Η ισότιμη πρόσβαση στα καινοτόμα προϊόντα και η βιωσιμότητα των συστημάτων υγείας, είναι κομβικά σημεία στο νέο κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ της πολιτείας, των πολιτών και των κοινωνικών εταίρων, στην κάλυψη των ολοένα και αυξανόμενων αναγκών υγείας του πληθυσμού, στον σεβασμό των δικαιωμάτων των ασθενών, στην ενδυνάμωση της κοινωνικής προστασίας των μη προνομιούχων και στην διασφάλιση της Δημοσίας Υγείας και του δημόσιου συμφέροντος, ανέφερε, κατά την παρέμβασή του σε συνεδρίαση του ΠΟΥ ο γενικός γραμματέας Δημόσιας Υγείας Γιάννης Μπασκόζος.
Όραμα της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, ανέφερε είναι η εξασφάλιση της πρόσβασης των ασθενών σε πραγματικά καινοτόμα φάρμακα με επιστημονικά τεκμηριωμένα κλινικά οφέλη και ισχυρά δεδομένα για την αποτελεσματικότητα τους σε σχέση με το κόστος τους.
«Υπό αυτήν την οπτική σχεδιάζουμε να καθιερώσουμε έναν φορέα Αξιολόγησης των Τεχνολογιών Υγείας και να ενδυναμώσουμε τα ρυθμιστικά μέσα που διαθέτουμε, να προχωρήσουμε στην πραγματοποίηση κεντρικών προμηθειών, να επανασχεδιάσουμε πληροφοριακά συστήματα, όπως τα μητρώα και τις βάσεις δεδομένων, να εισαγάγουμε θεραπευτικά πρωτοκόλλα σύμφωνα με την κλινική πρακτική και την αρμοδιότητα, αλλά και να προωθήσουμε την συστηματική ανταλλαγή τεχνογνωσίας και πληροφορίας σε διεθνές επίπεδο».
Αναφέρθηκε στην πρωτοβουλία του υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού, για την ανάπτυξη μιας αποτελεσματικής και διαφανούς συνεργασίας, σε τεχνικό επίπεδο, μεταξύ των κρατών – μελών της Νότιας Ευρώπης, με στόχο την από κοινού διαπραγμάτευση με της φαρμακευτικές εταιρείες, ώστε να διασφαλιστεί ότι οι πολίτες θα έχουν πρόσβαση στα καινοτόμα φάρμακα, σε μία οικονομική, αλλά και κοινωνικά αποδεκτή τιμή και να αναπτυχθεί η συνεργασία μεταξύ των χωρών, ώστε να καλύπτονται οι ανάγκες των πολιτών και στις περιπτώσεις εκείνες που παρουσιάζονται ελλείψεις σε φάρμακα απαραίτητα για την Δημόσια Υγεία. «Ελλείψεις που συχνά υποκινούνται από εμπορικά και χρηματοοικονομικά κίνητρα», όπως είπε.
Ο Γιάννης Μπασκόζος σημείωσε ότι το αποτέλεσμα όλων των πρωτοβουλιών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο θα έχει πολλαπλασιαστική επίδραση, οδηγώντας τις φαρμακευτικές εταιρείες στο να αντιληφθούν ότι η διαπραγμάτευση μιας κοινωνικά αποδεκτής αποζημίωσης είναι η μοναδικά βιώσιμη λύση σε αντιστοιχία με την αξία των καινοτόμων φαρμάκων. «Δεν πιστεύουμε σε καμία περίπτωση ότι η φαρμακοβιομηχανία δεν θα πρέπει να λάβει μια δίκαιη ανταμοιβή για την καινοτομία (όσο φυσικά συμμορφώνεται με την ερευνητική και τιμολογιακή διαφάνεια), όμως πιστεύουμε ακράδαντα ότι είναι απαράδεκτο να στερούμε από τους ασθενείς την πρόσβαση σε αυτή, επειδή τα κράτη δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα να καλύψουν φάρμακα που αντιπροσωπεύουν μια πραγματική θεραπευτική πρόοδο».
Η Ελλάδα, όπως είπε, αποτελεί ένα τυπικό παράδειγμα χώρας όπου η «Υγειονομική Φτώχεια» αποτελεί ένα νέο κοινωνικό φαινόμενο που πηγάζει μεν από την οικονομική κρίση, αλλά είναι και αποτέλεσμα εφαρμογής αποτυχημένων πολιτικών, που όχι μόνο δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν καθολική και ισότιμη πρόσβαση στο φάρμακο, αλλά δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν την σταθερότητα και την βιωσιμότητα του συστήματος της Δημόσιας Υγείας.