπλα στον αρχηγό και λόγο στις ενέργειες καθώς φέρονται να μετείχαν στον σκληρό πυρήνα της οργάνωσης και να είχαν γνώση των έκνομων δραστηριοτήτων της, τις οποίες ουδέποτε είχαν καταγγείλει ή αμφισβητήσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
Μάλιστα, όπως υπογραμμίζουν οι δικαστές, οι βουλευτές χρησιμοποίησαν ακόμη και το βήμα της Βουλής για να επιτευχθούν οι σκοποί τους…
Καταπέλτης είναι και ο εισαγγελέας Ισίδωρος Ντογιάκος ο οποίος στην πρόταση του αναφέρει πως οι βουλευτές επεδίωκαν την απαξίωση του κοινοβουλίου:
«Οι Βουλευτές οι οποίοι εξελέγησαν, κατά τις εκλογές του έτους 2012, υπό τη σημαία του πολιτικού κόμματος «ΛΑΪΚΟΣ ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ – ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ», συνειδητά επιδιώκουν να απαξιώσουν το Κοινοβούλιο, τους θεσμούς και τις αρχές του Κράτους. Τούτο προκύπτει σαφώς από σχετικές δηλώσεις των ίδιων, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες αυτολεξεί παραπάνω, με επαναλαμβανόμενες ανοίκειες με την Κοινοβουλευτική λειτουργία συμπεριφορές και ποικίλους άλλους τρόπους, ήτοι συνεχείς και επαναλαμβανόμενες αντιδεοντολογικές πράξεις, ακραίες φραστικές διατυπώσεις και επιθέσεις, καθώς και προσβλητικές συμπεριφορές σε βάρος των συναδέλφων τους στην αίθουσα του Κοινοβουλίου, αλλά και εκτός αυτού, με δηλώσεις τους και με την αρθρογραφία τους στο τύπο της παράταξή τους. Ουδείς εκ των Βουλευτών του ως άνω πολιτικού κόμματος, είναι σε θέση να ισχυριστεί ευπροσώπως και με πειστικότητα ότι ήταν ανυποψίαστος για τις εγκληματικές πράξεις, οι οποίες εξακολουθητικά και επί μακρό χρονικό διάστημα διαπράττονταν εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος στο οποίο ανήκει, σε βάρος των πολιτικών του αντιπάλων και σε βάρος αλλοδαπών. Ουδείς εξ αυτών αντέδρασε, έστω και στοιχειωδώς, στην τέλεση έστω και ενός από τα τόσο σοβαρά εγκλήματα που τελέσθηκαν κατά παντός αντιφρονούντα ή στοχοποιημένου ατόμου. Ουδείς εξέφρασε , έστω και τυπικά, ένα λόγο συμπαθείας στα θύματα και στους παθόντες. Αντίθετα, όλοι, ανεξαιρέτως, επιδεικτικά και επανειλημμένα , ο καθένας με τον τρόπο του, άμεσα ή έμμεσα, σιωπηρώς ή δια βοής, αποδέχτηκαν τα διάφορα εγκλήματα και τα αποτελέσματά τους , ενίοτε μάλιστα εγκωμιάζοντας αυτά δημοσίως ή εκθειάζοντας τους δράστες ή ακόμη και στρεφόμενοι φραστικά κατά των παθόντων. Και ασφαλώς όλοι, ανεξαιρέτως, ως Κοινοβουλευτικά στελέχη του, είχαν χαράξει την πολιτική του κόμματος και είχαν εγκρίνει τη δράση του καθώς τους τρόπους και τις μεθόδους εφαρμογής της πολιτικής του αυτής. Η απόλυτη ομοφωνία τους προκύπτει, χωρίς καμία αμφισβήτηση, από το γεγονός ότι όχι μόνο δεν έχει καταγραφεί έστω και μία παραίτηση κάποιου διαφωνούντα, αλλά δεν έχει αρθρωθεί έστω και ένας λόγος αντίθετος στην πολιτική της βίας, πλην ενός Βουλευτή, ο οποίος παραιτήθηκε από το κόμμα και όχι από τη Βουλευτική έδρα λίγο πριν κληθεί σε απολογία».
Οι πρωταγωνιστές
Ο ρόλος του αρχηγού Νίκου Μιχαλολιάκου αδιαμφισβήτητα κυριαρχεί στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής, ωστόσο, σημαντικές είναι και οι αναφορές στους βουλευτές του που φέρονται να συμμετείχαν και να διηύθυναν, στο πλευρό του, την εγκληματική οργάνωση. Κάποιοι, μάλιστα, από τους βουλευτές φέρονται να έχουν ξεχωριστό ρόλο στην ιεραρχία.
Ο προφυλακισμένος βουλευτής Ηλίας Κασιδιάρης, ο οποίος καταγράφεται σε δεκάδες φωτογραφίες που υπάρχουν στη δικογραφία, να κρατά όπλα και να εκπαιδεύει σε ερημικές τοποθεσίες μέλη της οργάνωσης, όπως αναφέρουν οι δικαστές κατάφερε να ανέβει στην ιεραρχία και «αναδείχθηκε σε επίσημος εκφραστής των θέσεων της, δράσεων της και στόχων της (οργάνωσης) αναφερόμενος απευθείας στον αρχηγό Νίκο Μιχαλολιάκο, διακηρύσσοντας τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών αλλά και των εναντίον ομάδων ή ατόμων που είχαν στοχοποιηθεί ως πολιτικοί ή φυλετικοί εχθροί της , με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της αλλά ακόμη και από το βήμα της Βουλής , ως βουλευτής, μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012, στις οποίες η εν λόγω οργάνωση μετέσχε ως πολιτικό κόμμα με την επωνυμία «Λαϊκός Σύνδεσμος- Χρυσή Αυγή» διευθύνοντας την πλέον ως βουλευτής μαζί με τον αρχηγό δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις – επιθέσεις».
Σε ότι αφορά τα όπλα που βρέθηκαν στην κατοχή του Ηλία Κασιδιάρη, σύμφωνα με τους δικαστές ο Ηλίας Κασιδιάρης τα είχε στην κατοχή του με σκοπό «τον παράνομο εφοδιασμό της εγκληματικής οργάνωσης στα πλαίσια της δραστηριότητας του ως μέλος της ηγετικής ομάδας και βουλευτής αυτής…» με στόχο «την εξόντωση των στοχοποιημένων απ αυτήν «πολιτικών και φυλετικών της» εχθρών».
Ο φίλος και κουμπάρος του Νίκου Μιχαλολιάκου, κατηγορούμενος βουλευτής Χρήστος Παππάςθεωρείται ηγετικό στέλεχος της οργάνωσης. Ο Χρήστος Παππάς, είναι άνθρωπος εμπιστοσύνης του αρχηγού και χαρακτηρίζεται διευθυντής της οργάνωσης τουλάχιστον από την 20/9/2010 έως την σύλληψη του τον Σεπτέμβριο του 2013. Στην κατηγορία σε βάρος του γίνεται αναφορά σε εκκλησιαστικά κειμήλια και σε όπλα που βρέθηκαν στο σπίτι του στα Γιάννενα.
Η σύζυγος του Νίκου Μιχαλολιάκου, βουλευτής Ελένη Ζαρούλια φέρεται, σύμφωνα με την κατηγορία, να είχε επίγνωση της εγκληματικής δράσης της οργάνωσης και με τις εμπρηστικές της δηλώσεις να «έδειχνε» τον δρόμο για επιθέσεις με την υπογραφή της Χρυσής Αυγής. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά οι δικαστές η κατηγορούμενη έκανε τις συγκεκριμένες (εμπρηστικές) δηλώσεις «παρά το γεγονός ότι ασφαλώς γνώριζε τις εγκληματικές πράξεις που είχαν διαπραχθεί από τα Τάγματα Εφόδου σε βάρος των πολιτικών και ιδεολογικών αντιπάλων, καθώς και σε βάρος κάθε άλλου στοχοποιημένου προσώπου, Έλληνα ή αλλοδαπού».
Ο Γιάννης Λαγός είχε, επίσης, σύμφωνα με το κατηγορητήριο κεντρικό ρόλο στις δράσεις της εγκληματικής οργάνωσης , άλλοτε συμμετέχοντας ο ίδιος προσωπικά και άλλοτε με τη δημόσια ρητορική του. Ο κατηγορούμενος βουλευτής εμφανίζεται να είχε πλήρη ευθύνη της εγκληματικής δράσης των Τοπικών Οργανώσεων στην ευρύτερη εκλογική περιφέρεια του Πειραιά, της Νίκαιας και του Περάματος».
Ο Ηλίας Παναγιώταρος, όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα «Από το βήμα της Βουλής, διακήρυξε τις επιδιώξεις της οργάνωσης με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών, διευθύνοντας αυτή ως μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος και του Πολιτικού Συμβουλίου ως Βουλευτής, μαζί με τον Αρχηγό και τους άλλους Βουλευτές αλλά και ως “Περιφερειάρχης” Μεσσηνίας – Λακωνίας – Αργολίδας – Αρκαδίας – Κορινθίας – Νεμέας – Πάτρας – Κυπαρισσίας – Βάρδα Ηλείας – Αμαλιάδας – Αιγίου – Μάνης – Νοτίων Προαστίων Αττικής, δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις και επιθέσεις».
Καταπέλτης είναι το παραπεμπτικό βούλευμα και για τον Γιώργο Γερμενή καθώς όπως αναφέρει:
«Από τότε που εντάχθηκε στην οργάνωση, διακήρυσσε τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους, με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της, αλλά ακόμη και από το βήμα της Βουλής.Ως μέλος της Χρυσής Αυγής έδινε εντολές ή ενέκρινε εγκληματικές επιθέσεις, με τις οποίες η οργάνωση εμφανιζόταν τόσο στην εκλογική του περιφέρεια, όσο και σε όλη την Ελληνική Επικράτεια, διαπράττοντας εγκλήματα και προβαίνοντας και ο ίδιος μαζί με άλλους σε βίαιες και ρατσιστικού περιεχομένου επιθέσεις σε βάρος των στοχοποιημένων ατόμων, ημεδαπών και αλλοδαπών σε διάφορες περιοχές της χώρας».
Και τα όπλα που βρέθηκαν στην κατοχή του κατηγορούμενου, σύμφωνα με τους δικαστές, σκόπευαν στον εφοδιασμό της εγκληματικής οργάνωσης με στόχο την «εξόντωση των κατά την άποψη της «εχθρών του έθνους» και των ανθρώπων με διαφορετικές από τις υποστηριζόμενες από αυτήν πολιτικές, ιδεολογικές κ.λ.π. θέσεις, αντιλήψεις και επιλογές, ως και των ξένων μεταναστών, ρομά και γενικά όσων δεν ανήκουν στην (Άρια) Λευκή Φυλή».
Οι βουλευτές που διαχώρισαν τη θέση τους ελπίζοντας σε ευνοϊκή ποινική μεταχείριση
Το ενιαίο μέτωπο των κατηγορούμενων βουλευτών της Χρυσής Αυγής ράγισε όταν ο Στάθης Μπούκουρας και ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος διαχώρισαν τη θέση τους και αποχώρησαν από τους κόλπους της δεχόμενοι τα πυρά των πρώην συντρόφων τους.
Ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος, ήταν ο πρώτος βουλευτής που ανεξαρτητοποιήθηκε δηλώνοντας από το βήμα της Βουλής, την ώρα που οι βουλευτές της Χρυσής Αυγής του κουνούσαν επιδεικτικά χαρτονομίσματα, ότι δεν είχε την παραμικρή συμμετοχή σε εγκληματικές ενέργειες επισημαίνοντας πως υπήρξε θεατής παράνομων ενεργειών τις οποίες όπως είπε δεν ήταν σε θέση να σταματήσει ή να παρεμποδίσει. Ισχυρίστηκε μάλιστα, ότι μετά τη δολοφονία Φύσσα ήθελε να ανεξαρτητοποιηθεί φοβόταν, όμως, για την οικογένεια του.
Ο Στάθης Μπούκουρας, πάλι, έμεινε στην μνήμη όλων για το ξέσπασμα του όταν κατά τη διάρκεια της ομιλίας του στη Βουλή για τη άρση της βουλευτικής του ασυλίας ξέσπασε σε λυγμούς… «Δεν είμαι φασίστας ούτε ναζιστής, πατριώτης είμαι» είπε κλαίγοντας. Ο Στάθης Μπούκουρας ανεξαρτητοποιήθηκε αφού προηγουμένως είχε διαγραφεί από την Χρυσή Αυγή διαχωρίζοντας τη θέση του και αρνούμενος τη συμμετοχή του σε οποιαδήποτε αξιόποινη πράξη.
Και οι δυο αρνήθηκαν να παραδώσουν την έδρα τους και ως ανεξάρτητοι βουλευτές στήριξαν με την ψήφο τους για πρόεδρο της Δημοκρατίας τον προτεινόμενο από τη Νέα Δημοκρατία Σταύρο Δήμα.
Για τις δικαστικές αρχές, όμως, ο ρόλος των πρώην βουλευτών της Χρυσής Αυγής ήταν καθοριστικός για την δράση της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή».
Οι Στάθης Μπούκουρας και Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος είναι αντιμέτωποι με την κατηγορία της ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης ενώ ο πρώτος κατηγορείται και για διακεκριμένη οπλοκατοχή σε βαθμό κακουργήματος. Αρμόδιες πηγές σχολιάζοντας τις κινήσεις των πρώην βουλευτών έλεγαν πως απώτερος στόχος είναι να «κερδίσουν» ευνοϊκή ποινική μεταχείριση καθώς θεωρείται δεδομένο πως το γεγονός ότι αποκήρυξαν τους πρώην συντρόφους τους θα προβληθεί ως το δυνατό υπερασπιστικό τους χαρτί ενώπιον του δικαστηρίου.
Οι δικαστές του Συμβουλίου Εφετών, ωστόσο, επιφυλάσσουν για τον Στάθη Μπούκουρα πρωταγωνιστικό ρόλο σε επιθέσεις σε βάρος αλλοδαπών. Όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα ο Στάθης Μπούκουρας «μετά την ένταξή του στην οργάνωση, του ανατέθηκε αρχικά η συμμετοχή σε δράσεις – επιθέσεις σε βάρος μεταναστών στην πλατεία του Αγ. Παντελεήμονα Αττικής και στη συνέχεια, ανελισσόμενος, του ανατέθηκε ο ρόλος της στρατολόγησης νέων υποστηρικτών – μελών στην περιοχή της Κορινθίας και της ευρύτερης περιοχής, όπου και δημιούργησε τους αντίστοιχους “Πυρήνες”».
«Επικεφαλής τους ήταν ο ίδιος, στον οποίο αναφέρονταν και εκτελούσαν απαρέγκλιτα τις εντολές του, ενώ μεριμνούσε και για την στρατιωτικού τύπου “εκπαίδευση” των “ταγμάτων εφόδου” της Κορινθίας.
Μετά την εκλογή του ως Βουλευτής έδινε εντολές για εγκληματικές δράσεις, ενίοτε δε μετέχοντας και ο ίδιος σε ρατσιστικές επιθέσεις σε βάρος ημεδαπών στοχοποιημένων ατόμων διαφορετικών πολιτικών, ιδεολογικών αντιλήψεων, ξένων μεταναστών, Ρομά κλπ».
Ο Χρυσοβαλάντης Αλεξόπουλος, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, είχε κομβικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της εγκληματικής οργάνωσης καθώς:
«Ανελίχθηκε στην ιεραρχία και αναδείχθηκε επίσημος εκφραστής των θέσεων των δράσεων της και των στόχων της αναφερόμενος απευθείας στον αρχηγό Νίκο Μιχαλολιάκο διακηρύσσοντας τις επιδιώξεις της με δημόσια ρητορική μίσους εναντίον του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας και των θεσμών αλλά και εναντίον ομάδων ή ατόμων που είχαν στοχοποιηθεί ως πολιτικοί ή φυλετικοί εχθροί της , με ομιλίες του σε διάφορες εκδηλώσεις της, αλλά και από το βήμα της Βουλής των Ελλήνων ως βουλευτής Λάρισας , μετά τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου του 2012 , στις οποίες η εν λόγω οργάνωση μετέσχε ως πολιτικό κόμμα , διευθύνοντας την πλέον ως βουλευτής , μαζί με τον αρχηγό και τους άλλους βουλευτές δίνοντας εντολές ή εγκρίνοντας εγκληματικές δράσεις- επιθέσεις».