Είναι σημαντικό οι διαφωνίες να μην παράγουν κρίσεις και κάθε επιμέρους επεισόδιο του διαλόγου να μας οδηγεί σε σταθερά βήματα μπροστά, τόνισε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Παύλος Μαρινάκης, απαντώντας σε ερώτηση για την επικείμενη επίσκεψη του Τούρκου προέδρου Ερντογάν στην Αθήνα και στις προσδοκίες που έχει η ελληνική κυβέρνηση, σε τηλεοπτική του συνέντευξή σήμερα στην εκπομπή «Συνδέσεις» της ΕΡΤ.
«Η αμυντική πολιτική της χώρας, όλα αυτά τα ζητήματα, που αποτελούν “κόκκινες γραμμές” δεν τίθενται σε διαπραγμάτευση, δεν είναι στη συζήτηση» ανέφερε ο κ. Μαρινάκης, εξηγώντας πως «η διαφορά μας είναι μία. Ο καθορισμός ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Όμως υπάρχουν μια σειρά από σοβαρά θέματα, σημαντικά ζητήματα τα οποία και είναι σημαντικό να συζητούνται. Και γενικότερα ο διάλογος, ως μια διαδικασία που προσπαθούμε να θωρακίσουμε και είναι καθήκον και των δύο πλευρών να τον προστατεύουν, είναι σημαντικός. Γιατί; Το είπα και χθες, το επαναλαμβάνω, το έχει πει σ’ όλους τους τόνους ο πρωθυπουργός. Διαφωνίες υπάρχουν και θα υπάρχουν σε πολύ σημαντικά ζητήματα. Σημαντικό είναι οι διαφωνίες αυτές να μην παράγουν κρίσεις και κάθε επιμέρους επεισόδιο του διαλόγου, όπως είναι μια πολύ σημαντική ημέρα η μεθαυριανή, η 7η Δεκεμβρίου, να μας οδηγεί σε σταθερά βήματα μπροστά. Το ξαναλέω, όμως, εμείς δεν υποχωρούμε από τα κυριαρχικά μας δικαιώματα».
Ξεκινώντας τη συνέντευξη, ο κ. Μαρινάκης έκανε δυο βασικές επισημάνσεις, αναφορικά με το φορολογικό νομοσχέδιο: «Το πρώτο είναι ότι δεν είναι οριζόντιο το μέτρο αυτό. Έχει πολλές και σημαντικές εξαιρέσεις, πέραν μιας γενικής εξαίρεσης: Όποιος δεν το αποδέχεται, αποδεχόμενος έλεγχο να μην πληρώσει το τεκμήριο αυτό και πολλών ειδικών εξαιρέσεων, όπως είναι οι νέοι ελεύθεροι επαγγελματίες για τρία έως πέντε χρόνια: για τρία χρόνια 100% έκπτωση, τον τέταρτο χρόνο 2/3 και τον πέμπτο χρόνο 1/3. Οι γυναίκες που είναι σε μια εγκυμοσύνη, οι γυναίκες που γέννησαν. ‘Ατομα με αναπηρία. Μια σειρά από εξαιρέσεις οι οποίες αναφέρονται. Όσοι δουλεύουν με μπλοκάκι μέχρι τρεις εργοδότες, άρα δεν είναι οριζόντιο ως προς αυτό. Και το δεύτερο, δεν έρχεται η κυβέρνηση να κάνει μόνο αυτό. Δεν έρχεται, δηλαδή, η κυβέρνηση να βάλει ένα δικαιότερο σύστημα φορολόγησης στους ελεύθερους επαγγελματίες και τίποτε άλλο. Έχει καταφέρει το κενό Φ.Π.Α. να το μειώσει από το 23% στο 15%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι κάτω από το 10%, άρα έχουμε πολλά να κάνουμε ακόμα. Και φέρνει ένα νομοσχέδιο με μια σειρά από παρεμβάσεις: για το λαθρεμπόριο καυσίμων, που τα ανέλυσα και χτες όσο περισσότερο αναλυτικά μπορούσα στο Briefing, για την χρήση μετρητών, για τα POS, που είπατε, με τις ταμειακές μηχανές, για τον τρόπο μεταβίβασης ακινήτων, για τα AirBnB και φέρνει ένα δικαιότερο σύστημα φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών, ένας εκ των οποίων είμαι κι εγώ. Κι αντιλαμβάνομαι και τις δύο όψεις του νομίσματος. Πρέπει να τα βλέπουμε και τα δύο. Και το ότι ένας ελεύθερος επαγγελματίας περνά δυσκολίες, που ενδεχομένως κάποιοι που δεν είναι να μην τις καταλαβαίνουν, τα έσοδα και τα έξοδα, την αβεβαιότητα, το ότι πρέπει να αγοράσεις το εξοπλισμό σου. Αντιλαμβάνομαι, όμως, και την άλλη όψη του νομίσματος, ότι δεν είναι δυνατόν ένας στους δύο να δηλώνουν ζημιές. Δεν μπορεί κάποιος, επίσης, να έχει δέκα εργαζόμενους και να βγάζει λιγότερα από τους εργαζομένους του. Να έχει, δηλαδή, ένας ιδιοκτήτης καφετέριας, για παράδειγμα, τυχαίο προφανώς, να έχει δέκα εργαζόμενους με τον κατώτατο μισθό και εκείνος να δηλώνει κάτω από αυτούς. Όταν, λοιπόν, βλέπουμε όλη την εικόνα και αυτό προσπαθεί να κάνει και ο πρωθυπουργός, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, και η κυβέρνηση, πρέπει να φέρνουμε δίκαιες λύσεις. Καμία φορά αυτές οι λύσεις δεν είναι τόσο ευχάριστες, όμως αντιλαμβανόμαστε το πρόβλημα και προσπαθούμε να το λύσουμε», είπε ο κ. Μαρινάκης.
Πρόσθεσε επίσης ότι η κυβέρνηση και στην πρώτη θητεία αλλά και στη δεύτερη, «αντιλαμβανόμενη το μεγάλο πρόβλημα της υπερφορολόγησης στη μεταπολιτευτική Ελλάδα, και, ειδικά, στα μνημονιακά χρόνια, έχει μειώσει πάνω από 50 φορολογικούς συντελεστές. Και συνεχίζει και το κάνει, μονιμοποιώντας μια σειρά από προσωρινά μειωμένους Φ.Π.Α. για τις μεταφορές, για τα γυμναστήρια, για τον κινηματογράφο, για τα προϊόντα που σχετίζονται με τη δημόσια υγεία. Έχει αυξήσει το αφορολόγητο κατά 1000 ευρώ για τις οικογένειες με παιδιά. Αντιλαμβανόμαστε, δηλαδή, ότι όχι μόνο οι ελεύθεροι επαγγελματίες, αλλά το σύνολο των πολιτών υπερφορολογήθηκε στο παρελθόν από άλλες κυβερνήσεις. Εγώ, όταν ψηφίστηκε ο νόμος Κατρούγκαλου, θυμάμαι ότι συζητούσαμε και λέγαμε ότι είχαμε το 83% του εισοδήματός μας να πηγαίνει στο κράτος για φόρους και ασφαλιστικές εισφορές. Αυτό, προφανώς, το ότι έχει πέσει κατά 10-15 μονάδες, αναλόγως την κατηγορία εργαζομένου, είναι σημαντικό, αλλά δεν είναι η λύση. Θέλει κι άλλο. Και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε».
Υπογράμμισε ωστόσο στο σημείο αυτό ότι «μια συζήτηση είναι η υπερφορολόγηση, που νομίζω ότι έχει δώσει διαπιστευτήρια ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή μας για το ότι μειώνει τους φόρους. Και ένα άλλο ζήτημα είναι η φοροδιαφυγή. Και πολλές φορές αυτά τα δύο, συνήθως εφάπτονται. Δηλαδή, για να μπορέσουμε να κάνουμε κι άλλες μειώσεις φόρων -αυτός είναι ο στόχος και θα το κάνουμε- πρέπει να αυξήσουμε τα έσοδα που παίρνουμε από περισσότερους. Δηλαδή, να παίρνουμε λιγότερα χρήματα, προφανώς, με λιγότερους φόρους, δηλαδή, αλλά να αυξήσουμε τη φορολογητέα βάση. Υπάρχει φοροδιαφυγή, λοιπόν. Πρέπει να την αντιμετωπίσουμε για να μειώσουμε κι άλλους φόρους. Έχουμε μια Αντιπολίτευση, η οποία μας κατηγορεί γιατί ενώ μειώσαμε φόρους, έχουμε παραπάνω φορολογικά έσοδα. Είναι πολύ σημαντικό να καταλαβαίνουμε όλοι τα ίδια πράγματα. Να καταλαβαίνουμε ότι καμία φορά -συνήθως πετυχαίνει- με το να μειώσεις φόρους, για παράδειγμα, αυξάνεις τα έσοδα. Ενώ παίρνεις, δηλαδή, λιγότερα, με λιγότερους φορολογικούς συντελεστές. Επίσης, να συμφωνήσουμε ότι δεν μπορεί το 71% να δηλώνει κάτω από τον κατώτατο μισθό. Αυτά είναι δεδομένα».
Κληθείς να απαντήσει στη συνέχεια για τη μείωση του ΦΠΑ στα βασικά προϊόντα επεσήμανε πως «Όλες αυτές οι μειώσεις ή οι καταργήσεις φόρων που έχουν γίνει από το 2019, είχαν τη φιλοσοφία της ελάφρυνσης των πολιτών και της προσδοκίας αύξησης εσόδων, η οποία βγήκε αληθινή. Επιβεβαιώθηκε. Υπάρχουν, λοιπόν, όμως περιπτώσεις και περιπτώσεις. Καταρχάς, τώρα που μιλάμε, από το έτος το οποίο θα ξεκινήσει να τρέχει, το 2024, θα έχουμε νέους μόνιμα μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ. Σας είπα για μια πολύ σημαντική κατηγορία προϊόντων ή υπηρεσιών, όπως είναι οι μεταφορές. Είναι μια κοινωνική υπηρεσία οι μεταφορές, ο κινηματογράφος, τα γυμναστήρια, τα αγαθά που σχετίζονται με την υγεία. Και, βέβαια, η αύξηση του αφορολόγητου για κάθε οικογένεια με παιδί κατά 1000 ευρώ που είναι μια πολύ σημαντική -όχι πανάκεια, προφανώς- έμμεση, αλλά σημαντική αύξηση εισοδήματος. Υπάρχουν, όμως, κάποιες περιπτώσεις που δεν το λέμε, δεν θέλουμε να γινόμαστε δυσάρεστοι ή να είμαστε λιγότερο ευχάριστοι, όπως είναι: ο ΦΠΑ για τα τρόφιμα, που έχει αποδειχθεί ότι όσες χώρες το έκαναν, απλά απορροφήθηκε αυτή η μείωση του ΦΠΑ από τις εταιρείες. Και δεν ήρθε αυτή η μείωση στον καταναλωτή. Την έχουμε κάνει πολλές φορές αυτή τη συζήτηση. Απόδειξη αυτού είναι ότι ο πληθωρισμός τροφίμων, σε βάθος έτους, που είναι ένας σκληρός δείκτης, επίμονος δείκτης, που προφανώς ταλαιπωρεί και τη χώρα μας και, κυρίως, τους πολίτες, είναι λίγο κάτω η Ελλάδα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Δεν είναι αντικείμενο πανηγυρισμού αυτό. Είναι, όμως, μια απόδειξη ότι αυτή η πολιτική αποδίδει, ενδεχομένως, λίγο περισσότερο από κάποια άλλη πολιτική. Άρα, ναι επί της αρχής στη μείωση των φόρων και το κάνουμε στην πράξη, αλλά πρέπει κάθε περίπτωση να την εξετάζουμε διαφορετικά για το αν θα φτάσει στον καταναλωτή».
Απαντώντας σε σχόλιο δημοσιογράφου σχετικά με το ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει πιο φιλελεύθερος από τη ΝΔ», ο κ Μαρινάκης τόνισε: «Κοιτάξτε, το είπα και χθες, ο κύριος Κασσελάκης αγνοεί, δεν αγνοεί, προφανώς κάνει ότι δεν το θυμάται, ότι εξελέγη πρόεδρος ενός κόμματος που προϋπήρχε. Δεν ιδρύθηκε ο ΣΥΡΙΖΑ το 2022.Είναι, λοιπόν, δεδομένο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, επί Αλέξη Τσίπρα, γιατί κατηγορεί, λέει δεν είμαστε με τους Κατρούγκαλους και με τους Τσακαλώτους, αλλά δεν ήταν μονοπρόσωπες, προσωποπαγείς οι νομοθετικές ρυθμίσεις αυτές, ήταν ρυθμίσεις της κυβέρνησης Τσίπρα, που ψήφισε όλη η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ. Σε αυτή, λοιπόν, την τετραετία, ο κύριος Κασσελάκης, το κόμμα του συγκεκριμένα, αύξησε ή επέβαλε τριάντα φορολογικούς συντελεστές. Ας έρθουν, λοιπόν, να μας πούνε ότι όλο αυτό που μας έλεγαν όλα αυτά τα χρόνια, ότι ήταν μια αποτυχία ―γιατί ήταν μια αποτυχία― να κάνουμε τη σύγκριση. Δεύτερον, καλές οι κριτικές, καλό το κούνημα του δαχτύλου -καλό δεν είναι, φάνηκε, το λέω για την οικονομία της συζήτησης- αλλά στο τέλος της ημέρας φάνηκε όλα αυτά τα χρόνια ότι δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Να έρθουν, λοιπόν, από την αντιπολίτευση να μας πουν συγκεκριμένες προτάσεις και εν πάση περιπτώσει το να γυρίζουμε και να λέμε ότι μία χώρα οδηγείται στο χείλος του γκρεμού, που είναι πρώτη σε ρυθμούς ανάπτυξης, από πρώτη έως τρίτη ανά τρίμηνο, αλλά κατά μέσο όρο, πρώτη, πρώτη σε εξαγωγές, πρώτη σε ρυθμό μείωσης του χρέους και με τις δυσκολίες της πληθωριστικής κρίσης έχει για δύο συνεχόμενες χρονιές αύξηση του πραγματικού εισοδήματος, μετά δηλαδή των φόρων και των υποχρεώσεων, βάση της ΕΛΣΤΑΤ, 8% τη μία χρονιά, 7,5% τη δεύτερη χρονιά, νομίζω ότι είναι σαν να βλέπουμε μια άλλη πραγματικότητα. Η πραγματικότητα δεν είναι ιδανική, αλλά δεν είναι και η καταστροφή που περιγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή είναι η μεγάλη μας διαφορά».
Αναφορικά με τα κόκκινα δάνεια και τις κατηγορίες που δέχεται η κυβέρνηση ότι κάνει δώρο στις τράπεζες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος απάντησε: «Κατ’ αρχάς, να πούμε ότι η αντιπολίτευση που μας κατηγορεί για όλα αυτά, είναι αυτή που ήρε την προστασία της πρώτης κατοικίας και αυτή που νομοθέτησε να μπορούν να πηγαίνουν τα δάνεια στα funds. Πάμε, τώρα, λοιπόν στην πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι από το 2019 μέχρι σήμερα έχουν μειωθεί τα «κόκκινα» δάνεια και το ποσό το οποίο είναι ληξιπρόθεσμες οφειλές, μειώθηκε μεσοσταθμικά κατά 20%».
Πρόσθεσε στη συνέχεια πως «οι ρυθμίσεις οι οποίες έχουν γίνει, με τις νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι πολλαπλάσιες από τις ρυθμίσεις οι οποίες έγιναν επί της προηγούμενης κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα. Όμως, να πάμε λίγο και στο τι κάνουμε, γιατί προφανώς και δεν έχει λυθεί το πρόβλημα. Η νομοθετική παρέμβαση αυτή, και εδώ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι η αντιπολίτευση ζει σε έναν άλλο κόσμο -βλέπει κάτι άλλο και μηδενίζει τα πάντα- είναι μια καθαρή νομοθετική παρέμβαση υπέρ των δανειοληπτών και των πιο ευάλωτων. Όταν έρχεσαι και νομοθετείς υποχρεωτική ενημέρωση, μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, για το ύψος της οφειλής, τις ρυθμίσεις που έχεις κάνει, το ποσό της δόσης, το αν αναπροσαρμόζεται η δόση, αυτό έρχεται και το ρυθμίζει η κυβέρνηση τώρα. Αυτό είναι υπέρ των καταναλωτών».
Ακόμη επεσήμανε πως «υποχρεούνται οι servicers να δέχονται τη ρύθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού, το οποίο δεν ήταν υποχρεωτικό μέχρι τώρα και αν έχουν μία αντίρρηση, -ενώ μέχρι τώρα εάν είχαν αντίρρηση, δεν την εφάρμοζαν, δεν τη δέχονταν, δηλαδή, μήνα – μήνα, τώρα a priori πρέπει να τη δέχονται και αν έχουν αντίρρηση να προσφύγουν εκείνοι δικαστικά. Ενώ μέχρι τώρα γινόταν το αντίθετο και ταλαιπωρείτο ο οφειλέτης. Αυτές είναι σημαντικές παρεμβάσεις και όπως και κάποιες άλλες, χορήγηση δανείων από μη τραπεζικούς φορείς, βελτίωση του συστήματος iris, απλοποίηση και επιτάχυνση των διαδικασιών».
Κληθείς να σχολιάσει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τα νέα δεδομένα με τα τιμολόγια ρεύματος και κατά πόσο πρόκειται για μια εύκολη διαδικασία, ανέφερε: «Για να μπορέσουμε να γίνουμε εύκολα κατανοητοί, πρέπει να βάλουμε αυτά τα οποία αφορούν, θεωρώ, τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών. Προφανώς, η συνολική κατανόηση όλων των επιμέρους πτυχών μιας διαδικασίας η οποία βάζει κανόνες, όρια και ουσιαστικά δίνει δύναμη στον καταναλωτή από την αρχή της μέχρι το τέλος της σίγουρα δεν είναι εύκολη. Το σημαντικό που αφορά νομίζω τη συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών, των καταναλωτών, έχει να κάνει με το ότι υπάρχει, γιατί αυτή είναι η μεγάλη διαφορά, το πράσινο τιμολόγιο, στο οποίο μπαίνουν αυτομάτως όσοι δεν επιλέξουν κάποιο άλλο. Για τα υπόλοιπα, άλλο είναι σταθερό, άλλο είναι κυμαινόμενο, άλλο έχει ένα μεγαλύτερο ρίσκο. Το τιμολόγιο αυτό είναι το τιμολόγιο που εντάσσονται αυτομάτως οι καταναλωτές, αν δεν επιλέξουν κάποιο άλλο. Γιατί; Γιατί δίνει τη δυνατότητα με πολύ εύκολο και εύληπτο τρόπο, είτε δηλαδή στο κινητό με το να πατήσεις ένα link, όταν θα σου έρθει ηλεκτρονικά ο λογαριασμός, είτε στον λογαριασμό στον έντυπο, που με συγκεκριμένο σημείο το βλέπεις, να βλέπεις μήνα-μήνα σε ποιον προμηθευτή σε συμφέρει να είσαι. Δηλαδή, με βάση τη σύγκριση τιμών, τα πάγια και τις χρεώσεις. Αυτό είναι το πράσινο τιμολόγιο. Γιατί είναι το πράσινο τιμολόγιο υπέρ του καταναλωτή; Είναι υπέρ του καταναλωτή γιατί ενισχύει τον ανταγωνισμό και αυτό θεωρούμε εμείς, στην πράξη θα κριθεί, ότι θα οδηγήσει σε πτώση των τιμών».
Επιπροσθέτως επεσήμανε πως η κυβέρνηση δεν είναι δογματική και το έχει αποδείξει στην πράξη, οπότε δεν αποκλείει βελτιωτικές αλλαγές «Εμείς, το έχω πει αρκετές φορές και δεν είναι κλισέ, δεν είμαστε δογματικοί και το έχουμε αποδείξει στην πράξη. Μιλάγαμε πριν για το φορολογικό νομοσχέδιο. Χωρίς να παρεκκλίνουμε από την κεντρική του φιλοσοφία, προβήκαμε σε κάποιες παρεμβάσεις για να το κάνουμε όσο το δυνατόν δικαιότερο. Κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Δεν θα μπορούσε κανείς να μας πει πριν από κάποια χρόνια ότι θα έπρεπε το Κράτος, γιατί έπρεπε να το κάνει και θα συνεχίσει να το κάνει στο μέτρο του δυνατού, να δώσει πάνω από 13 δισεκατομμύρια για τη στήριξη των καταναλωτών στο ρεύμα. Η Ελλάδα, για να μην τα θεωρούμε όλα τόσο απλά, γιατί είναι χρήματα Ελλήνων φορολογούμενων, είναι η πρώτη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συναρτήσει του ΑΕΠ της, στη στήριξη των καταναλωτών για τις αυξήσεις στο ρεύμα. Μία, λοιπόν, συζήτηση είναι αυτή, πώς θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε τους πολίτες. Και αυτόν τον μήνα που μιλάμε υπάρχει μηχανισμός στήριξης, ο οποίος είναι σημαντικός για τους καταναλωτές και αυτονόητος θα πω εγώ, αλλά και αυτό είναι μια πρωτοβουλία της Κυβέρνησης. Και κάτι άλλο είναι, να πάμε σε ένα δικαιότερο σύστημα και στο ρεύμα. Άρα, προφανώς, δεν πρέπει να χαθούμε στις λεπτομέρειες. Είναι στη διάθεση των πολιτών για να υπάρχει λογοδοσία. Είναι σημαντικό, λοιπόν, να καταλάβουν αυτό. Από εκεί και πέρα, μπορεί να συμφέρει τον καταναλωτή ένα πιο ευέλικτο πρόγραμμα, με μεγαλύτερο ρίσκο, θα το επιλέξει ο καταναλωτής. Αλλά εγώ σας λέω ότι εκεί κατατάσσονται αυτόματα οι καταναλωτές».
Σε ερώτηση σχετικά με το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια ο κ. Μαρινάκης ανέφερε πως ο πρωθυπουργός είχε πει πως μέσα στη δεύτερη τετραετία «θα φέρει αυτήν τη συγκεκριμένη, πολύ σημαντική νομοθετική παρέμβαση. Όπως αντιλαμβάνεστε, οι παρεμβάσεις δεν είναι λίγες, δεν είναι πέντε ή δέκα, δεν είναι μόνο μία, είναι αρκετές. Κάθε μήνα, και μάλιστα πλέον με δύο συνεδριάσεις συζητούνται και επικυρώνονται κάποια νομοσχέδια τα οποία στη συνέχεια έρχονται στη δημόσια διαβούλευση και στη συνέχεια ψηφίζονται. Κάποια στιγμή, λοιπόν, θα έρθει αυτό. Δεν μπορώ να σας πω το χρόνο, γιατί δεν τον γνωρίζω. Είναι απόφαση του Πρωθυπουργού και θα σας πω και κάτι. Είναι σημαντικό ζήτημα; Είναι πολύ σημαντικό ζήτημα γι’ αυτό και σ’ αυτό το ζήτημα θα τηρήσει τον λόγο του ο πρωθυπουργός και θα το φέρει και θα γίνει και εξαντλητική συζήτηση, όπως για καθετί. Όμως, υπάρχουν και άλλα πολύ σημαντικά ζητήματα, που αφορούν το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας και εγώ έχω μια αρχή. Όλα στην ώρα τους. Και είναι και η αρχή του πρωθυπουργού γιατί έχει πολύ μεγάλη σημασία να κάνουμε κάθε συζήτηση στην ώρα της, με όλα τα πραγματικά δεδομένα. Όταν έρθει εκείνη η ώρα, εμείς θα προσπαθήσουμε με την επιχειρηματολογία μας, με το τι συμβαίνει σ’ άλλες χώρες να κάνουμε αυτή τη συζήτηση. Τώρα νομίζω, όμως, αυτό που προέχει είναι να συζητήσουμε για όλα αυτά τα οποία απασχολούν την κοινωνία, αυτά τα οποία νομοθετούμε, τα προβλήματα και όλα τα σχετικά».
Τέλος, σε ερώτηση σχετικά με τη νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα, τη «Νέα Αριστερά», ο κ. Μαρινάκης, επεσήμανε: Εγώ θα σας πω ότι πέραν του αυτονόητου, ότι δεν είναι δική μας δουλειά να σχολιάζουμε τις εξελίξεις. Υπάρχει μια νέα Κοινοβουλευτική Ομάδα, ένα νέο κόμμα. Θεωρώ ότι πρέπει κάθε προσπάθεια να κρίνεται εκ του αποτελέσματος και με βάση τον προγραμματικό λόγο. Αυτό περιμένουμε όλοι. Μακάρι να γίνει απ’ όλους. Σίγουρα είναι ευχάριστο ότι κάποιοι άνθρωποι από έναν πολιτικό χώρο εντοπίζουν πράγματα, που εμείς τα λέγαμε πάρα πολύ καιρό. Την τοξικότητα, το λόγο μίσους, τον μηδενιστικό λόγο. Μας προκαλεί απορία γιατί όσο ήταν στην κυβέρνηση ή για τέσσερα χρόνια στην Αντιπολίτευση δεν έλεγε κανείς τίποτα για όλα αυτά. Αλλά, έστω και καθυστερημένα, είναι σημαντικό. Γιατί, ας πούμε, με την Κοινοβουλευτική αυτή Ομάδα και με τον πολιτικό αυτό χώρο έχουμε τεράστιες διαφορές και ιδεολογικές και για το πως αντιμετωπίζουμε κάποια πράγματα. Όμως για πάρα πολλά χρόνια συμφωνούσαμε ότι δεν είναι δυνατόν να στοχοποιούνται οικογένειες, να γίνονται προγραφές δημοσιογράφων-πολιτών, να απειλούμε πολιτικούς αντιπάλους να τους κλείσουμε στη φυλακή και όλα τα σχετικά. Μακάρι, λοιπόν, να επιστρέψουμε πάλι στην εποχή, που σε όλα αυτά δεν θα γίνεται καν συζήτηση – θα τα θεωρούμε δεδομένα ότι δεν αντιπαρατιθέμεθα μ’ αυτό τον τρόπο – και θα συνεχίσουμε την έντονη πολιτική αντιπαράθεση για τις διαφορές μας και τις πολιτικές που θέλουμε να εφαρμόσουμε».