Την απόλυτη ευθύνη όλων των εγκληματικών ενεργειών της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» φέρει ο γενικός γραμματέας Νίκος Μιχαλολιάκος, σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα,αφού φέρεται ως ο «απόλυτος κυρίαρχος» καθώς «ως ιδρυτής και κατ ουσία αρχηγός και ηγέτης της , διηύθυνε αυτήν, καθ όλο το διάστημα της λειτουργίας της ως εγκληματικής οργάνωσης…».
Από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτει ξεκάθαρα η «στρατιωτικού» χαρακτήρα ιεραρχική δομή της οργάνωσης στην οποία καταγράφονται διακριτοί ρόλοι και αυστηροί κανόνες που αποτυπώνονται στο «καταστατικό αρχών».
Όπως αναφέρουν οι δικαστές του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου ο Νίκος Μιχαλολίακος, ο οποίος θα κληθεί να λογοδοτήσει για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και διακεκριμένη περίπτωση οπλοκατοχής, με την ιδιότητα του αρχηγού δρούσε «παρέχοντας οδηγίες και εντολές προς τα μέλη της (οργάνωσης) γνωρίζοντας πλήρως τις ενέργειες τους και ελέγχοντας απολύτως τη δράση τους με στόχο την επίτευξη των παράνομων σκοπών τους και με μέσον τη διάπραξη εκ μέρους των μελών της διαφόρων ιδιαίτερα σοβαρών εγκλημάτων».
Σύμφωνα με το βούλευμα η ίδρυση της Χρυσής Αυγής, ως πολιτική οργάνωση, τοποθετείται κατά τη δεκαετία του 1980 και στη συνέχεια όπως υπογραμμίζεται «μετεξελίχθηκε σε πολιτικό κόμμα» που δρούσε με χαρακτηριστικά εγκληματικής οργάνωσης που διέπραττε αξιόποινες πράξεις.
Η ιεραρχική δομή της εγκληματικής οργάνωσης
Οι δικαστές περιγράφουν αναλυτικά την ιεραρχική δομή της οργάνωσης και την κατανομή των ρόλων της, με «επικεφαλής και απόλυτο κυρίαρχο» τον Νίκο Μιχαλολιάκο, τους βουλευτές- περιφερειάρχες και τον υπεύθυνο κάθε τοπικής οργάνωσης – πυρηνάρχη.
Όπως αναφέρεται στο βούλευμα «ο πυρηνάρχης από το Μάιο του 2012 , οπότε η εγκληματική αυτή οργάνωση , ως πολιτικό κόμμα συμμετέχει στο Ελληνικό κοινοβούλιο, αναφερόταν απευθείας στον τοπικό βουλευτή- περιφερειάρχη και αυτός με τη σειρά του στην ηγεσία της εγκληματικής οργάνωσης από την οποία και ελάμβανε την εντολή ή την έγκριση για την εκδήλωση οποιασδήποτε αξιόποινης δράσης ή την τέλεση οποιουδήποτε εγκλήματος».
Ο σκοπός της δράσης της «εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή» και τα «Τάγματα Εφόδου»
Ο σκοπός της επιχειρησιακής δράσης της οργάνωσης, ήταν σύμφωνα με τους δικαστές, «η αντιμετώπιση δια της βίας των αντιφρονούντων, αλλοδαπών, αλλά και όσων θεωρούνταν σοβαροί ιδεολογικοί εχθροί της και κατ΄ επέκταση την βίαιη επιβολή των πολιτικών ιδεών της , εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων της και πάντοτε υπο την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους , με βάση οργανωμένο σχέδιο , το οποίο εκτελούσαν τα μέλη των ομάδων κρούσεως , επονομαζόμενα «Τάγματα Εφόδου» που λειτουργούσαν υπο την αιγίδα των Τοπικών Οργανώσεων , τα μέλη των οποίων είχαν ιδιαίτερα σωματικά προσόντα και κατάλληλη εκπαίδευση προσαρμόζουσα με εκείνη των ανδρών των επίλεκτων Ειδικών Δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων της Χώρας. Δρούσαν δε οργανωμένα και συντεταγμένα , τηρώντας απαρέγκλιτα τις σχετικές εντολές και οδηγίες του επικεφαλής της εκάστοτε εγκληματικής δράσεως».
Τα στοιχεία της δικογραφίας που «δείχνουν» ότι η πίστη στον αρχηγό ανάγεται σε ένα επίπεδο μεταφυσικής .
Στην δικογραφία περιλαμβάνονται στοιχεία (« Ιεραρχία – Δομή Χ. Α. ») τα οποία καταδεικνύουν το ρόλο του ηγέτη για τον Νίκο Μιχαλολιάκοο οποίος φέρεται να επέχει θέση « Αρχηγού » , καθώς «η εξουσία του είναι απόλυτη , απεριόριστη και αδιαμφισβήτητη».
Στην πρόταση του ο εισαγγελέας Ισίδωρος Ντογιάκος καταγράφει αυτά τα στοιχεία ένα προς ένα. ¨Όπως αναφέρει στα ηλεκτρονικά αρχεία της κόρης του Νίκου Μιχαλολιάκου Ουρανίας εκφράζεται η επιθυμία «να κάνουμε μία μέρα το Ελληνικό Κράτος λειτουργικό , όπως είναι η Χρυσή Αυγή , όπου η θέληση του Αρχηγού επιβάλλεται και εφαρμόζεται άμεσα , χωρίς παρεκκλίσεις και χωρίς ενδοιασμούς».
Στη δικογραφία αναφέρονται τα λόγια του Στάθη Μπούκουρα, επίσης, κατηγορούμενου πρώην βουλευτή της Χρυσής Αυγής – έχει διαχωρίσει τη θέση του- ο οποίος σε ομιλία του έλεγε « Δεν έχουμε Πρόεδρο. Έχουμε Αρχηγό , τον ακολουθούμε πιστά σαν γνήσιοι στρατιώτες και δεν κάνουμε πίσω σε ό, τι και να μας πει. Ακολουθούμε πιστά σε ό, τι μας διατάσσει και εκτελούμε » ενώ δήλωνε έτοιμος να πεθάνει για τον αρχηγό.
Χαρακτηριστική είναι η εγκύκλιος του κατηγορούμενου βουλευτή Χρήστου Παππά , η οποία συμπεριλαμβάνεται στη δικογραφία, όπου αναφέρεται « … θα πρέπει να λειτουργήσουμε με τα όργανα του κινήματος , σαν ένας πολιτικός απελευθερωτικός στρατός του Εθνικισμού και να εφαρμόσουμε πιστά την πάγια αρχή του στρατιωτικού δόγματος που λέγεται απαρέγκλιτη πίστη και υπακοή στην Ιεραρχία. Ζήτω η Νίκη. Ζήτω ο Αρχηγός».
Η προσωπολατρεία του Αρχηγού προκύπτει και από το έγγραφο που βρέθηκε στο ηλεκτρονικό αρχείο υπολογιστή που έχει κατασχεθεί στο οποίο αναφέρεται , μεταξύ των άλλων , ότι «… Η έννοια του Αρχηγού – Καθοδηγητή στην ιδεολογία μας προσλαμβάνει μεταφυσικό περιεχόμενο. Ως μεταφυσικό περιεχόμενο ορίζουμε την ακράδαντη πίστη όλων των Χρυσαυγιτών πως ο Αρχηγός μας είναι ο Άνθρωπος που θα οδηγήσει την ιδεολογία μας στην Τελική Νίκη εναντίον των δυνάμεων του σκότους που απεργάζονται τον θάνατο του Ελληνισμού και θα οδηγήσει ολόκληρη τη χώρα στη δημιουργία του Γ Ελληνικού Πολιτισμού που όλοι μας ονειρευόμαστε… ο Αρχηγός μας συγκεντρώνει τα θετικά στοιχεία όλων των αγωνιστών της Χρυσής Αυγής πρώτος μεταξύ ομοίων στη αδιάσπαστη φάλαγγα των εθνικιστών… είναι ο άνδρας ο Ερχόμενος ο οποίος θα σαρώσει με την παρουσία του οτιδήποτε σάπιο ταλανίζει και βασανίζει το Ελληνικό Έθνος… στόχος της Χρυσής Αυγής είναι η τελική ταύτιση όσων ομνύουν πίστη στο Αρχηγό , στην ιεραρχία και στην ιδεολογία του κινήματος και όσων δεν ομνύουν ακόμα αυτή την πίστη καθώς και η ιδεολογική επικράτηση των ιδεών της ».
Ο όρκος και οι μυστικιστικές τελετές
Ο «όρκος» που δινόταν σε τελετές μυστικιστικού χαρακτήρα, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, έρχεται να επιβεβαιώσει, σύμφωνα με τις αρχές την απόλυτη πίστη και υποταγή στον αρχηγό.
Οι τελετές- καταγράφονται σε βίντεο σκληρού δίσκου κατηγορούμενου- οργανώνονται συνήθως από ανώτερα στην ιεραρχία στελέχη -κατά την Εαρινή ή Χειμερινή Ισημερία , στην ύπαιθρο , υπό το φως αναμμένων πυρσών. Στόχος να δημιουργήσουν στα μέλη την πεποίθηση ότι αναλάμβαναν έναν «αγώνα για ολόκληρη την πολιτισμένη ανθρωπότητα» μέχρι «την τελική νίκη ή το θάνατο» , αγώνα για τον οποίο όφειλαν να αντέξουν σε κάθε δυσκολία, προερχόμενη από «εξωτερικούς ή και εσωτερικούς εχθρούς», οπλισμένοι με «ατσάλινη θέληση και ανδρεία», ώστε να «κοιτάξουν τον προαιώνιο εχθρό στα μάτια και να τον πλήξουν χωρίς έλεος», γιατί «στο αγώνα για εθνική επιβίωση δεν νοείται αίσθημα του οίκτου και της δειλίας», επικαλούμενοι «τον καθαγιασμό των ψυχών τους με τα ιερά σύμβολα της αρχέγονης ευρωπαϊκής παράδοσης» «πιστοί στις εντολές του αρχηγοί ως προπομποί ενός νέου κόσμου».
Μάλιστα, τα μέλη υποβάλλονταν στο φόβο για τις συνέπειες που θα είχε πιθανή καταπάτηση του όρκου τους , με τιμωρία , που μπορεί να έφθανε μέχρι και το θάνατο: « Μπορεί η καταπάτηση ενός όρκου να μην επισύρει νομικές ποινές αλλά οπωσδήποτε έχει ηθικής φύσεως επιπτώσεις και κατά συνέπεια υπάρχει σοβαρή περίπτωση επιβολής μιας άτυπης τιμωρίας στα πλαίσια ηθικών και όχι νομικών κανόνων. Όσο πιο μεγάλη είναι η καταπάτηση του όρκου τόσο πιο αυστηρή θα είναι και η αντιμετώπιση του επίορκου. Για ένα κίνημα ή ομάδα με αυξημένο το αίσθημα της τιμής , του καθήκοντος και της αφοσίωσης , η καταπάτηση του όρκου αποτελεί ζήτημα χειρίστου είδους ατόμου, στο οποίο οι υπόλοιποι ορκισμένοι από οργή και μόνο θα είναι υποχρεωμένοι να τον καταδιώξουν με σιδερένια πυγμή να του καταδείξουν το λάθος…Ζήτω ο Αρχηγός , Ζήτω η Χρυσή Αυγή , Ζήτω ο θάνατος».
Κατά τη διάρκεια της επίμαχης τελετής – είναι μέρος της δικογραφίας- τα μέλη επαναλαμβάνουν όλοι μαζί το κείμενο του όρκου , το οποίο έχει ως εξής: «Ορκίζομαι ότι δεν θα θέσω σε υψηλότερη μοίρα τη ζωή από την ελευθερία ούτε τον αρχηγό θα εγκαταλείψω, ούτε ζωντανό ούτε νεκρό. Αλλά από τους συναγωνιστές που έπεσαν κατά τη μάχη, όλους θα δοξάσω. Και όταν ο αγώνας τελειώσει, θα τιμήσω σαν αδελφό κάθε συναγωνιστή. Εκείνοι όμως που προτίμησαν να προδώσουν, όλους αδίστακτα θα τιμωρήσω. Την ιερή φλόγα της φυλής μου ορκίζονται να προστατεύω. Ώστε να τους φωτίζει και να τους καθοδηγεί στο χάος των αιώνων» και στο τέλος χαιρετίζουν με «ναζιστικό χαιρετισμό».