«Οι απολύσεις θα αφορούν το 2% των δημοσίων υπαλλήλων και για κάθε απόλυση θα υπάρχει και μια νέα πρόσληψη, δηλώνει ο αρμόδιος υπουργός της κυβέρνησης, προσγειώνοντας όσους είχαν την ψευδαίσθηση ότι υπάρχει ελπίδα για σοβαρή μείωση του κράτους και της υπερφορολόγησης με την δικομματική ΝΔ-ΠΑΣΟΚ.
Πόσο αξιοκρατικά γίνονται όμως οι απολύσεις; Ο αρμόδιος υπουργός μιλά για αξιοκρατικές διαδικασίες, αυτές όμως δεν αφορούν το σύνολο των υπαλλήλων, αλλά το ελάχιστο ποσοστό (4%), που βγαίνουν σε κινητικότητα. Το πώς βγαίνουν σε κινητικότητα όμως αποφασίζεται από τα υπουργεία και τους οργανισμούς και εκεί το κριτήριο είναι συνηθέστερα ποιοι δεν έχουν επαρκή συνδικαλιστική στήριξη. Παράδειγμα οι υπάλληλοι του τέως ΟΕΚ στο ΙΚΑ, που βγαίνουν «προνομιακά» εκ νέου σε διαθεσιμότητα, καθώς το συνδικάτο τους έχει ουσιαστικά διαλυθεί λόγω διάλυσης του ΟΕΚ, αλλά και οι υπάλληλοι της δημοτικής αστυνομίας που δεν είχαν ποτέ ισχυρό συνδικάτο. Αντίθετα υπηρεσίες όπου υπάρχουν ισχυρά συνδικάτα, ακόμα και αν χαρακτηρίζονται από καταγεγραμμένη και εκτεταμένη διαφθορά (π.χ. εφορίες), αφήνονται ουσιαστικά στο απυρόβλητο.
Συμπέρασμα: Ο αρμόδιος υπουργός μπορεί να προβλέπει διαδικασίες με λογικά κριτήρια μεταξύ (του μικρού υποσυνόλου) των υπό διαθεσιμότητα υπαλλήλων και να εύχεται ότι: «Κάποια στιγμή θα πρέπει να ξεφύγουμε από την έννοια της μονιμότητας και να περάσουμε σε αυτήν της αξιοκρατίας και της αξιολόγησης», η κυβερνητική πολιτική όμως στο σύνολό της συνεχίζει να αφορά «αξιοκρατία» με σημαδεμένη τράπουλα» αναφέρει σε ανακοίνωση που εξέδωσε ο Τομεάρχης Δημόσιας Διοίκησης της Δράσης Κώστας Φωτόπουλος.
«Η σπίλωση των μεταρρυθμίσεων συνεχίζεται. Σειρά τώρα της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων, να ταυτιστεί με την υποκριτική επιλογή του πιο αδύναμου και του περισσότερο απροστάτευτου από το κομματικό συνδικαλιστικό σύστημα. Πρέπει να σταματήσουμε την αδικία» κατέληγε η ανακοίνωση.