Υπερψηφίστηκε κατά πλειοψηφία στην Ολομέλεια της Βουλής, η πρόταση τροποποίησης διατάξεων του Κανονισμού λειτουργίας του Κοινοβουλίου, που κατέθεσε ο Πρόεδρος του Σώματος, Βαγγέλης Μεϊμαράκης.
Με την πρόταση, επιχειρείται ένας συγκερασμός της ανάγκης τήρησης του Μεσοπροθέσμου Προγράμματος σε ό,τι αφορά τον προϋπολογισμό της Βουλής, με περικοπές στις απολαβές των υπαλλήλων της – και της ανάγκης εύρυθμης λειτουργίας του Κοινοβουλίου, για την οποία διαπιστώνεται πως απαιτείται υπερωριακή απασχόλησή τους.
Έτσι, η τροποποίηση του Κανονισμού προβλέπει τη μείωση των μετακλητών υπαλλήλων κατά 30 (στην αιτιολογική έκθεση της πρότασης γίνεται λόγος για 14) και την εξίσωση των αποδοχών, των επιδομάτων και των αποζημιώσεων των υπαλλήλων της Βουλής, με τις αντίστοιχες που ισχύουν για τους υπαλλήλους του υπουργείου των Οικονομικών. Οι ώρες της υπερωριακής απασχόλησής τους επίσης, καθοριζόμενες από αποφάσεις του Προέδρου της Βουλής, δεν μπορεί να υπερβαίνουν τις 52 το μήνα. Τέλος, επιχορηγήσεις της Βουλής προς μη κυβερνητικές οργανώσεις, αναρτώνται για λόγους διαφάνειας στην ιστοσελίδα της Βουλής των Ελλήνων εντός πέντε ημερών από την λήψη της σχετικής απόφασης.
Από την άλλη ωστόσο, στην τροποποίηση προβλέπεται ότι «για την εξυπηρέτηση ιδιαίτερων αναγκών λειτουργίας του Κοινοβουλίου» και με «αιτιολογημένες» τις σχετικές αποφάσεις του Προέδρου της Βουλής, είναι δυνατή η απασχόληση του προσωπικού ακόμα περισσότερο, υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προϋπολογισμού της Βουλής εντός των ορίων που προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2013-2016 και εφόσον το χρονικό διάστημα της εντατικοποίησης αυτής, δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες κατ’ έτος. Όπως ανέφερε ο Ευ. Μεϊμαράκης σε διευκρινίσεις του προς κοινοβουλευτικούς συντάκτες, σε περίπτωση που η κυβέρνηση επιθυμεί την εργασία των υπαλλήλων «τα Σαββατοκύριακα, ή τα Χριστούγεννα» θα πρέπει να εκδώσει πρώτα ΦΕΚ με τις υπερωρίες τους, «αλλιώς η Βουλή δεν θα μπορεί να λειτουργήσει».
Στην σημερινή συνεδρίαση της Ολομέλειας, το επίμαχο άρθρο 1 για τις αποδοχές των υπαλλήλων της Βουλής, καταψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ: Ο Θ. Δρίτσας (ΣΥΡΙΖΑ) δήλωσε πως το κόμμα του καταδικάζει την αντικανονική διαδικασία που επέλεξε η κυβέρνηση προκειμένου να επιφέρει τις αλλαγές αυτές (ξεκίνησε με νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών, σε αντίθεση με τις επιταγές του Συντάγματος που προβλέπουν τροποποίηση του Κανονισμού της Βουλής), αλλά και αντιτίθεται στο «νέο πτωχολόγιο» του δημοσίου τομέα. Ο κος Δρίτσας εξήρε την παραγωγική εργασία των υπαλλήλων της Βουλής και κατήγγειλε τη «χυδαία επίθεση» που δέχθηκαν, με τον «κοινωνικό αυτοματισμό» που ακολούθησε.
Ο Σ. Χαλβατζής (ΚΚΕ) με τη σειρά του, εξέφρασε την αντίθεση του κόμματός του στη λογική του διαχωρισμού των εργαζομένων σε «ρετιρέ και υπόγεια» και στην «πολιτική που μέσω προνομίων οδηγεί στην εξαγορά ή στη χειραγώγηση εργαζομένων». Από την άλλη ωστόσο, εκφράζει την αντίθεσή του και σε κάθε περίπτωση μείωσης μισθών σε όλους τους κλάδους, διακρίνοντας ως στόχο της κυβέρνησης «την προς τα κάτω εξίσωση όλων των αμοιβών των εργαζομένων».