Με τον πρώην υπουργό Γιάννο Παπαντωνίου και τη σύζυγο του Σταυρούλα να απουσιάζουν από το εδώλιο του κατηγορούμενου ο εισαγγελέας του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Π. Πούλιος πρότεινε την ενοχή τους για την υπόθεση της ανακριβούς δήλωσης πόθεν έσχες για το οικονομικό έτος 2009.
Ο εισαγγελικός λειτουργός χαρακτήρισε το ποσό των 1,3 εκατ. ευρώ, που φέρεται να μην είχε δηλώσει το ζεύγος Παπαντωνίου, «ιδιαίτερα μεγάλο» συμπληρώνοντας πως η οικονομική τους κατάσταση δεν το δικαιολογεί.
Επιπλέον, επεσήμανε ότι η σύζυγος του πρώην υπουργού ήταν η πραγματική και κύρια δικαιούχος του επίμαχου ποσού καθ’ όλη την διάρκεια ύπαρξης του λογαριασμού της HSBC Ελβετίας, ο οποίος αποκαλύφθηκε μέσω της λίστας Λαγκάρντ.
Στην αγόρευση του ο εισαγγελέας αναφέρθηκε στη διαδρομή των χρημάτων από το 2000 μέχρι το 2010, οπότε και επαναπατρίστηκαν. Μάλιστα, τόνισε πως το 1999 οι δύο κατηγορούμενοι διέθεταν καταθέσεις ύψους 105.000 ευρώ, ενώ μια χρονιά νωρίτερα αγόρασαν ακίνητο έναντι 40 εκατομμυρίων δραχμών.
«Ο Γιάννος Παπαντωνίου γνώριζε»
Ο εισαγγελικός λειτουργός ήταν κατηγορηματικός πως ο Γιάννος Παπαντωνίου γνώριζε την ύπαρξη του επίμαχου λογαριασμού στην HSBC. Ισχυρισμό τον οποίο ενίσχυσε καταγράφοντας το γεγονός ότι το επίμαχο χρηματικό ποσό εξήχθη στην Ελβετία από τον κουμπάρο και στενό συνεργάτη του, Γ. Κανδαλέπα.
«Είναι δυνατόν να έγινε ανάληψη τόσο μεγάλου ποσού και να το κράτησε κρυφό από τον πρώτο κατηγορούμενο ο Γ. Κανδαλέπας;», αναρωτήθηκε ο εισαγγελέας προσθέτοντας: «Τα ποσά ήταν ιδιαίτερα μεγάλα και ένα μέρος προερχόταν από κοινούς λογαριασμούς. Είναι δυνατόν να το αγνοούσε ο πρώτος κατηγορούμενος; Και οι δύο κατηγορούμενοι είχαν υποχρέωση δήλωσης του ποσού διότι γνώριζαν την ύπαρξή του», είπε και συμπλήρωσε: «Από την όλη διαδικασία προκύπτει γνώση και προσπάθεια να αποκρύβουν ποσά. Υπήρξε μακρά και συντονισμένη προσπάθεια απόκρυψης του ποσού. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως στοιχειοθετείται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του αδικήματος και θα πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι».
«Ο λογαριασμός λειτουργούσε ως ομπρέλα»
Καταθέτοντας στο δικαστήριο ο πρώην ελεγκτής του ΣΔΟΕ, Στυλιανός Παπαδάκης, ο οποίος υπογράφει τη σχετική έκθεση εξήγησε ότι από το 2008 έως το 2010, το επίμαχο ποσό βρισκόταν σε trust.
Όπως είπε Απρίλιο και Αύγουστο του 2000 έγιναν τρεις καταθέσεις στον τραπεζικό λογαριασμό της Σταυρούλας Κουράκου στην τράπεζα HSBC της Ελβετίας, ενώ το 2008 τα χρήματα μπήκαν σε καταπίστευμα με τη συμμετοχή και υπεράκτιας εταιρίας και το 2010 επαναπατρίζονται.
«Στη δίκη άκουσα πως το καταπίστευμα δημιουργήθηκε για να αποδοθούν τα χρήματα στα ανήλικα παιδιά της κυρίας Κουράκου από τον προηγούμενο γάμο της. Ο λογαριασμός αυτός λειτουργούσε ως “ομπρέλα” και απο κάτω μπορούσες να βρεις ο,τιδήποτε, offshore, trust κ.ά.», τόνισε ο μάρτυρας.
Ο Στ. Παπαδάκης υπογράμμισε ότι σύμφωνα με τον έλεγχο του ΣΔΟΕ, το υπό διερεύνηση χρηματικό ποσό του ζεύγους Παπαντωνίου δεν δικαιολογούνταν περίπου 600.000 ευρώ.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συνήγοροι υπεράσπισης με την έναρξη της διαδικασίας ζήτησαν να μην εξεταστεί ο συγκεκριμένος μάρτυρας, με το σκεπτικό πως έχει εκδοθεί απόφαση του διοικητικού εφετείου που ακυρώνει την έκθεση του ΣΔΟΕ.
Ωστόσο, οι δικαστές απέρριψαν την ένσταση υποστηρίζοντας ότι ακόμα και αμετάκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου δεν αποτελεί δεδικασμένο για το ποινικό δικαστήριο. Επίσης, το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα της υπεράσπισης που ζήτησε την αποβολή της πολιτικής αγωγής που έχει δηλώσει το ελληνικό δημόσιο στη δίκη.
Υπενθυμίζεται ότι πρωτόδικα το ζεύγος Παπαντωνίου έχει καταδικαστεί σε ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών ο καθένας και έχει επιδικαστεί σε βάρος τους χρηματική ποινή 100.000 έκαστος και αποζημίωση υπέρ του Δημοσίου 50.000 ευρώ έκαστος λόγω ηθικής βλάβης.
Η δίκη θα συνεχιστεί στις 30 Οκτωβρίου.