Για «υφαρπαγή εισφορών υπέρ ημετέρων, διαγενεακή αδικία και αφαίμαξη της παραγωγικής οικονομίας» κάνει λόγο η Δράση για το νέο ασφαλιστικό.
Όπως αναφέρει η Δράση:
Το ασφαλιστικό δεν μπορεί να λυθεί μακροπρόθεσμα όσο διαδοχικές κυβερνήσεις επιμένουν στην ίδια αποτυχημένη συνταγή:
– προστασία των ημετέρων: για τους συνταξιούχους της ΔΕΗ ο προϋπολογισμός θα καταβάλει το 2016 περίπου €15.000/συνταξιούχο, έναντι λιγότερων από €2.000/συνταξιούχο για το ΙΚΑ, ενώ οι πρόωρα συνταξιοδοτημένοι 50άρηδες θα διατηρήσουν “προσωπική διαφορά” που θα χρηματοδοτείται από τα συνήθη υποζύγια – τους νεότερους ασφαλισμένους που προσβλέπουν σε συντάξεις πείνας
– αφαίμαξη της παραγωγικής οικονομίας: η αύξηση των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου, που ήδη είναι από τις υψηλότερες στον ΟΟΣΑ για τις χειρότερες απολαβές, θα οδηγήσει σε νέα αύξηση της ανεργίας και της ανασφάλιστης εργασίας
– διαγενεακή αδικία και υποθήκη των δικαιωμάτων των νέων: με το σχέδιο της κυβέρνησης, όσοι θα βγουν στη σύνταξη από εδώ και στο εξής θα έχουν συντριπτικά χειρότερη μεταχείριση από τους παλαιότερους – δηλαδή από τη γενιά που έφερε με τις επιλογές της τη χώρα στη χρεοκοπία
– υφαρπαγή εισφορών: οι σχετικά υψηλά αμειβόμενοι, που είναι κατά τεκμήριο στον ιδιωτικό τομέα οι αξιότεροι και παραγωγικότεροι εργαζόμενοι, αδικούνται ιδιαίτερα, καθώς ο βαθμός αναπλήρωσης που θα έχουν είναι πολύ χαμηλός ενώ θα έχουν πληρώσει τεράστιες εισφορές στον “υπέρ ημετέρων” Καιάδα του ασφαλιστικού.
Η πρόταση της κυβέρνησης έχει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά κι επομένως σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποστηριχθεί από τα κοινοβουλευτικά κόμματα της αντιπολίτευσης.
Με αφορμή την δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου όμως, η Δράση υπενθυμίζει τη δική της πρόταση, η οποία έχει παρουσιαστεί ήδη από το 2012:
1. Κατάργηση των εισφορών εργοδότη και εργαζομένου. Ως αποτέλεσμα, το διαθέσιμο εισόδημα και των δύο θα αυξηθεί σημαντικά – αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό ειδικά για τους εργοδότες, που θα μπορέσουν να προσλάβουν και νέους υπαλλήλους, με μειωμένο κόστος. Έτσι θα μειωθεί η ανεργία. Από την πλευρά τους, οι ασφαλισμένοι θα μπορούν με το επί πλέον εισόδημα που θα έχουν στη διάθεσή τους, να επιλέξουν να ασφαλιστούν σε έναν ιδιωτικό οργανισμό, με πολύ χαμηλότερο κόστος από όσα καταβάλλουν σήμερα στη μαύρη τρύπα των ταμείων.
2. Κατάργηση του τομέα συνταξιοδότησης όλων των ασφαλιστικών ταμείων, καθώς πλέον δεν θα υπάρχουν εισφορές προς διαχείριση. Ως αποτέλεσμα θα μηδενιστούν τα σχετικά κόστη (μισθοδοσία προσωπικού, ενοίκια/δαπάνες κτηρίων, λοιπά) και οι δυνατότητες πίεσης και συναλλαγής του πολιτικού συστήματος με ισχυρές ομάδες συμφερόντων (π.χ. ΔΕΗ, ΟΤΕ).
3. Θεσμοθέτηση ενιαίας βασικής εθνικής σύνταξης για όλους, στα 67 (με ελάχιστες εξαιρέσεις για λόγους υγείας), απ’ευθείας από τον προϋπολογισμό. Ένα σοβαρό κοινωνικό κράτος οφείλει να προστατεύει τα πιο αδύναμα μέλη του, όπως είναι οι ηλικιωμένοι, και όχι να τα καταδικάζει στην φτώχεια, με συντάξεις των 100 ευρώ. Με δεδομένο το ύψος της επιδότησης των ταμείων το 2012, η Δράση είχε υπολογίσει ότι η σύνταξη αυτή θα έφτανε τα 750 ευρώ, που σήμαινε αύξηση για τη συντριπτική πλειοψηφία των συνταξιούχων. Σήμερα είναι απαραίτητο να γίνει επανυπολογισμός, καθώς με τις αθρόες πρόωρες συνταξιοδοτήσεις του Δημοσίου και την σημαντική ύφεση της οικονομίας τα στοιχεία έχουν αλλάξει.
4. Καθιέρωση μεταβατικής περιόδου, για τους ήδη συνταξιούχους και τους έχοντες θεμελιώσει δικαίωμα.
Με τα σημερινά δεδομένα του πλήρους δημοσιονομικού εκτροχιασμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, η μεταβατική περίοδος θα πρέπει να είναι σχετικά μακρά. Επομένως, απαιτείται κι ένα μεταβατικό σύστημα εξασφαλισμένης βασικής σύνταξης από τον προϋπολογισμό και συμπληρωματικής μέσω εισφορών στο κράτος, ώστε να υπάρχουν κίνητρα για νόμιμη ασφαλισμένη εργασία και ισχυρά αντικίνητρα για εισφοροδιαφυγή. Για την περίοδο αυτή μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο το οιωνεί κεφαλαιοποιητικό σύστημα, πρόταση που είχε διατυπωθεί ήδη από τους Φιλελεύθερους το 2000 και εφαρμόζεται εδώ και χρόνια με επιτυχία στη Σουηδία, μία χώρα με σοβαρό κοινωνικό κράτος.
Σημαντικότερο από όλα είναι να κατανοήσουμε ότι το ασφαλιστικό – ακόμα και το άδικο και ανήθικο σύστημα της Ελλάδας – δεν θα ήταν τόσο οξύ πρόβλημα αν είχαμε καταφέρει να έχουμε μία οικονομία ανταγωνιστική, σε άνοδο. Γι αυτό απαιτείται απαλλαγή από κάθε ιδεοληψία και εφαρμογή φιλελεύθερων πολιτικών και ιδιαίτερα μείωσης των κρατικών δαπανών (που ως ποσοστό του ΑΕΠ έχουν αυξηθεί στα χρόνια της κρίσης) και της φορολογίας. Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να γίνει μία πραγματικά πλούσια χώρα – όχι με δανεικά αυτή τη φορά, αλλά με την παραγωγή πραγματικού πλούτου από τους άξιους πολίτες της. Ζητούμενο είναι μία κυβέρνηση που θα τους αφήσει να δημιουργήσουν».