«Υπηρέτησα τον ΣΥΡΙΖΑ ως απλό μέλος, ως στέλεχος, ως βουλευτίνα και ως υπουργός. Εδωσα μάχες για να βελτιωθεί η ζωή των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων. Η υποψηφιότητά μου ήταν μια απόφαση ευθύνης με στόχο να υπηρετήσω τον ίδιο σκοπό. Επομένως, η κατηγορία για τις «καρέκλες» απλώς δεν συνδέεται με κανέναν τρόπο με το πώς είχα υπηρετήσει τον χώρο αυτόν, εδώ και πολλά χρόνια» είπε η Έφη Αχτσιόγλου σε συνέντευξή της στην Εφημερίδα των Συντακτών προσθέτοντας πως «είναι δε, και ακραία υποκριτικό να εκτοξεύεται από ένα πρόσωπο που τη στιγμή που εμφανίστηκε στο κόμμα, επεδίωξε αμέσως να γίνει πρόεδρός του».
Η κ. Αχτσιόγλου απάντησε στην ερώτηση για το αν υπονόμευσε τον Αλέξη Τσίπρα με την ιστορία με τα sms και είπε πότε μίλησε για τελευταία φορά με τον πρώην πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ.
«Η ιστορία αυτή ήταν μια χυδαία αθλιότητα. Κάποιοι ανέλαβαν να εκτελέσουν ένα συμβόλαιο το οποίο υπηρέτησε τον κ. Κασσελάκη και στηρίχθηκε από εξέχοντα στελέχη της ηγετικής του ομάδας. Ο ίδιος ο κ. Κασσελάκης δεν αποδοκίμασε ούτε καταδίκασε αυτή την πρακτική και όσους από το περιβάλλον του τη στήριξαν. Μάλιστα -και αυτό είναι ακόμα μία απόδειξη της μη δυνατότητας πολιτικής συμβίωσης- η αθλιότητα περί υπονομευτών του Αλέξη Τσίπρα συνεχίστηκε και μετά την εκλογή προέδρου με την καθοδήγηση της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ» είπε αρχικά η κ. Αχτσιόγλου και συνέχισε.
«Οσον αφορά τη στάση του Αλέξη Τσίπρα είναι απολύτως σεβαστή. Επέλεξε να είναι ουδέτερος στη διαδικασία εκλογής και να μη μιλήσει για να μην την επηρεάσει.
Από την πλευρά μου επέλεξα συνειδητά να μη χρησιμοποιήσω το όνομα του κ. Τσίπρα σε κανένα στάδιο της προεδρικής εκλογής, παρότι όλοι γνώριζαν τη στενή συνεργασία που είχαμε για χρόνια, επέλεξα να μην τον εργαλειοποιήσω σεβόμενη την απόφασή του και φυσικά να μην τον εμπλέξω σε αυτές τις χυδαίες πρακτικές που ήταν σαφές ποιος τις καθοδηγούσε, ποιον ευνοούσαν και ποιον έπλητταν. Αυτοί που δεν τον σεβάστηκαν και ενέπλεξαν το όνομά του σε αυτή την αθλιότητα είναι γνωστοί και είναι οι ίδιοι που με κάθε ευκαιρία λοιδορούν και απαξιώνουν τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ 2015-2019. ενώ να σας πω πως η τελευταία επικοινωνία που είχαμε με τον Αλέξη Τσίπρα ήταν το βράδυ των εσωκομματικών εκλογών, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, οπότε και με κάλεσε για να με συγχαρεί για τον αγώνα που έδωσα.
Η κ. Αχτσιόγλου αναφέρθηκε και στα χαρακτηριστικά της της νέας Κ.Ο. που έχει δημιουργηθεί και αναφέρθηκε και στην προοπτική των ευρωεκλογών.
«Η κοινοβουλευτική ομάδα που συγκροτούμε θα παρουσιάσει ένα συνεκτικό σχέδιο μιας προοδευτικής, οικολογικής, αριστερής εναλλακτικής πρότασης για τη χώρα.
Στόχος μας είναι να φέρουμε στο επίκεντρο τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι επαγγελματίες, τα νοικοκυριά των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων -ζητήματα οικονομικά και κοινωνικά, των χαμηλών εισοδημάτων και της μεγάλης ακρίβειας, των δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, της οικολογίας και της κλιματικής κρίσης- όχι όμως μόνο ως διαπιστώσεις, αλλά με προτάσεις για λύσεις και για μια νέα προοπτική.
Δεν σκοπεύουμε όμως να περιοριστούμε στο Κοινοβούλιο. Το κρίσιμο στο νέο εγχείρημα είναι η κινητοποίηση του κόσμου της Αριστεράς από τα κάτω, η δημιουργία ενός νέου παραδείγματος πολιτικής με αυτενέργεια, με πρωτοβουλίες από τη βάση, με πραγματική δημοκρατία και συμμετοχή. Ενα νέο παράδειγμα πολιτικής που ο προοδευτικός κόσμος έχει ανάγκη και θα του δώσει πνοή».
Η Έφη Αχτσιόγλου ερωτήθηκε για το αν υπάρχει προοπτική συνεργασίας με άλλα κόμματα και συγκεκριμένα με το ΠΑΣΟΚ αλλά δεν φάνηκε θετική λέγοντας συγκεκριμένα πως «Δυνατότητα συμπόρευσης με τα υπάρχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα ή με πρώην κοινοβουλευτικά κόμματα δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή». Είπε χαρακτηριστικά η κ. Αχτσιόγλου:
«Οι πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών έχουν δημιουργήσει ένα μεγάλο κενό στα αριστερά του πολιτικού συστήματος. Κενό που πρέπει να πληρωθεί αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά τη Νέα Δημοκρατία. Δυστυχώς για διαφορετικούς λόγους κανένας από τους υπάρχοντες σήμερα πολιτικούς σχηματισμούς δεν μπορεί να αναλάβει αυτόν τον κρίσιμο ρόλο.
Είναι διαφορετικό ζήτημα οι κοινοβουλευτικές συγκλίσεις σε ζητήματα αντιπολίτευσης και άλλο πράγμα η πολιτική συμπόρευση. Δυνατότητα συμπόρευσης με τα υπάρχοντα κοινοβουλευτικά κόμματα ή με πρώην κοινοβουλευτικά κόμματα δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή. Η πολιτική συμμαχιών και συνεργασιών έχει πολλά κριτήρια και προϋποθέσεις που σήμερα δεν πληρούνται, σε κάθε περίπτωση όμως εμείς παραμένουμε ανοιχτοί στον διάλογο με θέσεις και προτάσεις από τη σκοπιά του κόσμου της εργασίας.
Αυτό που προέχει λοιπόν είναι η κινητοποίηση του αριστερού και προοδευτικού κόσμου, αλλά και ο απεγκλωβισμός δυνάμεων από το φάσμα της απογοήτευσης, της αδράνειας και της ανάθεσης. Αυτή τη συμπόρευση θέλουμε να πετύχουμε, δημιουργώντας ένα προοδευτικό πλειοψηφικό ρεύμα που θα αλλάξει τους πολιτικούς συσχετισμούς».