Για ομόθυμη θέση στη Νέα Δημοκρατία όσον αφορά το θέμα της ονοματολογίας της ΠΓΔΜ έκανε λόγο ο αναπληρωτής τομεάρχης Εξωτερικών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, Σταύρος Καλαφάτης. «Δεν υπάρχει καμιά διαφωνία», τόνισε χαρακτηριστικά ο βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης με δηλώσεις του στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού -Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων. Κληθείς να σχολιάσει την τοποθέτηση της πρώην υπουργού Εξωτερικών, Ντόρας Μπακογιάννη, η οποία σε ραδιοφωνική συνέντευξη ανέφερε πως «δεν έχω αλλάξει θέση στο Μακεδονικό, από το 2008. Ναι στο Βόρεια Μακεδονία», ο κ. Καλαφάτης υπογράμμισε: «Καμιά διαφοροποίηση δεν έχει υπάρξει από κανέναν βουλευτή και βεβαίως και από την κ. Μπακογιάννη στα συλλογικά όργανα της Νέας Δημοκρατίας και βέβαια στην εθνική αντιπροσωπεία στη Βουλή». Επισήμανε επίσης πως «η κυρία Μπακογιάννη ήταν από τους βασικούς συντελεστές μαζί με τον κ. Μεϊμαράκη -ως υπουργός Εθνικής Άμυνας ο κ. Μεϊμαράκης και Εξωτερικών η κ. Μπακογιάννη, με πρωθυπουργό τον κ. Καραμανλή- στο μεγάλο κεκτημένο (του Βουκουρεστίου), που ναρκοθετήθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου» και «ως εκ τούτου, η στάση της Νέας Δημοκρατίας, που εκφράζεται από τον πρόεδρο και αυριανό πρωθυπουργό, τον κ. Μητσοτάκη, είναι ενιαία και δεν επιδέχεται αμφισβήτησης». «Μπαίνουμε σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, σε μια κινούμενη άμμο και αυτό γίνεται αποκλειστικά με ευθύνη της κυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου», σημείωσε ο αναπληρωτής τομεάρχης Εξωτερικών της ΝΔ με αφορμή τη συμφωνία των Πρεσπών και υπογράμμισε ότι υφίστανται και διάφορα άλλα ζητήματα στο πεδίο της οικονομίας, όπως «τα πολλά προβλήματα και ερωτηματικά που εγείρονται σχετικά με την ονομασία των προϊόντων». «Υπάρχουν θολά σημεία που προκαλούν ανησυχία στον εμπορικό κόσμο της Θεσσαλονίκης και της Βόρειας Ελλάδας -και όχι μόνο. Και βεβαίως δημιουργούνται τετελεσμένα, παραβιάζοντας το κεκτημένο που είχαμε στο Βουκουρέστι, που είχαμε πετύχει με την κυβέρνηση Καραμανλή, ότι πρώτα θα υπάρχει λύση και μετά θα υπάρξει πρόσκληση της γείτονος χώρας ένταξης στη Βορειοατλαντική Συμμαχία και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Εδώ βλέπουμε να παραβιάζεται, να ναρκοθετείται αυτό το κεκτημένο με ευθύνη της κυβέρνησης Τσίπρας- Καμμένου», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Καλαφάτης. «Υπάρχει μια διάθεση της κυβέρνησης να μας πείσει ότι αυτή δεν είναι μια εθνικά επιζήμια συμφωνία. Δεν βλέπουμε κανέναν εδώ στην Ελλάδα να πανηγυρίζει για την εξέλιξη αυτή και υπάρχει μια γενική αρνητική ομοθυμία, κάτι το οποίο η κυβέρνηση παραβλέπει», επισήμανε στη συνέχεια. Κληθείς να σχολιάσει τις καταγγελίες του πρωθυπουργού της ΠΓΔΜ, Ζόραν Ζάεφ, ότι Έλληνες επιχειρηματίες υποκινούν βίαια επεισόδια στη χώρα του πριν από το δημοψήφισμα για το ονοματολογικό, απάντησε πως «αυτά είναι πολύ σοβαρά πράγματα για να λέγονται και θα πρέπει να αποδεικνύονται, ιδιαίτερα αν προέρχονται από τόσο επίσημα χείλη». Χαρακτήρισε «επιτομή της φαιδρότητας κάποιοι να ισχυρίζονται ότι οι εκατοντάδες χιλιάδες Ελλήνων πολιτών, που συνέρρευσαν κυρίως στα δύο μεγάλα συλλαλητήρια, της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, σχετίζονται με ύποπτες συναλλαγές», σχολιάζοντας τις δηλώσεις του διευθυντή της ΚΟ Κώστα Ζαχαριάδη για κάποιους που συμμετείχαν στα συλλαλητήρια, με τις οποίες ότι «ίσως κάποιοι… τα παίρνουν». Σε ό,τι αφορά την απέλαση των Ρώσων διπλωματών από την Αθήνα, ανέφερε: «Σε οποιοδήποτε ενδεχόμενο εξωτερικής παρέμβασης στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας μας, η κυβέρνηση οφείλει να δείχνει υπευθυνότητα, αμεσότητα και αποφασιστικότητα και θεωρώ προφανές και αυτονόητο ότι εφόσον υπάρχουν τέτοια στοιχεία που να δικαιολογούν την αντίδραση της κυβέρνησης στο ζήτημα αυτό, έκανε το προφανές και το αυτονόητο». Αναφορικά με το ζήτημα του μεταναστευτικού, ο αναπληρωτής τομεάρχης Εξωτερικών της Νέας Δημοκρατίας παρατήρησε πως «διαμορφώνεται ένα δίπολο αυτή τη στιγμή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και θα πρέπει να επικρατήσει μια ευρωπαϊκή λύση», καθώς «το ζήτημα αφορά την Ευρώπη συνολικά». Σε αυτό το πλαίσιο, όπως είπε, «η Ελλάδα θα πρέπει να ενδυναμώσει τη φωνή της στα ευρωπαϊκά fora, να μιλήσει για δίκαιη κατανομή των ‘’βαρών’’ του προσφυγικού-μεταναστευτικού» και η Ευρωπαϊκή Ένωση να ενισχύσει τη φύλαξη των συνόρων της, ενώ τόνισε την ανάγκη να δώσει η ελληνική κυβέρνηση περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη συμφωνία που έκανε για το ζήτημα αυτό με τη Γερμανία.