Αν υπάρχει μια φράση που μπορεί να περιγράψει τον Θανάση Βέγγο είναι το «Καλέ μου άνθρωπε». Την τήρησε πιστά μέχρι το τέλος της ζωής του και έτσι έχει μείνει στην συνείδηση του κοινού.
Ο Θανάσης Βέγγος, ο «καλός μας άνθρωπος», αποτελεί από μόνος του τεράστιο κεφάλαιο του ελληνικού κινηματογράφου και της ελληνικής κωμωδίας. Σήμερα, 3 Μαΐου, συμπληρώνονται 13 χρόνια από τον θάνατό του, λίγο πριν συμπληρώσει τα 84 χρόνια του. Ο Θανάσης Βέγγος νοσηλευόταν από τις 19 Δεκεμβρίου 2010 στην εντατική μονάδα του νοσοκομείου Ερυθρός Σταυρός λόγω εγκεφαλικού επεισοδίου, όπου και απεβίωσε στις 3 Μαΐου του 2011.
Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το φαινόμενο «Βέγγος» θα μπορούσε να διδάσκεται σε σχολές επικοινωνίας και κινηματογράφου, ως εργαλείο ανάλυσης, για το πως ένας κωμικός διαμόρφωσε μέσα από τους ρόλους του έναν ολοκληρωμένο λαϊκό κινηματογραφικό ήρωα με σταθερά χαρακτηριστικά, ενσαρκώνοντας τον μέσο Έλληνα στα πλαίσια της φαρσοκωμωδίας.
Αεικίνητος, σαρωτικός, φουκαράς, αγχωμένος, κυνηγημένος, καπάτσος, πολυμήχανος, φτωχός, τίμιος, γκαφατζής είναι κάποια από αυτά τα στοιχεία –αντιφατικά μεταξύ τους, όπως και του νεοέλληνα στην εποχή που σκιαγραφείται – που συνθέτουν το κινηματογραφικό φαινόμενο «Θανάσης Βέγγος».
Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στο Νέο Φάληρο, στις 29 Μαΐου του 1927, και ήταν το μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Ευδοκίας Βέγγου. Μετά τον πόλεμο του 1940, ο πατέρας του έχασε τη δουλειά του, με αποτέλεσμα να ριχτεί ο Θανάσης στον αγώνα για το μεροκάματο. Τα χρόνια 1948-1950, ο Θανάσης Βέγγος εξορίστηκε στη Μακρόνησο, όπου και γνωρίστηκε με τον σκηνοθέτη Νίκο Κούνδουρο. Αυτή η γνωριμία οδήγησε στην πρώτη του εμφάνιση στον κινηματογράφο, το 1954, στην ταινία «Μαγική Πόλη».
Το θέατρο
Ο Θανάσης αν και δεν σπούδασε υποκριτική, αποφάσισε να δώσει εξετάσεις το 1959, σε ειδική επιτροπή για να πάρει την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος ηθοποιού ως εξαιρετικό ταλέντο. Τις πρώτες δύο φορές που πήγε, απέτυχε. Ήταν έτοιμος να τα παρατήσει, αλλά στρώθηκε στο διάβασμα και πήγε ξανά. Ήταν η Ρένα Ντορ, η σπουδαία θεατρίνα της επιθεώρησης που πίστεψε στο ταλέντο του και επέβαλλε σχεδόν στην επιτροπή να τον περάσουν. Την ίδια χρονιά, ο Βέγγος κάνει το θεατρικό του ντεμπούτο στην επιθεώρηση «Ομόνοια πλατς πλουτς», στο θέατρο Περοκέ, δίπλα στους Νίκο Ρίζο και Γιάννη Γκιωνάκη.
Η συνέχεια της καριέρας του επικεντρώθηκε στον κινηματογράφο, που ήταν και η μεγάλη του αγάπη – μέχρι το 1998, που εμφανίστηκε στην Επίδαυρο, στον ρόλο του Δικαιόπολη στους «Αχαρνής» και το 2001 στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη, όπου αποθεώθηκε από το κοινό.
Ο κινηματογράφος
Παρά την εμπορική επιτυχία του, η εταιρεία του Βέγγου οδηγήθηκε σε κλείσιμο, κυρίως λόγω κακής οικονομικής διαχείρισης. Μάλιστα σε μια σπάνια συνέντευξη του ηθοποιού το 1975, ο ίδιος δήλωσε πως αυτή ήταν η χειρότερη στιγμή της καριέρας του. «Η χειρότερη στιγμή στην καριέρα μου ήταν όταν ξήλωναν τις ταμπέλες “Θανάσης Βέγγος-Ταινίες Γέλιου” στην πλατεία Κάνιγγος -από το στούντιο, τα εργαστήρια κ.λπ- που σήμαινε και τη διάλυση της δουλειάς μου, του γραφείου παραγωγής.
Δεν είχα διαθέσει λεφτά πολλά, αλλά μόχθο πάρα πολύ. Πάρα πολύ μόχθο κι εγώ και οι συνεργάτες μου. Αυτή η σφαγή με έκανε να σκεφτώ να κάνω μια άλλη δουλειά. Σφαγή κυριολεκτικά. Διότι περί σφαγής επρόκειτο. 6.400.000 δραχμές, ξεκλήρισμα της οικογενείας μου, το σπίτι μου. Και λίγο από το κέφι μου, που νομίζω ότι στην προκειμένη περίπτωση αξίζει πάρα πολλά μιας και χρειάζεται να το δίνεις στον κόσμο» είχε πει χαρακτηριστικά.
Έτσι ξεκινά η συνεργασία του με τον φίλο του και σκηνοθέτη Ντίνο Κατσουρίδη. Το 1971, γυρίζουν μαζί την ταινία «Τι Έκανες στον Πόλεμο Θανάση», η οποία αποσπά τρία σημαντικά βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, μεταξύ άλλων και του Α’ Ανδρικού Ρόλου για τον Θανάση Βέγγο.
Το περίοδο 1971-1976 ξεκινά πάλι συνεργασία με τη Φίνος Φιλμ, σε μια σειρά ταινιών με διαφορετικό ύφος, δίπλα στους Πάνο Γλυκοφρύδη και Ερρίκο Θαλασσινό. Ξεχωρίζει η ταινία «Ο Τσαρλατάνος», στην οποία ερμηνεύει με επιτυχία τρεις διαφορετικούς ρόλους. Τελευταία του ταινία με την Φίνος Φιλμ ήταν «Ο Θανάσης στη Χώρα της Σφαλιάρας» το 1976.
Τη δεκαετία του ’80, ο Βέγγος αποσύρεται από το σινεμά και γυρίζει λίγες βιντεοταινίες. Το 1991 επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη, με την ταινία «Ήσυχες Μέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, σε μια ερμηνεία διαφορετική από όσες είχαμε συνηθίσει. Το 1995 συμμετείχε στην ταινία «Το Βλέμμα του Οδυσσέα» του Θόδωρου Αγγελόπουλου, ενώ μνημειώδης χαρακτηρίστηκε η ερμηνεία του στην ταινία «Όλα Είναι Δρόμος» του Παντελή Βούλγαρη το 1998. Η τελευταία του κινηματογραφική συμμετοχή ήταν στην ταινία «Το Πέταγμα του Κύκνου» που προβλήθηκε το 2010.
Πώς βγήκε η φράση «Καλέ μου άνθρωπε»
Όπως αποκάλυψε ο σκηνοθέτης Τάκης Παπαγιαννίδης στη «Μηχανή του Χρόνου», μια ημέρα τυχαία ο Θανάσης Βέγγος έπεσε πάνω σε ζευγάρι ηλικιωμένων. Ο άνδρας αναγνώρισε τον ηθοποιό και τον πλησίασε για του μιλήσει. «Καλέ μου άνθρωπε σ’ ευχαριστώ για τις ταινίες και για το γέλιο που μας χαρίζεις. Όταν σε βλέπω στον κινηματογράφο ξαλαφρώνω για τρεις μέρες από τις έννοιες μου», του είπε. Τα λόγια του καθώς φαίνεται επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό τον Θανάση Βέγγο και μέσα σε αυτή την ειλικρινή έκφραση, βρήκε και ο ίδιος τη δική του αλήθεια.
Προσωπική ζωή
Την εποχή που γυριζόταν η ταινία «Ο Δράκος» (1956) παντρεύτηκε την Ασημίνα Καρύδη, με την οποία έμεινε μαζί μέχρι το τέλος της ζωής του. Απέκτησαν μαζί δύο γιούς, τον Βασίλη και τον Χάρη, οι οποίοι στη συνέχεια του χάρισαν εγγόνια τα οποία και υπεραγαπούσε.
Όπως μάλιστα έχει δηλώσει η σύζυγός του: «Η αγάπη του Θανάση ήταν τόσο μεγάλη για τη Νίκη και τον Θανασάκη που σχεδόν έκλαιγε κάθε φορά που άκουγε το όνομά τους. Είχε λατρεία για τα δύο του εγγόνια και τίποτα δεν μπορούσε να την επισκιάσει. Ούτε τα μικροπροβλήματα υγείας. Δεν μπορείτε να καταλάβετε το πάθος του για αυτά».
Η καλοσύνη και η ευγένεια ήταν στάση ζωής για τον Θανάση Βέγγο. Η έκφραση «Καλέ μου άνθρωπε» βγήκε μέσα από την ψυχή του, απευθυνόμενος στους απλούς ανθρώπους, γιατί σε αυτούς απευθυνόταν σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του.