Χαιρετισμό στην ετήσια Γενική συνέλευση του Συνδέσμου Ελλήνων Βιομηχάνων απηύθυνε ο Αλέξης Τσίπρας. Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ξεκίνησε με τα δύο «μεγάλα ερωτήματα που κυριαρχούν αυτήν τη στιγμή σε ολόκληρο τον κόσμο», αφού πρώτα τόνισε τη σημασία να υπάρχουν «ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας» ακόμα και σε αυτούς που «διαφωνούν».
Όπως είπε, αυτά τα ερωτήματα είναι «πώς θα ανασχέσουμε την κλιματική κρίση» και «πώς θα ανασχέσουμε τις συνέπειες του οικονομικού μοντέλου των τελευταίων δεκαετιών».
«Ερωτήματα που δεν τα έθεσε η πανδημία. Η πανδημία όμως έκανε εξαιρετικά επείγον να απαντηθούν», σημείωσε ο κ. Τσίπρας, υπογραμμίζοντας ότι «εδώ και περίπου μια δεκαετία, οι ηγεσίες του δυτικού κόσμου προσπαθούν να αγνοήσουν τον ελέφαντα στο δωμάτιο».
«Διάφορες αφηγήσεις σε κάθε χώρα ή και διεθνώς, εμφανίστηκαν για να πείσουν τους πολίτες ότι το κυρίαρχο οικονομικό μοντέλο είναι μια χαρά, απλά υπάρχουν αυτοί που το εμποδίζουν να ανθήσει», σχολίασε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ στηλίτευσε ότι «σε κάθε γωνιά του κόσμου, πάντα κάτι άλλο έπρεπε να φταίει εκτός από το προφανές: το κυρίαρχο οικονομικό δόγμα».
«Σε αυτό το περιβάλλον, όποιος αντιμετωπίζει τα πράγματα με στοιχειώδη υπευθυνότητα, βάζει στο τραπέζι το ζήτημα μιας νέας οικονομικής πολιτικής η οποία: θα μειώσει τις ανισότητες. Θα προστατέψει το περιβάλλον. Θα συμβάλλει σε μια μακρά, βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη», τόνισε ο κ. Τσίπρας σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Τέλος, αναφέρθηκε σε μια σειρά παραδειγμάτων παγκοσμίως, στα οποία ζητούνται αλλαγές στη φορολόγηση και στο γενικότερο οικονομικό σύστημα.
Τσίπρας: Εξοργιστικό λάθος να επανέρχεται το μοντέλο πριν το 2008
Ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε αναλυτικά σε προτάσεις που έχουν «πέσει στο τραπέζι» παγκοσμίως, όπως «το τέλος του παλιού κόσμου και της ψευδαίσθησης των trickle-down economics», από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, ή την πρόταση των G7 για ένα παγκόσμιο εταιρικό φόρο για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις.
«Είναι μια σειρά προτάσεων που εδράζονται σε μια στοιχειώδη νέα κοινή λογική. Ανεξάρτητα αν κάποιος τις υποστηρίζει ηθικά και ιδεολογικά ή απολύτως συμφεροντολογικά, δεν έχει καμία σημασία. Σημασία έχει ότι συζητάμε σε μια νέα βάση», είπε, σημειώνοντας ωστόσο ότι «στην Ελλάδα, δυστυχώς, σήμερα αυτή η συζήτηση μοιάζει ξένη, σχεδόν αιρετική».
«Οποιαδήποτε αντίστοιχη πρόταση θεωρείται σπατάλη, λαϊκισμός, λεφτόδεντρα. Και φυσικά, το αναμάσημα όλων εκείνων των συνταγών που οδήγησαν τη χώρα στα μνημόνια και τη χρεοκοπία, εμφανίζονται ξανά στον αφρό ως “αναπτυξιακή πολιτική”» πρόσθεσε, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι είναι «βυθισμένη στις ιδεολογικές εμμονές της» και αφήνοντας αιχμές και για τον ΣΕΒ.
Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι «η κρίση της ελληνικής οικονομίας αποδίδεται στην ανάπτυξη των παραδοσιακών τομέων με ισχυρά πλεονεκτήματα (της ναυτιλίας, του τουρισμού και των κατασκευών), και στην ψευδαίσθηση της περιόδου, πριν από το 2008, ότι τα μεγάλα έργα, η πιο εσωστρεφής οικονομία και η κατανάλωση, μαζί με ένα σχέδιο τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, διασφαλίζουν τη ροή διεθνών πόρων στην οικονομία και μπορούν να στηρίξουν μια γρήγορη και βιώσιμη ανάπτυξη».
«Να σας ενημερώσω ότι το μοντέλο χρεοκόπησε, όχι μαζί με τη χώρα το 2010, αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο», είπε χαρακτηριστικά, ενώ πρόσθεσε ότι πέρα από τη δεκαετία μνημονιακών μέτρων που «βύθισαν την οικονομία», τώρα επαναφέρεται το ίδιο μοντέλο, κάτι που χαρακτήρισε «όχι μόνο λάθος, αλλά εξοργιστικό».
Συνεχίζοντας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία αναφέρθηκε στην «ευνοϊκή δημοσιονομική και οικονομική κατάσταση» που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση, προσθέτοντας ότι και η πανδημία έχει δημιουργήσει ένα «πιο ευνοϊκό περιβάλλον» για την κυβέρνηση, λόγω των «εργαλείων» που έχει στη διάθεσή της, όπως είναι η άρση του δημοσιονομικού πλαισίου, η αγορά ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, το Ταμείο Ανάκαμψης, ο καθαρός διάδρομος στην αποπληρωμή του χρέους.
Παρ’ όλα αυτά, προειδοποίησε για τον κίνδυνο να αντιμετωπίσει η χώρα εκ νέου «δημοσιονομικό πρόβλημα» τα επόμενα ένα με δύο χρόνια. «Δεν μας αξίζει να ζήσουμε ξανά την εμπειρία των δημοσιονομικών περιορισμών», είπε, τονίζοντας ότι εάν συμβεί θα είναι «αποκλειστική ευθύνη» της κυβέρνησης και των «συνταγών» που επιλέγει να εφαρμόσει, από τις οποίες, οι «μόνοι ωφελημένοι» είναι «οι ιδιοκτήτες της παλιάς Ελλάδας, όσων θέλουν το παιχνίδι της ελεύθερης αγοράς, αλλά με σημαδεμένα χαρτιά».